Σφοδρή επίθεση εναντίον των δανειστών εξαπολύει μέσω μακροσκελούς ανακοίνωσής της η Κομμουνιστική Τάση του ΣΥΡΙΖΑ, υπογραμμίζοντας ότι με τη στάση τους «γκρέμισαν τις αυταπάτες για έναν έντιμο συμβιβασμό».
Παράλληλα, ασκεί δριμεία κριτική στην ηγεσία του κόμματος, κάνοντας λόγο για «ανεδαφικούς στόχους» και «παντελώς αβάσιμες προσδοκίες», προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση «έχει αυτοπαγιδευτεί σ’ έναν μονόδρομο ταπείνωσης και υποταγής».
Η ανακοίνωση της Κομμουνιστικής Τάσης:
Οι εκβιαστές έδειξαν τις προθέσεις τους, γκρεμίζοντας τις αυταπάτες για έναν “έντιμο συμβιβασμό”. Τι πρέπει να γίνει τώρα; Ποιο είναι το πρόγραμμα και η πολιτική που πρέπει να συνοδεύουν την αναπόφευκτη ρήξη;
Οι απαντήσεις της Κομμουνιστικής Τάσης.
Οι εξελίξεις της χθεσινής μέρας στις συνομιλίες μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών αποτελούν ένα καθοριστικό πολιτικό ορόσημο. Από κοινού οι εκβιαστές εκπρόσωποι των δανειστών απέρριψαν τις απαράδεκτες από τη σκοπιά των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού και ξένες προς τις προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ προτάσεις της κυβέρνησης για μια συμφωνία και αντιπρότειναν μια δέσμη μέτρων ανελέητης επίθεσης στο βιοτικό επίπεδο της ήδη εξαθλιωμένης από τα Μνημόνια κοινωνικής πλειονότητας, όπως η μείωση κύριων και επικουρικών συντάξεων, η κατάργηση του ΕΚΑΣ, η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, η τεράστια αύξηση του ΦΠΑ στο ρεύμα, τα φάρμακα και τα είδη διατροφής, η πλήρης ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ και των αεροδρομίων.
Από τη χθεσινή κοινή πρόταση των δανειστών προκύπτουν τα ακόλουθα πολιτικά συμπεράσματα:
1) Ο «έντιμος συμβιβασμός» και η «συμβατή με το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ συμφωνία» που οραματιζόταν η κυβέρνηση, η ηγετική ομάδα και που επίσης επικαλούταν εντελώς λαθεμένα στις δημόσιες τοποθετήσεις της και η ηγεσία της Αριστερής Πλατφόρμας, αποδείχτηκαν εντελώς ανεδαφικοί στόχοι. Οι εκβιαστές – δανειστές, όχι μόνο δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν την παραμικρή ουσιαστική παραχώρηση στην κυβέρνηση, αλλά απαρέγκλιτα δείχνουν ότι σκοπεύουν στην πολιτική ταπείνωση του ΣΥΡΙΖΑ, προς παραδειγματισμό της εργατικής τάξης και της Αριστεράς σε όλη την Ευρώπη.
Ακόμα και αν υποτεθεί ότι οι δανειστές θα κάνουν τις επόμενες μέρες υποχωρήσεις σε κάποια από τα μέτρα που πρότειναν χτες, το περισσότερο που θα μπορούσαν να ανεχτούν είναι μια τμηματική εφαρμογή αυτών των μέτρων, την αποδοχή δηλαδή από την κυβέρνηση μιας συμφωνίας «τμηματικής ταπείνωσης». Αυτό όμως δεν θα αποτελεί έναν έντιμο, αλλά έναν απόλυτα ανέντιμο και προδοτικό για τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού συμβιβασμό.
2) Οι εκβιαστές – δανειστές με τις χθεσινές αξιώσεις τους έστειλαν ένα ξεκάθαρο πολιτικό μήνυμα. Η λαϊκή εντολή για κατάργηση των Μνημονίων και της λιτότητας, στη βάση της οποίας εκλέχτηκε η κυβέρνηση στις 25 Γενάρη, δεν έχει καμία αξία και ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να υποταχθεί, να διασπαστεί και να αυτοκαταστραφεί, είτε αποδεχόμενος να εφαρμόσει ο ίδιος τα ανελέητα μέτρα, είτε συναινώντας στο σχηματισμό μιας νέας κυβέρνησης «εθνικής ενότητας», μαζί με όλα τα αστικά Μνημονιακά κόμματα.
