«Ζούμε στον αστερισμό της προσωπικής ευθύνης, οι κυβερνητικές ευθύνες δεν υπάρχουν, υποκαθίστανται από τον αυτοθαυμασμό και την αυταρέσκεια. Οι πρόσφατες πυρκαγιές στην Πεντέλη, Δαδιά, Μυτιλήνη, Ηλεία και όχι μόνο, κατέδειξαν ότι για άλλη μια φορά, επαναλαμβάνονται τα ίδια λάθη στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών. Η κυβέρνηση παραμένει εμμονικά στη λογική της καταστολής, υπηρετώντας το δόγμα «Ας μη χάνονται ζωές και από εκεί και πέρα γαία πυρί μιχθήτω». Το ερώτημα που γεννάται είναι γιατί δεν μπορούμε παράλληλα με τον άνθρωπο, να προστατέψουμε την περιουσία του και το φυσικό μας περιβάλλον, χωρίς να αμφισβητείται η αξία της ζωής, ως πρώτιστο αγαθό. Γιατί τελικά δεν μπορούμε ακόμη να προστατέψουμε τους χιλιάδες αγρότες, κτηνοτρόφους, μελισσοκόμους, των οποίων οι ζωές καταστρέφονται, μέσα σε λίγες ώρες, χάνοντας το φυτικό ή ζωικό τους κεφάλαιο.
Μετά από τόσα επαναλαμβανόμενα λάθη, τα τελευταία χρόνια, η στρατηγική της καταστολής δεν υποκαταστάθηκε από τη στρατηγική της έγκαιρης και αποτελεσματικής πρόληψης δηλαδή, του περιορισμού των συνεπειών της φωτιάς, την πρώτη ώρα της εκδήλωσής της. Οι ενισχύσεις που δίνονται στους δήμους και στις οργανώσεις προστασίας των δασών, πολλές φορές έρχονται αργά, σε χρονικά όρια που δεν μπορούν να αξιοποιηθούν, όπως ομολογούν οι δήμαρχοι. Κατά τη διακυβέρνηση της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ , εφαρμοζόταν μια καλή πρακτική για την ενίσχυση των δήμων, σε θέματα πυροπροστασίας. Η κρατική μηχανή υλοποιούσε, σε συνεργασία με τον ΟΑΕΔ, ένα πρόγραμμα οκτάμηνων συμβάσεων για χιλιάδες ανέργους, οι οποίοι ήταν στη διάθεση των δήμων, από τον Ιανουάριο του κάθε έτους. Το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί καταργήθηκε αυτή η πρακτική, η οποία στην πράξη αποδείχτηκε ωφέλιμη, όπως υποστηρίζουν οι δήμαρχοι.
Πως μπορεί να χαμογελά ο Πρωθυπουργός, όταν η χώρα μας είναι πρώτη, στις χώρες της Μεσογείου, στην μέση καμένη έκταση ανά δασική πυρκαγιά, με βάση τα στοιχεία του EFFIS[1]. Κατά τη διάρκεια του 2021, χαρτογραφήθηκαν στην Ελλάδα 84 συμβάντα δασικών πυρκαγιών, τα οποία κατέκαψαν συνολική έκταση που ξεπερνά τα 1.300.000 στρέμματα, αριθμός που προσεγγίζει το άθροισμα των καμένων εκτάσεων της οκταετίας 2013-2020. Για το έτος 2022, τα δεδομένα για το πρώτο τρίμηνο, δείχνουν εκθετική αύξηση του αριθμού των δασικών πυρκαγιών, η οποία είναι της τάξης του 750 % σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2008-2021[2].
Η κυβέρνηση, για να κρύψει την ανικανότητά της, εφόσον δεν πρόλαβε την εξέλιξη και τις αναζωπυρώσεις των πυρκαγιών, οχυρώνεται πίσω από το αφήγημα «σώσαμε ζωές», το οποίο, και σαν χώρα, έχουμε κατακτήσει, καθώς, με την εφαρμογή του 112, επιβάλλεται πλέον, η έγκαιρη εκκένωση των απειλούμενων περιοχών από τους κατοίκους. Μένουμε εκεί ή παράλληλα με αυτό, με μια στρατηγική οργανωμένης πρόληψης, επικεντρωνόμαστε στοχευμένα στο να περιορίζουμε την έναρξη και τον περιορισμό κάθε φωτιάς, όταν μάλιστα έχουμε στην διάθεσή μας τεχνολογικά μέσα (drones, κάμερες παρακολούθησης κ.τ.λ.);
Επιτέλους, ας αποδείξουμε ως πολιτικό σύστημα, ότι δεν υποχωρούμε μπροστά στα λογής λογής συμφέροντα και ας επιλέξουμε, όχι μόνο τη λογική της καταστολής, αλλά και τη στρατηγική της πρόληψης, η οποία θα στηρίζεται στη δημιουργία δυναμικών τοπικών σεναρίων αντιμετώπισης του κινδύνου της πυρκαγιάς, όπου θα λαμβάνεται υπόψη, η γεωμορφολογία της κάθε περιοχής, ο τύπος της βλάστησης και η διεύθυνση των ανέμων που κυριαρχούν κατά τη θερινή περίοδο και δύναται να φέρουν την μεγαλύτερη καταστροφή σε ανθρώπινες ζωές και υποδομές. Με βάση την εκτίμηση του κινδύνου, να δημιουργηθούν προγράμματα εκπαίδευσης, τόσο εθελοντών, που μπορούν να προσφέρουν βοήθεια όσο και των ανθρώπων οι οποίοι μένουν μόνιμα στις περιοχές αυτές και έχουν την κατάλληλη ηλικία. Η ενίσχυση της τοπικής κοινωνίας με τη γνώση και ενημέρωση πάνω στα θέματα της επικινδυνότητας της περιοχής, αποτελεί το πρώτο και σημαντικότερο βήμα στη διαδικασία της πρόληψης. Η τοπική κοινωνία είναι αυτή, που αν αξιοποιηθεί καταρτιζόμενη σωστά, μαζί με την έγκαιρη παρέμβαση των μέσων, μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στον έλεγχο της πυρκαγιάς από την πρώτη ώρα της εκδήλωσής της».
Παναγιώτης Κουρουμπλής