Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας, μιλώντας σήμερα, Σάββατο 8 Ιουλίου 2023, στην Ολομέλεια της Βουλής, κατά τη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης, ανέφερε:

«Σας ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε, μου επιτρέπετε να σας ευχηθώ και για τη νέα κοινοβουλευτική περίοδο.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο Πρωθυπουργός της χώρας μου έκανε την τιμή στη νέα κυβερνητική θητεία να έχω την πολιτική ευθύνη ενός Υπουργείου πάλι με σαφή Εθνική Αποστολή.

Τη διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας και της Εθνικής Ανεξαρτησίας της Πατρίδας μας. Δηλαδή, τη διασφάλιση της Ειρήνης, της Ελευθερίας των Ελλήνων.

Μια αποστολή συνταγματικά δεσπόζουσα. Μία αποστολή που επιτελούν στο ακέραιο οι Ένοπλες Δυνάμεις, ώστε κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνας να νοιώθει ασφαλής.

Καθήκον της Πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, είναι να εφαρμόζει τις πολιτικές και να παρέχει τα μέσα στις Ένοπλες Δυνάμεις που να τους επιτρέπουν την εκπλήρωση αυτής της υψηλής τους αποστολής, που να συντελούν στην εμπέδωση του αποτυπώματος της χώρας μας στην ευρύτερη περιοχή.

Μιας δύναμης αξιόπιστης, ισχυρής, που προβάλλει την ασφάλεια και τη συνεργασία. Νομίζω ότι μπορούμε όλοι να συμφωνήσουμε ότι το αποτύπωμα της Ελλάδας αναβαθμίστηκε, εντυπωσιακά μάλιστα την τελευταία τετραετία και ότι η θέση της χώρας μας ενισχύθηκε.

Έχουμε διακριτή φωνή, έχουμε ρόλο στο διεθνές και στο περιφερειακό πεδίο και η πατρίδα μας θα συνεχίσει με την ενεργό παρουσία της σε όλα τα επίπεδα, να επιδιώκει να έχει λόγο στις εξελίξεις που αφορούν την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Με δεδομένη και εκφρασμένη από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό την ισχυρή βούληση, αλλά και τη συνέπεια που χαρακτηρίζει την πολιτική μας, θα ήθελα να διαβεβαιώσω την Εθνική Αντιπροσωπεία ότι με τη συνδρομή των Υφυπουργών, του Νίκου Χαρδαλιά και του Γιάννη Κεφαλογιάννη, θα υπηρετήσουμε την αποστολή του Υπουργείου χτίζοντας πάνω σε ό,τι κατόρθωσε ο προκάτοχός μου Νίκος Παναγιωτόπουλος. Αυτό επιτάσσει το πατριωτικό καθήκον όλων μας, ανεξαιρέτως.

Και θα επιδιώξουμε, όπως εμπράκτως αποδείξαμε την περασμένη τετραετία, την εθνική συναίνεση ή τουλάχιστον την εθνική συνεννόηση και κατανόηση στις βασικές επιλογές.

Και θέλω να επαναλάβω για πολλοστή φορά από αυτό το βήμα την άποψη ότι ουδείς στην αίθουσα είναι εξ’ ορισμού περισσότερο ή λιγότερο πατριώτης και ουδείς σε αυτήν την αίθουσα εκδίδει πιστοποιητικά πατριωτισμού και ουδείς σε αυτήν την αίθουσα κατέχει «πατριδόμετρο».

Και επίσης, θέλω να πω, ότι καθόσον με αφορά δεν θα επιτρέψω να συρθούν τα εθνικά θέματα σε βούρκο λαϊκισμών, σε λάσπη κομματικών αντιπαραθέσεων.

Δεν είναι ορθό να επιτρέψουμε στις εθνικιστικές κορώνες να επικυριαρχούν των εθνικών συμφερόντων και στην πατριδοκαπηλία, εφόσον εμφανιστεί,να χρησιμοποιεί ως προκάλυμμα την Άμυνα της χώρας και να δηλητηριάζει την Εθνική μας Ομοψυχία.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία σηματοδότησε ανατροπή της διεθνούς τάξης πραγμάτων όπως την είχαμε γνωρίσει.