3) Αποδείχτηκε ότι οι αυξημένες κυβερνητικές προσδοκίες για «διάσπαση του μετώπου των δανειστών» και για «καταλυτική» παρέμβαση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού για την επιβολή ενός «εντίμου συμβιβασμού» είναι παντελώς αβάσιμες. Οι χτεσινές ανελέητες αξιώσεις που διαβιβάστηκαν στην ελληνική κυβέρνηση ήταν το προϊόν μιας κοινής συμφωνίας που συνυπέγραψαν όλοι οι εκπρόσωποι των δανειστών και είχε την πλήρη έγκριση και των υποτιθέμενων «φιλελλήνων» της Κομισιόν, της γαλλικής και της αμερικάνικης κυβέρνησης.
4) Επιβεβαιώθηκε η εκτίμηση που έχουμε επανειλημμένα διατυπώσει, ότι παρά τη διάθεση από την πλευρά των δανειστών για αποφυγή της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, που θα επέφερε αστάθεια στην παγκόσμια οικονομία και όξυνση της οικονομικής αβεβαιότητας και του προβλήματος του χρέους στην Ευρωζώνη, το σενάριο αυτό τους φοβίζει λιγότερο συγκριτικά με τις πολιτικές (αλλά και οικονομικές) επιπτώσεις που θα μπορούσαν να έχουν οι παραχωρήσεις με μια κυβέρνηση που έχει κύριο εταίρο ένα αριστερό κόμμα και εκλέχτηκε με φιλολαϊκά συνθήματα.
5) Αποδείχτηκε πλήρως το πόσο αδιέξοδη και επιζήμια ήταν η πολιτική της «διαπραγμάτευσης» με την ταυτόχρονη, κανονική εξυπηρέτηση του ληστρικού χρέους και της επίμονης άρνησης της προετοιμασίας του λαού για την εφαρμογή ενός εναλλακτικού σχεδίου ρήξης. Μετά από 4 μήνες εφαρμογής αυτής της πολιτικής όχι μόνο δεν επιτεύχθηκε καμία πραγματική παραχώρηση από τους δανειστές, αλλά ήρθαν στο προσκήνιο ακόμα σκληρότερα μέτρα από εκείνα στα οποία προσανατολιζόταν η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου και το χειρότερο απ΄ όλα, αποδυναμώθηκε η θέση της κυβέρνησης στην αναπόφευκτη – στο βαθμό βέβαια που η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θέλει πραγματικά να αποφύγει την ταπείνωση και την μετατροπή της σε δήμιο του λαού – προοπτική της ρήξης.
Έχοντας ήδη καταβάλει 7,5 περίπου δις ευρώ στους δανειστές από την έναρξη της θητείας της, η κυβέρνηση έχει στερήσει τη χώρα από ζωτικά χρηματικά αποθέματα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σαν ασπίδα για τις βασικές ανάγκες του λαού κατά την πρώτη, δύσκολη περίοδο μιας ρήξης με τους δανειστές. Με την πολιτική της αυτή, η κυβέρνηση έχει κάνει τη ρήξη να φαίνεται σαν μια καταστροφική περιπέτεια στα μάτια του λαού και έχει αυτοπαγιδευτεί σ’ έναν μονόδρομο ταπείνωσης και υποταγής. Αυτά είναι τα ολέθρια αποτελέσματα της σοσιαλδημοκρατικής τύφλωσης της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, με βασικό γνώρισμα την πίστη στις ανύπαρκτες δυνατότητες συμφιλίωσης των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού και των καπιταλιστών δυναστών του.
Τι πρέπει να γίνει τώρα; Τι είδους ρήξη χρειαζόμαστε;
Στο βαθμό που η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ειλικρινά δεν επιθυμεί να μετατραπεί σε εκφραστή και τοποτηρητή των συμφερόντων των δανειστών και των συμμάχων τους Ελλήνων καπιταλιστών και να γίνει ο δήμιος του εργαζόμενου λαού, τσακίζοντας το βιοτικό του επίπεδο και καταστρέφοντας ένα μαζικό αριστερό κόμμα που διακήρυξε ότι ιδρύθηκε για να υπηρετεί τα συμφέροντά του, οφείλει να αποδεχθεί ότι δεν υπάρχει πλέον άλλη επιλογή από τη ρήξη. Η συνέχιση της επιδίωξης μιας «λιγότερο ταπεινωτικής» συμφωνίας και η σκανδαλώδης – μετά και από όλα όσα έγιναν χτες – διαφαινόμενη πρόθεση κανονικής πληρωμής των επόμενων δόσεων στο ΔΝΤ, δημιουργούν ηττοπάθεια στους κόλπους των μαζών, πλήττουν θανάσιμα το κύρος και την επιρροή που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ στις τάξεις τους και μπορεί να οδηγήσει μόνο στην πλήρη υποταγή και συνθηκολόγηση.
