Την ώρα που η ελληνική οικονομία, το ύψος του χρέους της χώρας αλλά και οι προοπτικές επίλυσης του ζητήματος με ή χωρίς «κούρεμα» αποτελούν το επίκεντρο της προεκλογικής εκστρατείας της Γερμανίας, η παγκόσμια οικονομική κοινότητα και η ελληνική κυβέρνηση επιχειρούν να προσεγγίσουν τον γόρδιο δεσμό, χωρίς ωστόσο να διαφαίνεται μια ξεκάθαρη προοπτική.

Ήδη το Βερολίνο και η Ευρωζώνη μιλούν πια ξεκάθαρα για ένα τρίτο πακέτο, μικρότερο από τα προηγούμενα, που θα χρειαστεί η Ελλάδα στα τέλη του 2014 για να καλύψει τις ανάγκες της. Άλλοι εμπειρογνώμονες, που εκφράζονται μέσα από τα πρωτοσέλιδα των ευρωπαϊκών εφημερίδων, μιλούν για «κούρεμα».

Υπάρχει και μια τρίτη ομάδα παραγόντων που κάνει λόγο για δραστική μείωση των επιτοκίων και εντυπωσιακή επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του ελληνικού χρέους, ώστε να τα βγάλει πέρα η χώρα.

Στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2013, το δημόσιο χρέος εκτοξεύτηκε στα 321 δισ. ευρώ, όντας μεγαλύτερο από αυτό που είχε η Ελλάδα το 2009, προτού ξεσπάσει η κρίση. Το χρέος επιβαρύνθηκε κατά 16 δισ. ευρώ εντός του 2013 και είναι υψηλότερο κατά 18 δις από τον Ιούνιο του 2012, οπότε ήταν 303 δισ. ευρώ.

Ο αναλυτικός πίνακας:



Μπροστά σε αυτό το δυσθεώρητο ύψος του δανεισμού που με τα σημερινά δεδομένα αντιστοιχεί στο 180% του ΑΕΠ και το οποίο, παρά την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, εξακολουθεί να επιβαρύνεται με το ύψος των τόκων, στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης επικρατεί προβληματισμός για το πώς θα αντιμετωπιστεί.

Μάλιστα, σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων υπάρχει διχογνωμία – όπως ακριβώς συμβαίνει και στην τρόικα ανάμεσα στο ΔΝΤ και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή – για το κατά πόσο το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, που ξεπέρασε στο τέλος Ιουνίου τα 321 δισ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται οι εγγυήσεις που καταπίπτουν, μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά χωρίς ένα νέο «κούρεμα».

«Τα πράγματα θα εξακολουθήσουν να είναι δύσκολα» υποστηρίζουν στελέχη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Το ύψος των τόκων, παρά τα χαμηλά επιτόκια, κινείται μεταξύ 11 και 12 δισ. ευρώ ετησίως. Τόσο το χρέος όσο και οι τόκοι ανέβηκαν και πάλι στα ύψη που είχαν διαμορφωθεί πριν από το PSI.

Όσον αφορά στη συγχρηματοδότηση από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ε.Ε., αυτή ήδη έχει αυξηθεί στα 18,5 δισ. ευρώ για την περίοδο 2014-2020, από το ποσό των 11,5 δισ. ευρώ, που εκτιμούσαν τον Νοέμβριο του 2012 ότι θα χρειαζόταν για να ήταν βιώσιμο το χρέος.

Υπάρχει όμως η εκτίμηση του ΔΝΤ (Ιούλιος 2013) ότι η Ελλάδα μπορεί να αντιμετωπίσει ένα πρόσθετο χρηματοδοτικό κενό ύψους 4,4 δισ. ευρώ το 2014 και 6,5 δισ. το 2015. Αυτό το κενό οφείλεται στο ότι το 2014 λήγουν ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου ύψους περίπου 24,9 δισ. ευρώ, που βρίσκονται σχεδόν στο σύνολό τους στην κατοχή κεντρικών τραπεζών των χωρών της ζώνης του ευρώ.

Επίσης, το 2015 λήγουν επιπλέον ομόλογα αξίας 16,4 δισ. ευρώ, που επίσης βρίσκονται σε μεγάλο βαθμό στην κατοχή κεντρικών τραπεζών. Με βάση τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ η Ελλάδα θα είναι σε θέση να εξοφλήσει τα 30,2 δισ. από τα 41,3 δισ. ευρώ που οφείλει από αυτά τα ομόλογα, ενώ υπάρχει αμφιβολία για τη δυνατότητα εξόφλησης των υπόλοιπων 11,1 δισ. ευρώ.

Με βάση αυτές τις εκτιμήσεις, το ΔΝΤ φαίνεται ότι ασκεί πιέσεις στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να επιμηκύνουν τις λήξεις και αυτών των δανείων πέραν του 2014 και του 2015, έτσι ώστε η Ελλάδα να μην πιεστεί για την ολοκληρωτική εξόφλησή τους στην επόμενη διετία.