Σηματοδότησε ανατροπή παγιωμένων αντιλήψεων για την διεξαγωγή των επιχειρήσεων στο πεδίο,και παράλληλα ο αναθεωρητισμός της γείτονος σηματοδότησε απόπειρα ανατροπής ισορροπιών που προσδιόριζαν τις σχέσεις στην περιοχή μας.

Οι εξελίξεις λοιπόν στην διεθνή γεωπολιτική σκηνή επιβεβαιώνουν την κυβερνητική επιλογή να επαναπροσδιοριστεί η εθνική στρατηγική, να προσαρμοστεί στις σύγχρονες προκλήσεις, με μια σταθερή πάντοτε πυξίδα: Το Διεθνές Δίκαιο, τον σεβασμό στην εδαφική ακεραιότητα, στην κυριαρχία όλων των κρατών, στην ανάδειξη της δυνατότητας ειρηνικής επίλυσης των διαφορών.

Και αναφερόμενος στην γειτονική μας Τουρκία θέλω να πω ότι εξακολουθούμε να τείνουμε κλάδο ελαίας, με στόχο την ειρηνική συνύπαρξη των λαών μας. Αυτό επιθυμούμε, αυτό πιστεύουμε ότι επιθυμεί και ο τουρκικός λαός και προσβλέπουμε σε βελτίωση των σχέσεων με τη γείτονα, ιδίως μετά το παράθυρο ευκαιρίας που φαίνεται να άνοιξε μετά τους καταστροφικούς σεισμούς.

Άλλωστε, είναι γνωστό ότι διαχρονικά η Ελλάδα επιζητά την ειρήνη και τη σταθερότητα.

Ακριβώς όμως για να πετύχει την ειρήνη και τη σταθερότητα οφείλει να στέλνει το μήνυμα ότι θα προασπίσει με απόλυτη αποφασιστικότητα την κυριαρχία της και τα κυριαρχικά της δικαιώματα.

Και ότι δεν είναι ανεκτή η διολίσθηση σε οτιδήποτε αφορά την εδαφική ακεραιότητα, την ανεξαρτησία μας, την κυριαρχία μας, τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.

Και αυτό δεν συνιστά διακριτική ευχέρεια, αποτελεί δεδομένη συνταγματική υποχρέωση και καθήκον έναντι της ιστορίας μας και έναντι των επερχόμενων γενεών.

Άλλωστε για αυτό τον λόγο, με το υστέρημα του ελληνικού λαού διαμορφώνουμε μια ισχυρή δύναμη αποτροπής. Μια ρομφαία δικαίου δυνάμενη να δώσει απαντήσεις στο πεδίο, αλλά ευχόμενοι να μην απαιτηθεί η χρήση της.

Για αυτό επιβάλλεται να διατηρούμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας σε όλα τα επίπεδα, γιατί με τον διάλογο, ξαναλέω, μπορούμε να λύσουμε τη διαφορά μας, μπορούμε να προλαμβάνουμε εντάσεις, μπορούμε να αποτρέψουμε ατυχήματα.

Πρέπει, λοιπόν, να τον επιδιώκουμε αυτόν τον διάλογο. Αλλά ένα διάλογο με σαφές και δεδομένο πλαίσιο, όχι ένα διάλογο περί παντός επιστητού.

Και ταυτόχρονα πρέπει να συνεχίσουμε να επικαιροποιούμε και να αναδιαμορφώνουμε όσες πτυχές της εθνικής μας στρατηγικής απαιτούν οι σύγχρονες συνθήκες.

Ο σχεδιασμός μας έχει τέσσερις βασικούς άξονες:

Πρώτος άξονας, επικαιροποίηση της πολιτικής εθνικής ασφάλειας. Σας είπα και πριν, το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία δεν ήταν απλώς προειδοποίηση απέναντι σε κάθε εφησυχασμό, απέναντι στον συβαριτισμό των κοινωνιών της Δύσης.

Έφερε στο προσκήνιο τις νέες προκλήσεις ασφάλειας και επιβάλλεται αυτά τα διδάγματα να μελετηθούν και εφόσον κριθεί σκόπιμο να ενσωματωθούν στην δική μας εθνική στρατηγική.