Η Κομμουνιστική Τάση από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής της εξηγεί υπομονετικά ότι η ρήξη με τους εκβιαστές – δανειστές δεν είναι ούτε μια «ιδεολογική εμμονή», ούτε ένα εναλλακτικό «plan B» σε περίπτωση «ανάγκης», αλλά ένας στοιχειώδης όρος επιβίωσης για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Η άμεση στάση πληρωμών και η διαγραφή του ληστρικού χρέους που δημιούργησαν οι σπατάλες, ο παρασιτισμός και η διαφθορά του ελληνικού καπιταλισμού και γιγάντωσε η διεθνής καπιταλιστική κρίση, αποτελεί προϋπόθεση για να ασκηθεί μια πολιτική στήριξης του βιοτικού επιπέδου του εργαζόμενου λαού, συμβατής με το προεκλογικό πρόγραμμα και τις δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως για να μπορέσει η ρήξη με τους δανειστές να ανοίξει δρόμο για την αποφασιστική και σταθερή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του εργαζόμενου λαού θα πρέπει να συνοδεύεται από τη ρήξη με την οικονομική και πολιτική εξουσία του κεφαλαίου, θα πρέπει δηλαδή να συνδυάζεται με την εφαρμογή ενός αντικαπιταλιστικού, σοσιαλιστικού προγράμματος. Η αιτία γι΄αυτό δεν είναι κι εδώ μια κομμουνιστική «ιδεολογική εμμονή», αλλά η ίδια η ανάγκη για την εξασφάλιση της επιβίωσης των εξαθλιωμένων εργατικών – λαϊκών μαζών από τον πόλεμο που θα κηρύξουν εναντίον του αμέσως μετά την ανυπακοή και την άρνηση εξυπηρέτησης του χρέους οι δανειστές και οι καπιταλιστές σύμμαχοί τους στη χώρα.
Στο πλαίσιο της εφαρμογής ενός τέτοιου αναγκαίου προγράμματος το τραπεζικό σύστημα θα πρέπει να κοινωνικοποιηθεί, δηλαδή να ενοποιηθεί σε μια 100% κρατική τράπεζα που θα λειτουργεί με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο, για να προστατευθούν οι καταθέσεις των μικρομεσαίων αποταμιευτών και να εξασφαλιστεί η μετατροπή των τραπεζών από πεδίο παρασιτικής κερδοσκοπίας και εκβιασμού του λαού σε εργαλείο χρηματοδότησης και σχεδιασμού μιας κοινωνικά επωφελούς οικονομικής ανάπτυξης.
Οι 500 μεγαλύτερες εταιρείες στη βιομηχανία, τις κατασκευές, τις υπηρεσίες και το εμπόριο, μαζί με το σύνολο των μεταφορών, των συγκοινωνιών και του ορυκτού πλούτου, θα πρέπει επίσης να κοινωνικοποιηθούν, μαζί με τη μεγάλη ιδιοκτησία γης και την Εκκλησιαστική και Μοναστηριακή περιουσία, για να τεθούν στο πλαίσιο ενός κεντρικού και δημοκρατικά ελεγχόμενου από τις οργανώσεις της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων οικονομικού πλάνου, που θα επενδύει στη δημιουργία χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας και θα προμηθεύει την κυβέρνηση με τους αναγκαίους πόρους για τη χρηματοδότηση της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου του εργαζόμενου λαού.
