Μήνυμα στους δικαστές και τους εισαγγελείς πως η κυβέρνηση δεν αδιαφόρησε για αυτούς αλλά  με την εφαρμογή των νέων Κωδίκων θα αναδειχθεί ο ρόλος και θα ελαφρυνθεί το έργο τους, στέλνει ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχ. Καλογήρου, ενόψει της εφαρμογής από 1ης Ιουλίου των διατάξεων τόσο του Ποινικού Κώδικα όσο και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που ψηφίστηκαν ήδη από τη Βουλή.  

Σε συνέντευξή του στο dikastiko.gr ο κ. Καλογήρου ξεκαθαρίζει πως οι διατάξεις των νέων Κωδίκων ακολουθούν τα ευρωπαϊκά πρότυπα,  αναπροσαρμόζοντας τα πλαίσια ποινών σε μία ρεαλιστική  βάση, χωρίς διάθεση «ποινικού λαϊκισμού».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Πρόκειται για έναν εξορθολογισμό των ποινών  « μέσα σε ένα γενικό κοινωνικό κλίμα επιείκειας και ανθρωπισμού» που ήταν αίτημα ολόκληρου του νομικού κόσμου της χώρας εδώ και πολλά χρόνια αλλά, απαιτούσε, όπως τονίζει ο υπουργός Δικαιοσύνης, «πολιτικό θάρρος» η προώθηση τους.

Οι ποινές πλέον δεν θα εξαντλούν την αυστηρότητά τους στα …λόγια της δικαστικής απόφασης,  αλλά θα είναι πιο «ειλικρινείς», όπως διευκρινίζει ο κ. Καλογήρου.  «Εντέλει, το βασικό πρόβλημα που επιδρά στη στρατηγική κατεύθυνση της ποινικής δικαιοσύνης στη χώρα μας και επιλύεται με του νέους ποινικούς κώδικες, είναι ο «ποινικός λαϊκισμός», που κατέληξε να αποδώσει ως καρπούς την ανειλικρίνεια στις ποινές, δηλ. πολλές αυστηρές προβλέψεις εγκλημάτων με ταυτόχρονη επιεική έκτιση αυτών, μία αχρείαστη επέκταση της ποινικής καταστολής, που συνοδευόταν από ένταση στη δικονομική επιβάρυνση των δικαστηρίων, και τη δυσκολία εφαρμογής μέτρων αποφυγής του εγκλεισμού και εναλλακτικών ποινών-ίσως γιατί θεωρούνταν «λιγότερο ποινές»- που οδήγησε σε υπερπληθυσμό των φυλακών», σημειώνει ο κ. Καλογήρου.

Απαντώντας στη κριτική που δέχτηκαν σειρά διατάξεων του νέου Ποινικού Κώδικα, ο κ. Καλογήρου αναφέρει: «Θέλω να θυμίσω ότι ο δρακόντειος νόμος 1608/1950, «περί καταχραστών δημοσίου», στα 70 χρόνια ισχύος του δεν απέδωσε σχεδόν τίποτα, σε μια χώρα που η διαφθορά αναδείχθηκε σε σημαντικό παράγοντα κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Αυτό, επιβεβαιώνει ότι δεν είναι οι βαριές ποινές αυτές που μπορούν να αποτρέψουν το έγκλημα, αλλά οι ποινές για τις οποίες είναι στον ίδιο το δράστη τους βέβαιο ότι θα επιβληθούν και θα εκτιθούν, ακόμη και αν είναι ελαφρότερες. Δηλαδή, δεν αρκεί να απειλείς μια υπερβολικά βαριά ποινή που τελικά δεν επιβάλλεται ή επιβάλλεται και εκτελείται σε μικρό μέρος της, όσο η απειλή και επιβολή «ειλικρινών» ποινών». 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης