Άρθρο του Κώστα Λαπαβίτσα, βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, από το blog costaslapavitsas.
Πολύς λόγος γίνεται τις τελευταίες μέρες για το αν υπάρχει, ή όχι, σχέδιο που να μπορεί να οδηγήσει την Ελλάδα συντεταγμένα και με σχετική ασφάλεια εκτός της αποτυχημένης νομισματικής ένωσης που πλέον την πνίγει. Ευρύτατα ακούγεται η άποψη ότι τέτοιο σχέδιο δεν υπάρχει, άρα η μόνη λύση είναι το νέο μνημόνιο, ότι κι αν αυτό σημαίνει για τη χώρα και το λαό της.
Λυπάμαι που θα στενοχωρήσω του καλούς οπαδούς του μονόδρομου, αλλά αναλυτικός σχεδιασμός της εξόδου υπάρχει από καιρό. Η δημόσια κατάθεσή του είναι θέμα πολιτικό και θα γίνει όταν θα το επιλέξει η πλευρά που εδώ και χρόνια επιχειρηματολογεί υπέρ της εξόδου. Περιττό να ειπωθεί ότι η πλευρά αυτή – που βρίσκεται κυρίως μέσα στο Σύριζα – έχει πλήρως δικαιωθεί μετά τα τελευταία γεγονότα και την αποδοχή του τρίτου μνημονίου από την κυβέρνηση. Και η πλευρά αυτή με πρωτοβουλία της θέτει το θέμα σε δημόσια διαβούλευση.
Η δημόσια κατάθεση των προτάσεων για την έξοδο δεν θα γίνει όμως στον χρόνο που θα επιλέξουν τα ΜΜΕ και το λόμπι των ευρωμανών, που πλέον έχουν χάσει κάθε μέτρο στη δημόσια συζήτηση και από τη δαιμονοποίηση πέρασαν στην ασύστολη κατασυκοφάντηση κάθε αναφοράς και προσπάθειας συζήτησης για το εθνικό νόμισμα. Το θέμα της συντεταγμένης εξόδου από την καταστροφική και αποτυχημένη ΟΝΕ έχει πολύ μεγάλη σημασία για να γίνει έρμαιο πολιτικών και επικοινωνιακών παιχνιδιών και βορά των συστημικών ΜΜΕ.
Αυτό όμως που μπορεί και πρέπει να γίνει, μέσα στον ορυμαγδό υπερβολής, της διαστρέβλωσης και του καθαρού ψεύδους των τελευταίων ημερών, είναι μια σοβαρή συζήτηση για το τι ακριβώς μπορεί και πρέπει να είναι ένα «Σχέδιο Εξόδου».
Τι είναι το Σχέδιο Εξόδου;
Είναι με έναν τρόπο κατανοητό να νομίζει κανείς ότι μπορεί να υπάρξει λεπτομερής σχεδιασμός του κάθε βήματος που απαιτείται για την έξοδο από την ΟΝΕ, με οικονομετρική αποτίμηση των επιπτώσεων και ίσως με ποσοτική μέτρηση του κόστους και του οφέλους. Δυστυχώς όμως τέτοιο πράγμα δεν υπάρχει και ούτε μπορεί να υπάρξει. Η Σχέδιο Εξόδου, όπως και κάθε οικονομικό σχέδιο για δύσκολα και σύνθετα ζητήματα, δε μπορεί να είναι σαν μια συνταγή μαγειρικής που θα δίνει τις ακριβείς αναλογίες των συστατικών και οδηγίες εκτέλεσης για σίγουρη επιτυχία.
Η έξοδος από την ΟΝΕ είναι μια βαθιά δυναμική διαδικασία που θα αλλάξει όλα τα δεδομένα της οικονομίας. Συνεπώς, το μόνο που μπορεί να γίνει εκ των προτέρων είναι να εξακριβωθεί η λογική αλληλουχία των βημάτων που απαιτούνται για να γίνει με επιτυχία η μετάβαση, ώστε να διαμορφωθεί το πλαίσιο της απαραίτητης οικονομικής πολιτικής. Αυτό ακριβώς είναι το δύσκολο αναλυτικό πρόβλημα της «εξόδου από την ΟΝΕ» και όχι η ποσοτική μέτρηση των πιθανών επιπτώσεων της εξόδου. Στο τελευταίο συνήθως επιδίδονται με ενθουσιασμό οι εντεταλμένοι των τραπεζών, οι μετρήσεις των οποίων κατά κανόνα δεν έχουν καμία αξία.