Η κοινωνικοποίηση των 500 μεγαλυτέρων εταιρειών της χώρας, που σύμφωνα με τα στοιχεία της πρόσφατης έκθεσης της εταιρείας «ICAP» αύξησαν το ενεργητικό τους μέσα στην πενταετία της κρίσης, είναι ιδιαίτερα ζωτικής σημασίας για την οικονομική αντοχή κατά την πρώτη φάση της ρήξης με τους δανειστές όπου θα εμφανιστούν αναπόφευκτα δυσκολίες στις εισαγωγές αναγκαίων αγαθών. Μόνο αν αφαιρεθεί η οικονομική εξουσία από τα παράσιτα του μεγάλου κεφαλαίου μπορεί να ασκηθεί μια φιλολαϊκή πολιτική «δίκαιης αναδιανομής» του πλούτου.
Για να βρεθούν οι αναγκαίοι πόροι ώστε να αντέξει και να ανακουφιστεί ο λαός χρειάζεται επίσης μιας σειρά συμπληρωματικών ριζοσπαστικών μέτρων ενάντια στο κεφαλαίο και τον πλούτο, όπως η επιβολή γενικευμένου εργατικού ελέγχου στις επιχειρήσεις που θα αποκαλύψει τις περιπτώσεις φοροδιαφυγής, η βαριά φορολόγηση των μεγάλων καταθέσεων και περιουσιών, η εισαγωγή ενιαίων αμοιβών για όλους τους κρατικούς υπαλλήλους και αξιωματούχους με ανώτατο όριο το μισθό ενός ειδικευμένου βιομηχανικού εργάτη και ο εξονυχιστικός έλεγχος των δαπανών του κρατικού μηχανισμού από εκλεγμένες επιτροπές των μαζικών εργατικών και λαϊκών οργανώσεων.
Για να αντιμετωπιστούν οι απόπειρες υπονόμευσης και ανατροπής της κυβέρνησης που θα εφαρμόσει αυτή την πολιτική, απαιτείται η ριζική επανίδρυση στρατού και σωμάτων ασφαλείας, με την κατάργηση κάθε αυταρχικού και αδιαφανούς μηχανισμού που λειτουργεί στους κόλπους τους, με τον δημοκρατικό έλεγχο και τη διεύθυνση των μαζικών εργατικών και λαϊκών οργανώσεων. Ζήτημα αποφασιστικής σημασίας επίσης, είναι η κοινωνικοποίηση – απελευθέρωση των ΜΜΕ από τον έλεγχο της καπιταλιστικής ολιγαρχίας και η απόδοσή τους για ελεύθερη χρήση στις ενώσεις και τις οργανώσεις των εργαζόμενων πολιτών.
Στοιχειώδης και αυτονόητη προϋπόθεση για την εφαρμογή αυτής της πολιτικής σοσιαλιστικής ρήξης είναι η κατάργηση με το συντομότερο δυνατό τρόπο των Μνημονίων και όλων των εφαρμοστικών τους νόμων, η έξοδος από την Ευρωζώνη με την αναγκαστική υιοθέτηση ενός νέου εθνικού νομίσματος, η έξοδος από την ΕΕ που θεμελιώνεται σε απαγορευτικούς για κάθε αντικαπιταλιστικό και σοσιαλιστικό εγχείρημα μηχανισμούς, Συνθήκες και συμφωνίες, αλλά και η αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, που αποτελεί διαχρονικά τον στρατιωτικό εκφραστή των συμφερόντων του δυτικού ιμπεριαλισμού, με τον οποίο ο εργαζόμενος λαός θα βρίσκεται σε ρήξη.
Αν η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει ότι είναι μια πραγματικά αριστερή και ριζοσπαστική ηγεσία και επιθυμεί ειλικρινά να συμβάλει στην υπεράσπιση του λαού από τους ατέλειωτους εκβιασμούς και τις ταπεινώσεις των δανειστών, πρέπει να υιοθετήσει την πολιτική αυτού του είδους της ρήξης και να ζητήσει από τους εργαζόμενους στην Ελλάδα και την Ευρώπη να κινητοποιηθούν ενεργά για να την υποστηρίξουν, προβαίνοντας άμεσα σε ειδικά δημόσια διαγγέλματα και εκκλήσεις, αλλά και διοργανώνοντας ειδικές πανευρωπαϊκές συναντήσεις και συνδιασκέψεις για την υπεράσπιση της Ελλάδας της σοσιαλιστικής ρήξης και την πανευρωπαϊκή επικράτηση του σοσιαλισμού.