Επιβάλλεται οι διαρκώς μεταβαλλόμενες προκλήσεις ασφάλειας να επανεξετάζονται, να επικαιροποιούνται, από τα εργαλειοποιούμενα μεταναστευτικά ρεύματα έως τις κυβερνοαπειλές, από την κλιματική αλλαγή μέχρι το οργανωμένο έγκλημα. Πρέπει να έχουμε ανοιχτούς τους ορίζοντές μας και να αντιλαμβανόμαστε τις αλλαγές.

Η αξιοποίηση των διεθνών ερεισμάτων που απέκτησε η χώρα με την εξωτερική πολιτική των τελευταίων τεσσάρων ετών δημιουργεί μεγάλες δυνατότητες.

Υπάρχει μακρύς κατάλογος χωρών που αντιλαμβάνονται με παρόμοιο τρόπο με την πατρίδα μας ,τη διεθνή πραγματικότητα και τις προκλήσεις των καιρών.

Η διαμόρφωση νέων εξοπλιστικών προγραμμάτων με τα πιο προηγμένα και αποτελεσματικά οπλικά συστήματα βοηθά την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων.

Επίσης πρέπει να δούμε την αναδιαμόρφωση της δομής, του τρόπου διοίκησης, της εκπαίδευσης των Ενόπλων Δυνάμεων ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν υβριδικές μεθόδους πολέμου και νέες απειλές.

Και επίσης να μπορούν να βοηθήσουν τη δράση της Πολιτικής Προστασίας, να βοηθήσουν τη διαχείριση κρίσεων, να ενισχύσουν τον κοινωνικό τους ρόλο.

Και θα ήθελα να αναφερθώ σε κάτι που θεωρώ ότι έχει κομβική σημασία για όλους, τη δυνατότητα της στρατιωτικής θητείας να χρησιμεύσει ως πλατφόρμα για την απόκτηση νέων πιστοποιημένων δεξιοτήτων, που να μπορούν να αξιοποιηθούν μετά στην πολιτική ζωή και να κεφαλαιοποιηθούν από την ελληνική κοινωνία.

Η στρατιωτική θητεία είναι η αυτονόητη προσφορά κάθε Έλληνα στην πατρίδα, αλλά επίσης μπορεί να καταστεί εξαιρετικά χρήσιμη περίοδος, χρησιμότατη περίοδος εκπαίδευσης και απόκτησης ειδικών δεξιοτήτων που θα βοηθήσουν μετά και την ζωή του ατόμου και την πρόοδο της κοινωνίας. Σε αυτό θα επανέλθω αναλυτικά σε ειδική συζήτηση.

Δεύτερος άξονας είναι η συνέχιση, η επιτάχυνση των εξοπλιστικών μας προγραμμάτων. Δεσμευόμαστε για την επάρκεια των προγραμμάτων να διασφαλίσουν ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις μας θα διαθέτουν τους υλικούς πόρους που απαιτούνται, βεβαίως όπως αυτοί οριοθετούνται από τις οικονομικές δυνατότητες της ελληνικής κοινωνίας.

Τα 24 Rafale, οι 3 + 1 Belhara, τα 83 F-16 που αναβαθμίζονται σε επίπεδο Viper, τα 19 προγράμματα προμηθειών, 11,5 δις ευρώ με πιο εμβληματικό αυτό της απόκτησης των + 20 F-35, τα πιο προηγμένα μαχητικά αεροσκάφη 5ης γενεάς στον πλανήτη, η αναβάθμιση των 57 μαχητικών F-16 block50. Όλα αυτά θα βελτιώσουν κατά πολύ τις δυνατότητές μας. Επίσης θα δούμε με προσοχή τα παλιά προγράμματα που για διάφορους λόγους αντιμετωπίζουν προβλήματα.

Τρίτος άξονας είναι η ενίσχυση της Εθνικής Αμυντικής Βιομηχανίας. Πρέπει να καταστεί κυρίες και κύριοι συνάδελφοι μοχλός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και πρέπει να υπάρξει σχεδιασμός αναβάθμισής της, όμως σε αυτό βεβαίως πρέπει να ληφθεί πρόνοια αντιμετώπισης των υπαρχουσών παθογενειών.

