Την εκτίμηση πως ο πρώην πρόεδρος της Στατιστικής Υπηρεσίας, Μανώλης Κοντοπυράκης, φέρει βαρύτατες ευθύνες για αποστολή παραποιημένων στοιχείων στην Eurostat, ενδεχομένως για πολιτικούς λόγους, κατέθεσε ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής που διερευνά τις συνθήκες διαμόρφωσης των δημοσιονομικών στοιχείων του 2009, ο Γκίκας Χαρδούβελης, σύμβουλος του πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου και καθηγητής Χρηματοοικονομικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.
Έχοντας συμμετάσχει ως εκπρόσωπος της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, στην Επιτροπή ανεξαρτήτων εμπειρογνωμόνων για την αξιοπιστία των δημοσιονομικών δεδομένων, την οποία σύστησε ο κ. Γιώργος Παπακωνσταντίνου τον Νοέμβριο του 2009, ο κ. Χαρδούβελης περιέγραψε στην κατάθεσή του την έλλειψη οργάνωσης και κακή διαχείριση που διαπίστωσε, στη λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών που, συντονιζόμενες, παράγουν τα δημοσιονομικά στοιχεία: «Για πάρα πολλά χρόνια ο μισός χρόνος της Eurostat αφιερώνονταν μόνο στο ελληνικό πρόβλημα» ανέφερε χαρακτηριστικά. «Φτάσαμε στο σημείο, ακόμα και μικρές ατέλειες που οι υπόλοιποι μπορούν εύκολα να κρύψουν, εμείς πλέον να μην μπορούμε».
Επιμερίζοντας, ωστόσο, προσωπικές ευθύνες, ο μάρτυρας κατήγγειλε παραποίηση των στοιχείων που εστάλησαν στην Eurostat στις 4 Οκτωβρίου του 2009, με ευθύνη του κ. Κοντοπυράκη.
«Η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία απαιτεί από την κάθε χώρα να στέλνει την 1η Απριλίου και την 1η Οκτωβρίου, κάποια δημοσιονομικά στοιχεία» σημείωσε ο κ. Χαρδούβελης. «Έτυχε το 2009 να συμπέσει με τις εκλογές – και αυτό που αντιληφθήκαμε εκ των υστέρων, ήταν ότι δεν ήθελε η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία να δώσει τις πληροφορίες Παρασκευή, διότι θα έβγαινε στις Κυριακάτικες εφημερίδες και θα επηρέαζε πιθανόν το εκλογικό αποτέλεσμα. Έτσι καταλάβαμε» ανέφερε ο μάρτυς και συνέχισε:
«Για πρώτη φορά στην ιστορία της EUROSTAT στέλνονται κενοί πίνακες για ένα παρελθόν έτος, για κάτι που είχε συμβεί, για το 2008. Εδώ φταίνε όλα τα πολιτικά κόμματα. Δεν φταίει μόνο η Ν.Δ., διότι προφανώς, υπήρχαν στην απέναντι πλευρά κάποιοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και των υπολοίπων κομμάτων, οι οποίοι περίμεναν τα στοιχεία έτοιμα, να τα στείλουν στις εφημερίδες, για να γράψουν οι εφημερίδες τα δικά τους. Έγινε όμως μια σαφέστατη παραποίηση των στοιχείων» σημείωσε ο κος Χαρδούβελης και συμπλήρωσε:
«Αυτό που είδαμε σιγά-σιγά, εκ των υστέρων, ήταν ότι δεν στάλθηκαν τα στοιχεία τα σωστά. Καταλάβαμε επίσης, αν και δεν γράφτηκε πουθενά, ότι ο τότε πρόεδρος της Στατιστικής Υπηρεσίας, έπαιζε παιχνίδι, με την έννοια ότι είχε απομονώσει ένα άτομο και το χρησιμοποιούσε για να στέλνει τα στοιχεία που θέλει».