Το πρόβλημα της εξόδου τη Ελλάδας από τη ΟΝΕ δεν έχει βέβαια προηγούμενο. Ακόμη και όταν εγκαταλείφθηκε ο Κανόνας του Χρυσού στις αρχές του 20ου αιώνα, τα αποφασιστικά βήματα είχαν γίνει από τις μεγάλες οικονομίες της εποχής. Υπάρχει όμως νομισματική και μακροοικονομική εμπειρία δεκαετιών, η οποία λέει ξεκάθαρα ότι μεγάλα νομισματικά γεγονότα, όπως η έξοδος από την ΟΝΕ, οδηγούν σε σύντομη κρίση που την ακολουθεί ταχεία ανάκαμψη. Το βάθος της κρίσης εξαρτάται από το βαθμό και το είδος της προετοιμασίας της χώρας πριν από την αλλαγή.
Είναι ενδιαφέρον ότι ακόμη και οι μελέτες που κατά καιρούς κάνουν οι τράπεζες και άλλοι διαπρύσιοι φίλοι του ευρώ, συγκλίνουν στο σημείο αυτό: τα βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα της εξόδου θα είναι δύσκολα, αλλά μεσομακροπρόθεσμα η έξοδος είναι ο προτιμότερος τρόπος για να βγει η χώρα μας από την παγίδα στην οποία βρίσκεται. Περιττό να ειπωθεί ότι η βραχυπρόθεσμη δυσκολία δεν δικαιολογεί επ’ ουδενί την αναβολή λήψης της απόφασης της εξόδου που θα έχει θετικά μεσομακροπρόθεσμα αποτελέσματα.
Η λύση του προβλήματος της εξόδου, ο πυρήνας του πολυσυζητημένου «Σχεδίου Εξόδου», είναι η λογική σύζευξη και στοιχειοθέτηση των απαραίτητων βημάτων ώστε η έξοδος να είναι συντεταγμένη και με σχετική ασφάλεια. Γίνεται έτσι προφανές, ότι το Σχέδιο αυτό θα περιλαμβάνει πολιτικές αποφάσεις και κινήσεις – θα είναι μια βαθύτατα πολιτική διαδικασία και όχι απλώς ένα τεχνικό οικονομικό κείμενο.
Από τη στιγμή που το πρόβλημα της εξόδου ως πολιτική και τεχνική διαδικασία θα έχει λυθεί, αυτό που θα πρέπει να γίνει είναι η περαιτέρω επεξεργασία και η λεπτομερής εμβάθυνση των διαφόρων πλευρών του, ώστε να μετατραπεί σε εφαρμόσιμη κυβερνητική πολιτική. Για παράδειγμα, θα πρέπει να γίνει λεπτομερής ανάλυση των αλλαγών στις τράπεζες, της συναλλαγματικής ισοτιμίας, της φορολογίας, κλπ.
Τη στιγμή αυτή ο πυρήνας του Σχεδίου, ο πλοηγός της εξόδου, υπάρχει. Είναι αποτέλεσμα πολύμηνης συνεργασίας μου με τους διεθνούς εμβέλειας οικονομολόγους, Χάινερ Φλάσμπεκ και Ζακ Σαπίρ και με ομάδα άλλων οικονομολόγων κύρους που μας πλαισίωσαν. Αυτό που απομένει να γίνει είναι η λεπτομερής επεξεργασία των επιμέρους πλευρών του όπως αναφέρθηκε παραπάνω, πράγμα που απαιτεί πολιτική βούληση και ομάδες εργασίας. Αυτό είναι και το κύριο ζητούμενο για την κυβέρνηση Σύριζα τους επόμενους μήνες, καθώς το τρίτο μνημόνιο θα οδεύει προς την αποτυχία, κάτι που διεθνώς εκτιμάται ως η πλέον πιθανή εξέλιξη.
Η έξοδος από την ΟΝΕ απαραίτητο βήμα για τη ριζική αλλαγή της χώρας
Πρέπει να τονιστεί ότι η έξοδος από την ΟΝΕ δεν αποτελεί από μόνη της λύση στα προβλήματα της Ελλάδας. Είναι ένα δύσκολο βήμα που επιβάλλεται στην Ελλάδα από την αδιαλλαξία των μελών της ΟΝΕ και την ιστορική αποτυχία της νομισματικής ένωσης. Αντιμέτωπη με το τρίτο μνημόνιο που θα είναι καταστροφικό και στην πράξη θα αποδειχθεί μη εφαρμόσιμο, η Ελλάδα έχει μόνο την επιλογή της εξόδου και της αλλαγής πορείας. Η έξοδος μπορεί να είναι το πρώτο βήμα για πολιτικές που μειώνουν την ανεργία, αυξάνουν το εισόδημα και βάζουν τη χώρα σε δρόμο ανάπτυξης με κοινωνική δικαιοσύνη.