Εδώ είναι απαραίτητη και η στενή συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών. Νομίζω ότι η Αμυντική Βιομηχανία, στο ύψος των περιστάσεων, θα τονώσει την καινοτομία, την έρευνα, τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Μπορούμε εδώ να εκμεταλλευτούμε συνεργασίες με ευρωπαϊκές βιομηχανίες. Να αξιοποιήσουμε υπάρχουσες ευρωπαϊκές πηγές χρηματοδότησης, να ενισχύσουμε συνεργασία μεταξύ Πανεπιστημίων και Ενόπλων Δυνάμεων, να καλλιεργήσουμε επιτέλους μια νέα κουλτούρα καινοτομίας.

Ίσως δε, και να δούμε έναν ορίζοντα αύξησης των αμυντικών μας εξαγωγών.

Τέταρτο, ιδιαιτέρως σημαντικό. Αναβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης του προσωπικού μας, του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων.

Το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων αποτελεί το βασικό πυλώνα ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεών μας. Επιτελούν το καθήκον τους με υψηλό αίσθημα ευθύνης και αυταπάρνησης, με υλικές αντιπαροχές από την πολιτεία που νομίζω, συμφωνούμε όλοι, δεν ανταποκρίνονται στο ύψος της αποστολής τους.

Αποτελεί προτεραιότητα για εμάς η βελτίωση λοιπόν των συνθηκών διαβίωσης του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων και των οικογενειών τους.

Η αξιοποίηση της υπάρχουσας τεράστιας, ανεκμετάλλευτης περιουσίας των Ενόπλων Δυνάμεων μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά προς αυτόν τον στόχο. Μπορεί να δημιουργήσει σημαντικές ευκαιρίες για την εύρεση στέγης για το προσωπικό σε κάθε σημείο της Ελλάδας και μάλιστα σε απομακρυσμένες περιοχές, αλλά και σε περιοχές νησιωτικές ιδίως, όπου το κόστος διαμονής είναι δυσβάσταχτο για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων.

Πρέπει το προσωπικό να είναι απαλλαγμένο από τα διάφορα καθημερινά προβλήματα για να είναι προσηλωμένο στην αποστολή του. Και θα ήθελα να σας παρακαλέσω όλους, από όλες τις πτέρυγες, για τη βοήθεια και τη συνεργασία σας προς αυτή την κατεύθυνση.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα τελευταία 4 χρόνια η Κυβέρνηση Μητσοτάκη πιστεύω ότι έχει κάνει την Ελλάδα έναν υπολογίσιμο και αξιόπιστο παράγοντα.

Έχει αναδείξει την Ελλάδα σε μια χώρα σύγχρονη, φιλόδοξη, με αυτοπεποίθηση. Ανεξάρτητη, ισχυρή, με έντονα διευρυμένες συμμαχίες που ισχυροποίησαν τη θέση της διεθνώς.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κατά το μερίδιο της ευθύνης που μου αναλογεί θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω ότι θα κάνω ό,τι είναι δυνατόν, με τη βοήθεια όλων, για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να οδηγούμε τη χώρα με ασφάλεια, με σιγουριά, με αυτοπεποίθηση, με αξιοπρέπεια, τις προκλήσεις που διαγράφονται στον ώριμο πια 21ο αιώνα.

Σας ευχαριστώ πολύ».

 

Παρέμβαση Υπουργού Εθνικής Άμυνας Ν. Δένδια κατά τη συζήτηση των Προγραμματικών Δηλώσεων της Κυβέρνησης στη Βουλή

Κατά την παρέμβασή του επίσης, επί ζητημάτων που έθεσαν Κοινοβουλευτικοί Εκπρόσωποι Κομμάτων της Αντιπολίτευσης, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, επισήμανε:

«Κατ’ αρχάς, το θέμα της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας που έθεσε ο αγαπητός συνάδελφος κ. Κατρίνης και η κ. Τζάκρη, πράγματι είναι ένα σημαντικό θέμα. Γνωρίζετε και τις παθογένειες του ευρύτερου κλάδου και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν προγράμματα.

Νομίζω ότι αυτό που μπορούμε να κάνουμε και σε αυτό μπορούμε να βρούμε ταυτόσημες απόψεις, είναι να καταλήξουμε στο πώς μπορούμε να την αναπτύξουμε στον αιώνα της καινοτομίας.

Και αυτό δεν γίνεται με αντεγκλήσεις μέσα στην αίθουσα. Χρειάζεται μια φρέσκια αντιμετώπιση που πρώτα θα αντιμετωπίσει υπάρχουσες παθογένειες. Νομίζω ότι αυτό τέθηκε στην ομιλία μου.