Εξάλλου, αναφερόμενος στην απογραφή Αλογοσκούφη του 2004, ο μάρτυρας απέδωσε την ευθύνη της αλλαγής του τρόπου καταγραφής των αμυντικών δαπανών στην Eurostat, αλλά και στο ελληνικό Δημόσιο, που προηγούμενα είχε επιχειρήσει να αποκρύψει το σύνολο των παραλαβών του. Το 70% των αλλαγών που έγιναν στο έλλειμμα το 2004, οφειλόταν, κατά τον κο Χαρδούβελη, σε «μπαγαποντιά» της Eurostat.
«Έρχεται το 2004 με την απογραφή, η Eurostat και αποφασίζει, «επειδή με έχετε θυμώσει Έλληνες και δεν μου δείχνετε όλο το υλικό που έχετε παραλάβει – και εδώ φταίει το ελληνικό δημόσιο, δεν έδειχνε ακριβώς, προσπαθούσε να κάνει τσαχπινιές – θα αλλάξω και εγώ τον τρόπο καταγραφής των αμυντικών δαπανών και θα μπορώ πιο εύκολα να βρω τις πληρωμές. Έτσι εμφανίστηκε το έλλειμμα του 1999 ως έλλειμμα 3,1% και χαρακτηριστήκαμε διεθνώς ως απατεώνες, ότι κοροϊδέψαμε και μπήκαμε στην ΟΝΕ» ανέφερε ο μάρτυρας.
Τέλος, σχολιάζοντας την στάση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ το 2009, ο κ. Χαρδούβελης εκτίμησε πως «για τέσσερις – πέντε μήνες «πάταγε μία στη μια βάρκα και μια φορά στην άλλη», δεν ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Θυμάμαι ότι έδωσε τότε και ένα κοινωνικό επίδομα, και είχε υπερισχύσει η άποψη ότι προσέχουμε την οικονομία στην αρχή και μετά βάζουμε τάξη στα δημοσιονομικά μας. Ήρθε, όμως, η αρχή του 2010 και οι αγορές πλέον είχαν ξυπνήσει σε ένα ελληνικό πρόβλημα. Για πρώτη φορά έβλεπαν ότι μια χώρα της Ευρωζώνης, δεν ήταν μια άλλη «μικρή Γερμανία» όπως πίστευαν, και άρχισαν να μη θέλουν να μας δανείσουν. Τα spreads είχαν αρχίσει να αυξάνονται και νομίζω ότι κορωνίδα ήταν το γεγονός του Νταβός, όπου ο κ. Παπανδρέου μίλησε τότε με άλλους ηγέτες, και όλοι το θεωρούσαν δεδομένο ότι πάμε για χρεοκοπία. Τότε αντιληφθήκαμε ότι έχουμε μπροστά μας έναν τοίχο, ότι δεν μπορούμε να ζούμε με δανεικά, διότι οι άλλοι δεν θα μας δανείσουν, τελείωσε το παλιό παραμύθι, άλλαξε η πολιτική και μπήκαμε στο Μνημόνιο».
Κατάθεση της Στέλλας Μπαλφούσια, εμπειρογνώμονα και πρώην μέλους της ΕΛΣΤΑΤ
«Η άποψή μου είναι πως τα στοιχεία του ελλείμματος του 2009, όπως καταγράφηκαν, ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Δεν δέχομαι καθόλου την άποψη ότι έχει φουσκώσει το έλλειμμα με κάποιον τρόπο» ανέφερε ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για τα δημοσιονομικά στοιχεία του 2009, η κυρία Στέλλα Μπαλφούσια, πρώην μέλος της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και της ανεξάρτητης Επιτροπής εμπειρογνωμόνων για την αξιοπιστία των ελληνικών δημοσιονομικών στοιχείων.
Ερωτηθείσα σχετικά με το ενδεχόμενο να έχει υπάρξει πολιτική παρέμβαση υπέρ της διόγκωσης του ελλείμματος, η μάρτυρας απάντησε πως «δεν έχει περιέλθει σε γνώση μου κανενός είδους παρέμβαση. Κατανοώ απολύτως σε τι οφείλεται η αύξηση του ελλείμματος και είναι απολύτως δικαιολογημένη. Με λίγα λόγια, εγώ δεν ενστερνίζομαι αυτούς τους ισχυρισμούς, δεν τους θεωρώ σοβαρούς».
Κατά την κυρία Μπαλφούσια, οι ελληνικές κυβερνήσεις «συστηματικά έκαναν προβλέψεις οι οποίες δεν ήταν ρεαλιστικές – και αυτό ήταν ένα χρόνιο πρόβλημα. Συστηματικά προέβλεπαν αύξηση του ΑΕΠ περισσότερη απ’ όσο μπορούσε κανείς να αναμένει, ελλείμματα χαμηλότερα και καλύτερες επιδόσεις». Το 2009, η πρόβλεψη του Γιάννη Παπαθανασίου για έλλειμμα 6%, όπως απεστάλη στη Eurostat την 4η Οκτωβρίου, υπήρξε για την μάρτυρα μια «κακή πρόβλεψη» – αν και η κα Μπαλφούσια αρνήθηκε να εκτιμήσει αν αποτελούσε και «πρόθεση εξαπάτησης».
Σε κάθε περίπτωση, «οι συνέπειες είναι θλιβερές και τις πληρώνουν όλοι, αλλά αυτό που δεν πρέπει να μας διαφεύγει, είναι ότι η Στατιστική Υπηρεσία και όλες αυτές οι υπηρεσίες, είναι ένα μέρος της ελληνικής δημόσιας διοίκησης και αντανακλά τις γενικότερες παθογένειες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης. Αυτό το κομμάτι της δημόσιας διοίκησης εξετέθη στο εξωτερικό – και απεκαλύφθη το μέγεθος του προβλήματος, όπως αποκαλύπτονται προβλήματα και σε τόσες άλλες πλευρές της δημόσιας διοίκησης».
Ερωτηθείσα εάν οι ΔΕΚΟ εντάχθηκαν στο έλλειμμα με βάση τα απαιτούμενα επιστημονικά κριτήρια, η μάρτυρας εκτίμησε πως «η δουλειά έγινε σωστά» και πως «αυτά είναι θέματα τεχνικά τα οποία πρέπει ως τέτοια να αντιμετωπίζονται. Είναι λυπηρό που τα έχουμε αναγάγει σε θέματα πολιτικής διαμάχης ή ό,τι άλλο μπορεί να πεις κανείς, χωρίς να είναι».
Ερωτηθείσα επίσης, εάν τα μέλη του Δ.Σ. της ΕΛΣΤΑΤ δικαιούντο να διαμορφώνουν άποψη για τον τρόπο καταγραφής των δημοσιονομικών στοιχείων (ζήτημα με το οποίο εγκαινιάστηκε η διαμάχη στους κόλπους της Αρχής), η κ. Μπαλφούσια απάντησε πως το προϊόν των στατιστικών στοιχείων, παράγεται απ’ τους υπαλλήλους και «το μόνο που μπορούν να κάνουν τα μέλη της ΕΛΣΤΑΤ, είναι να εξασφαλίσουν ότι γίνεται σωστή δουλειά. Δεν μπορούν να έχουν άποψη. Δεν μπορεί κανείς να πει «μας έφεραν ένα νούμερο, είναι 12, ας ψηφίσουμε αν το δεχόμαστε ή όχι». Αυτό είναι αστείο».
Στο ερώτημα τέλος, εάν αποδέχεται την απόκρυψη του ελλείμματος, έστω και για «εθνικούς λόγους», η μάρτυς υπήρξε κατηγορηματικά αντίθετη. «Εθνικό σκοπό εξυπηρετούμε εάν κάνουμε σωστά τη δουλειά μας οι πάντες και οι πολιτικοί και οι επιστήμονες και οι υπάλληλοι, όπου και να βρίσκονται. Δεν υπάρχει άλλος εθνικός σκοπός από το να κάνουμε σωστά τη δουλειά μας» ανέφερε η κυρία Μπαλφούσια.
Επιμέλεια: Μίτση Σκέντζου