Η έξοδος από την ΟΝΕ είναι οπωσδήποτε ένας δρόμος που εμπεριέχει μετωπική σύγκρουση με ισχυρότατα εγχώρια και ξένα συμφέροντα, αλλά αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο προσφέρει στην Ελλάδα μια μοναδική ευκαιρία να αλλάξει τη κοινωνική της δομή προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Εάν η διαχείριση της εξόδου γίνει με τρόπο επιτυχή και εξασφαλίζοντας τη στήριξη μιας ισχυρής πλειοψηφίας, μπορεί να αποτελέσει μια ιστορική ευκαιρία για να μπει η Ελλάδα σε διαφορετική τροχιά εθνικής ανεξαρτησίας στις διεθνείς της σχέσεις.
Η δύσκολη αρχική περίοδος της εξόδου μπορεί να γίνει σημαντικά ευκολότερη, αν υπάρξει δημόσια αποφασιστικότητα και θέληση. Ο ελληνικός λαός πλέον συνειδητοποιεί ότι η προοπτική της παραμονής στην ΟΝΕ και της εφαρμογής του νέου μνημονίου θα φέρει τη μακροπρόθεσμη αποδυνάμωση της χώρας, με αύξηση των ανισοτήτων και των κοινωνικών εντάσεων, ενώ παράλληλα θα διατηρηθεί η τεράστια πίεση του χρέους, μετατρέποντας την Ελλάδα σε ασήμαντο παρία στη διεθνή σκηνή. Αν υπάρξει καθαρή και έντιμη πληροφόρηση, ο ελληνικός λαός έχει δείξει ότι μπορεί και θέλει να στηρίξει την προσπάθεια εξόδου.
Η ανάκαμψη που θα ακολουθήσει θα είναι η βάση για τη μεσοπρόθεσμη ανασυγκρότηση της χώρας. Η Ελλάδα θα πρέπει οπωσδήποτε να προχωρήσει σε βαθιά μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού και δικαστικού συστήματος, καθώς και σε αλλαγή των κανόνων της αγοράς και της λειτουργίας του κράτους. Πάνω απ’ όλα, η Ελλάδα χρειάζεται συστηματική αλλαγή του πλαισίου των επενδύσεων. Η μακρά ιστορική εμπειρία δείχνει ότι μια επίμονη επενδυτική προσπάθεια από πλευράς κάποιας χώρας βασίζεται πάντα στις εγχώριες δυνάμεις και δεν καθορίζεται από τις ξένες επενδύσεις. Τα επενδυτικά κεφάλαια που έρχονται από το εξωτερικό μπορούν να παίξουν στην καλύτερη περίπτωση έναν συμπληρωματικό ρόλο.
Για να υλοποιηθεί η μεσοπρόθεσμη επενδυτική τόνωση που χρειάζεται η Ελλάδα, θα πρέπει άμεσα να ισχυροποιηθεί το πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων. Θα πρέπει επίσης να αναδιαρθρωθούν οι αποτυχημένες ιδιωτικές τράπεζες, υπό δημόσιο έλεγχο με νέα αντίληψη διοίκηση, με στόχο τη στήριξη της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας. Η αναζωογόνηση των δημοσίων επενδύσεων και η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος σε δημόσια βάση θα μπορούσαν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για μια σταθερή ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων. Η Ελλάδα θα μπορούσε τότε να αποκτήσει μία νέα σχέση ανάμεσα στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.
Η έξοδος από την ΟΝΕ τελικά, είναι ένα βήμα στο δρόμο της κοινωνικής και οικονομικής μεταμόρφωσης της χώρας, αλλά είναι ένα ζωτικό και αναγκαίο βήμα. Μετά το τελευταίο μνημόνιο η Ελλάδα απλώς δεν έχει άλλες επιλογές, πράγμα που σταδιακά συνειδητοποιούν ολοένα και περισσότεροι οικονομολόγοι διεθνώς. Αν οι πολιτικές δυνάμεις που στηρίζουν αυτό το πρόγραμμα δράσουν αποφασιστικά, θα υπάρξει η λαϊκή στήριξη που είναι απαραίτητη για την επιτυχία. Οι επόμενες εβδομάδες και μήνες θα είναι κρίσιμοι.