Και επίσης δεν λέω κάτι καινούργιο σε αυτή την αίθουσα. Είμαι πάντα ανοιχτός σε καινούργιες ιδέες, είμαι πάντα ανοιχτός σε κριτική, είμαι πάντα ανοιχτός να ενημερώσω με ανοιχτή, με κλειστή την πόρτα, εξαρτάται από το θέμα, τους συναδέλφους και τα κόμματα για οτιδήποτε αφορά και την Εθνική Άμυνα, όπως παλιότερα και την Εξωτερική Πολιτική.

Στο θέμα που ο κ. συνάδελφος (της Πλεύσης Ελευθερίας) είχε την καλοσύνη να θέσει για την «αντίφαση» μεταξύ του εξοπλισμού της χώρας και της προσπάθειας επίλυσης της διαφοράς μας με διάλογο, νομίζω η απάντηση είναι πρόδηλη.

Κατ’ αρχάς αντιμετωπίσαμε και μέχρι πριν από λίγους μήνες τα πιο δύσκολα χρόνια που έχουμε αντιμετωπίσει ποτέ στις σχέσεις μας με την γειτονική Τουρκία. Και μάλιστα μετά από μια κρίση 10 ετών που δεν επέτρεπε στην Ελλάδα να ακολουθήσει εξοπλιστικά προγράμματα που ήδη εξελίσσοντο στη γειτονική Τουρκία.

Ήταν απόλυτη ανάγκη και παραμένει απόλυτη ανάγκη ο επανεξοπλισμός των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτό είναι η απαραίτητη συνθήκη και της ειρηνικής επίλυσης της διαφοράς κατά την άποψη της Κυβέρνησης και νομίζω και της συντριπτικής πλειοψηφίας και του κοινοβουλίου και της ελληνικής κοινωνίας.

Ως προς τον επαγγελματικό Στρατό και την προβολή της Μεγάλης Βρετανίας ως υποδείγματος, έχω μεγάλο σεβασμό για τον βρετανικό στρατό και την ιστορία του. Θέλω να θυμίσω, όμως, πρώτον, ότι η Μεγάλη Βρετανία είναι νησί, δεύτερον ότι δεν έχει απειλή συνόρων από οιονδήποτε αντίπαλο. Τρίτον, ότι κάθε φορά που αντιμετώπισε μεγάλη απειλή όπως παραδείγματος χάρη στους δυο προηγούμενους Παγκοσμίους Πολέμους, εφάρμοσε καθολική στράτευση των πολιτών της. Και επίσης στο απώτερο παρελθόν, αν σας ενδιαφέρει η Ιστορία και βρείτε χρόνο και ασχοληθείτε με τους παλαιότερους πολέμους της (επί ναπολεόντειων πολέμων κλπ.), χρησιμοποιούσε είτε μισθοφορικούς στρατούς των τότε γερμανικών κρατιδίων για να κάνουν τη δουλειά της ή χρησιμοποιούσε άλλες δυνάμεις στην Ευρώπη.

Όταν όμως αποφάσισε ο αγγλικός στρατός να περάσει το στενό της Μάγχης, τότε αυτός που πάτησε το έδαφος της ηπειρωτικής Ευρώπης ήταν ο Βρετανός πολίτης, όχι ο επαγγελματίας στρατιώτης.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζονται επαγγελματίες και για αυτό υπάρχει μια ισορροπία στην ελληνικό στρατό. Σε λίγες μέρες θα έρθει εδώ μια φρέσκια ρύθμιση για τους νέους ΕΠΟΠ και θα μπορούμε να την συζητήσουμε.

Πιστεύω, ξαναλέω, ότι χρειάζεται ένα μείγμα. Πιστεύω πάρα πολύ στη θητεία, πιστεύω πάρα πολύ στην κοινωνική προσφορά και πιστεύω πάρα πολύ στη χρήση της θητείας ως χρόνου απόκτησης εξαιρετικών δεξιοτήτων.

