Εικοσιτέσσερις ώρες  μετά την ομιλία του πρωθυπουργού, Κώστα Καραμανλή στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας, ο Πέτρος Τατούλης παρεμβαίνει μέσω της προσωπικής του ιστοσελίδας.

Ο βουλευτής Αρκαδίας του κυβερνώντος κόμματος κρατώντας χαμηλούς τόνους – σε αντίθεση με άλλες παρεμβάσεις του – ξεκαθαρίζει ότι δεν πρόκειται να είναι αυτός που θα ρίξει την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όπως επίσης ότι δεν σκοπεύει να παραιτηθεί. Τονίζει μάλιστα ότι συνεχίζει να κινείται εντός του Συντάγματος και των αρχών του κόμματος σε αντίθεση με κάποιους άλλους που τις παραβιάζουν συνεχώς.   

Η παρέμβαση Τατούλη  

Έχω επαναλάβει πολλές φορές στο παρελθόν ότι δεν θα είμαι εγώ αυτός που θα ρίξει την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Για πολλούς λόγους και κυρίως για το γεγονός ότι ποτέ δεν συμπάθησα τους Εφιάλτες. Την ίδια στιγμή θεωρώ εξαιρετικά παράλογο να πρέπει να παραιτηθώ εγώ που κινούμαι ακραιφνώς μέσα στα όρια και του Συντάγματος, αλλά και των θεμελιωδών αρχών του κόμματος μου και όχι κάποιοι άλλοι, οι οποίοι τις έχουν κατ΄ επανάληψη παραβιάσει. Άλλωστε, είναι ξεκάθαρο ότι τα όσα λέγω δεν εκκινούν από καμία υποχθόνια σκέψη ενάντια στην παράταξη που υπηρέτησα με συνέπεια και εντιμότητα τα τελευταία 30 χρόνια. Από αυτήν την ιστορία, δεν έχω τίποτε άλλο να κερδίσω παρά την καθαρότητα της συνείδησής μου. Αυτό πράττω άλλωστε ανέκαθεν. Τέλος, θεωρώ τραγικό να υποδεικνύεται σε εμένα η έξοδος από ορισμένους που θεωρούν ότι αυτός ο χώρος δικαιωματικά τους ανήκει. Η ΝΔ παρά τα όσα ορισμένοι δήθεν σκληροτράχηλοι κομματικοί επαναλαμβάνουν, πρέπει να έχει τις πόρτες ανοικτές. Για να έχει όμως ουσία κάτι τέτοιο, εντός των θυρών θα πρέπει να ενθαρρύνεται και ο ελεύθερος διάλογος. Δεν ανήκει η παράταξη σε ορισμένους. Σε λίγους. Σε κάποιους ευνοημένους.

Σε συνέχεια των παραπάνω και για εκείνους, στους οποίους έχω απαντήσει κατ’ επανάληψη. “Θα έλεγε ο Τατούλης τα ίδια αν ήταν υπουργός;”. Κατ΄ αρχήν, αν ήθελα να συνεχίσω να είμαι υπουργός, δεν θα υιοθετούσα την άμεμπτη και κάθετη στάση που διατήρησα παρά τις αντιξοότητες εκείνην την περίοδο στο ΥΠΠΟ. Στα όσα αναφέρομαι, συμβαίνουν, τώρα. Οπότε, και δεδομένων των μαντικών ικανοτήτων που δεν διαθέτω, πώς θα μπορούσα να μιλήσω για κάτι που δεν είχε ακόμη συμβεί; Δεν σταμάτησα ποτέ να λέω ελεύθερα την άποψή μου. Από το συνέδριο του 98 μιλούσα για την ανάγκη αναγέννησης των κομμάτων (στην κατεύθυνση των ελεύθερων, αξιοκρατικών και σύγχρονων ευρωπαϊκών οργανισμών), και αργότερα επανέφερα τις προτάσεις μου, μιλώντας για επανίδρυση του κόμματος. Από το 93 έγραφα για τον κρατικοδίαιτο καπιταλισμό, κατά την υφυπουργεία μου αγωνίστηκα ενάντια στον κρατικοδίαιτο πολιτισμό και σήμερα συνεχίζω να μιλώ για τα ίδια πράγματα. Από το 2004 έκανα λόγο για την τεράστια μέγγενη του δημοσίου χρέους και κατέθεσα συγκεκριμένες προτάσεις, τις οποίες επανέλαβα στην ομιλία μου στη Βουλή κατά την κατάθεση του τρέχοντος προϋπολογισμού. Από το 92 υπέδειξα τη λύση του σκοπιανού μέσω της υιοθέτησης του πακέτου Πινέιρο και σήμερα φαίνεται ξεκάθαρα ότι όσος χρόνος κυλά , περνά εις βάρος μας.

Και άλλες πολλές παρεμβάσεις που μπορεί κανείς να δει στην προσωπική μου ιστοσελίδα.
Όταν πρωτοξεκίνησα αυτό το εγχείρημα, είχα μιλήσει για την ανάγκη μου για έναν υγιή διάλογο με την κοινωνία, με τους πολίτες. Καλόπιστο. Ειλικρινή. Ισότιμο. Όσο κι αν εμείς οι πολιτικοί έχουμε σε μεγάλο βαθμό αυτοενοχοποιηθεί (sic) και δικαιολογημένα θέλει πολύ κόπο για να πείσει κάποιος για τις αγαθές του προθέσεις, όσο κι αν το πολιτικό σύστημα έχει ευτελισθεί από παράνομες, ιδιοτελείς συμπεριφορές και θεσμικές παρεκτροπές. Υπάρχει ανάγκη μεγάλη να ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη μας, κυρίως στη ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ που έχουμε όλοι εμείς (και ο καθένας ξεχωριστά) να πάμε τα πράγματα μπροστά. Για τον εαυτό μας. Τους αγαπημένους μας. Τον τόπο.

Κλείνοντας, μια παρατήρηση. Σε διάφορες δημοσκοπήσεις υπάρχει ένα ενδιαφέρον εύρημα. Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων, κάθε κομματικής απόχρωσης, θεωρούν ότι τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά (πχ σε ό,τι αφορά την οικονομία). Ας προσέξουμε τον κίνδυνο που ελλοχεύει: σε καιρούς μεγάλης απαισιοδοξίας, όπως αυτή η εποχή που διανύουμε σήμερα, οι λαοί στρέφονται σε συντηρητικές επιλογές. Το αύριο είναι θολό, άγνωστο και αβέβαιο. Το παρόν πάλι είναι κακό, πλην όμως βέβαιο και γνωστό. Σήμερα, ωστόσο, δεν έχουμε περιθώρια για συντηρητικές επιλογές. Χρειαζόμαστε προοδευτικές πολιτικές και προοδευτικούς ανθρώπους που θα τις επιλέξουν, θα τις στηρίξουν και θα τις εφαρμόσουν.