Υπάρχουν παραδείγματα, το Ισραήλ είναι ένα γνωστό σε όλους. Υπάρχουν και άλλα σημαντικά παραδείγματα που ο χρόνος της θητείας είναι στην πραγματικότητα χρόνος και προσφοράς και εκπαίδευσης σε μια κοινωνία που αλλάζει γρήγορα, σε μια οικονομία που αλλάζει γρήγορα και που χρειάζονται νέες δεξιότητες, τις οποίες σύγχρονες Ένοπλες Δυνάμεις μπορούν να παράσχουν στους στρατευμένους νέους.

Αλλά και για αυτό θα πρέπει να κάνουμε μια ευρεία συζήτηση και θα την κάνουμε.

Επίσης, δεν έχω πλέον την αρμοδιότητα της εξωτερικής πολιτικής. Εδώ είναι ο Υπουργός των Εξωτερικών για να σας απαντήσει, αλλά νομίζω, αν μου επιτρέπετε να υπερασπίσω το παρελθόν μου, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι μία Κυβέρνηση η οποία υπέγραψε γύρω στις 270 συμφωνίες οι οποίες κατατέθηκαν στην Εθνική Αντιπροσωπεία και ίσως ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος, δεν μπορείς να την κατηγορήσεις για μυστική διπλωματία. Είναι όλα επί των κειμένων.

Όσον αφορά την Ουκρανία, νομίζω ότι εκεί η ελληνική Κυβέρνηση από την αρχή – και νομίζω και η ελληνική κοινωνία – έχει πάρει μία σαφή θέση και ξέρετε, δεν είναι πολιτική επιλογή.

Δεν υπήρξε επιλογή. Η Ελλάδα δεν είχε επιλογή. Όταν οι δύο πλευρές του νομίσματος είναι από τη μία πλευρά η εισβολή και η κατάλυση της εδαφικής ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας μίας χώρες, οποιαδήποτε χώρας, και από την άλλη το Διεθνές Δίκαιο, η Ελλάδα ποια θέση μπορεί να πάρει;

Είναι ποτέ δυνατόν η Ελλάδα να είναι με την πλευρά εισβολέα; Είναι ποτέ δυνατόν η Ελλάδα να τηρήσει ίσες αποστάσεις όταν αντιμετωπίζει ακριβώς τις ίδιες υπαρξιακές απειλές, ακριβώς τις ίδιες;

Εάν εμείς δεν τραβήξουμε την κόκκινη γραμμή της ανεξαρτησίας των χωρών, των κρατών, των συνόρων του καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, ποιος θα το κάνει;

Για εμάς η καθαρή θέση μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είναι υπαρξιακή συνθήκη, δεν είναι πολιτική επιλογή.

Όσον αφορά την Κύπρο, εάν θυμάμαι καλά τα σημεία ομιλίας μου στη Μεγαλόνησο προχθές, όπου πήγα μάλιστα την ημέρα προγραμματικών δηλώσεων του Πρωθυπουργού της χώρας και πήγα ακριβώς για να τηρήσω το «έθιμο», ότι το πρώτο ταξίδι του Υπουργού Εθνικής Άμυνας είναι στην Κύπρο – γιατί δεν υπήρχε άλλη ημερομηνία μέχρι το Βίλνιους και δεν ήθελα να πάω σε χώρα στο εξωτερικό πριν να έχω πάει στη Μεγαλόνησο – είπα χαρακτηριστικά, η Ελλάδα δεν συζητά λύση δύο κρατών. Και δεν είπα κάτι καινούριο.

Δεν υπάρχει πολιτική δύναμη εδώ η οποία να εισηγείται να συζητήσουμε λύση δύο κρατών. Μετέφερα την εθνική, όχι την πολιτική θέση της Νέας Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης Μητσοτάκη. Την εθνική θέση της Ελληνικής Δημοκρατίας και νομίζω σε αυτό είμαστε όλοι σύμφωνοι.

Καταλήγω, με το ”Turkish Straits”, παρότι και αυτό είναι θέμα του Υπουργού Εξωτερικών. Νομίζω ότι η Ελλάδα σαφώς έχει δηλώσει την αντίθεση της κύριοι συνάδελφοι.

Δεν θέλω να σηκώσω τόνους τώρα, αλλά η θέση μας είναι σαφής και δηλωμένη η σχετική διαδικασία. Μπορείτε κάλλιστα να ενημερωθείτε. Ο κ. Γεραπετρίτης μπορεί να σας ενημερώσει μια χαρά για αυτό.

Και πάλι ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε για την ανοχή σας».