Η ηγεσία πρέπει να καταλάβει ότι ήρθε η ώρα τα καθησυχαστικά λόγια, τις ευχές, την ωραιοποίηση της κατάστασης και τη διπλωματία να διαδεχθεί μια επαναστατική, σοσιαλιστική πολιτική, αλλιώς θα έχει πλήρως την ευθύνη για τη συντριβή του βιοτικού επιπέδου του εργαζόμενου λαού, την ταπείνωση και τη διάλυση του κόμματος. Η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα αντιλαμβάνονται πλήρως αυτές τις ώρες τα μαθήματα της πραγματικότητας. Εάν δουν μια αποφασισμένη ηγεσία, που θα υπερασπίζει ένα σχέδιο ρήξης για τη βελτίωση της ζωής τους θα κινητοποιηθούν μαζικά και ενεργά για να πάρουν στα δικά τους χέρια την υπόθεση της σύγκρουσης με τους εκβιαστές δανειστές και την «τρόικα εσωτερικού».
Η πρώτη πολιτική επιλογή για την πραγματοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου ρήξης πρέπει να είναι το σπάσιμο της συμμαχίας με τους ΑΝΕΛ, το δημαγωγικό αυτό και εθνικιστικό κομματίδιο του κεφαλαίου και η έκκληση για κυβερνητική συμμαχία και κοινοβουλευτική στήριξη στον μόνο φυσικό, ταξικά και πολιτικά, σύμμαχο του ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ. Αν η ηγεσία του ΚΚΕ αρνηθεί ακόμα και μια ψήφο ανοχής σε μια πολιτική σοσιαλιστικής ρήξης από μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, τότε η προσφυγή σε εκλογές με σημαία το πρόγραμμα της σοσιαλιστικής ρήξης είναι μονόδρομος. Όμως μια προσφυγή σε εκλογές με τη σημερινή θολή, σοσιαλδημοκρατική και γεμάτη αυταπάτες για τον καπιταλισμό και τους «έντιμους συμβιβασμούς» με τους δανειστές πολιτική της ηγεσίας, στην πράξη θα αποτελεί πράξη πολιτικής φυγομαχίας και ένα πιθανό μέσο για την νομιμοποίηση ενός επερχόμενου ταπεινωτικού συμβιβασμού με μια νωπή λαϊκή εντολή.
Η ηγετική ομάδα και συνολικά η ηγετική πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ, έχει έμπρακτα αποδείξει ότι είναι πολιτικά απρόθυμη να μπει στον αναγκαίο πολιτικό δρόμο της ρήξης με τους εκβιαστές – δανειστές και την «τρόικα εσωτερικού». Έτσι η ηγεσία της Αριστερής Πλατφόρμας, συνεπικουρούμενη από ηγετικές φυσιογνωμίες του κόμματος όπως η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ο Μανώλης Γλέζος, η Σοφία Σακοράφα, ο Γ. Μηλιός κ.α που έχουν εναντιωθεί ήδη στην ταπεινωτική συμφωνία της 20ης Φλεβάρη και έχουν διαφωνήσει με τη συμβιβαστική πολιτική της ηγετικής ομάδας, έχουν σήμερα χρέος να ηγηθούν στην πολιτική εκστρατεία για την αναγκαία ρήξη.
Η βάση του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εκφράσει άμεσα τη δημοκρατική της θέληση μέσα από ένα έκτακτο συνέδριο που θα εμπλέξει ενεργά στη συζήτηση της εναλλακτικής πολιτικής της ρήξης χιλιάδες πρωτοπόρα στοιχεία του εργατικού κινήματος, της νεολαίας και της Αριστεράς, τα οποία μέχρι τώρα διστάζουν να οργανωθούν στο κόμμα, για να επιβληθεί η αναγκαία αριστερή, σοσιαλιστική στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, μετά από μια περίοδο επιζήμιας κυριαρχίας των σοσιαλδημοκρατικών αυταπατών.
Η Κομμουνιστική Τάση θα δώσει με όλες τις δυνάμεις της τον αγώνα για την επικράτηση της αναγκαίας πολιτικής σοσιαλιστική ρήξης. Άλλωστε είναι η μόνη Τάση που υπερασπίζει ένα ολοκληρωμένο πολιτικό σχέδιο σοσιαλιστικής ρήξης και έχει καθιερωθεί στις συνειδήσεις των καλύτερων αγωνιστών της αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ σαν η συνεπής φωνή του επαναστατικού μαρξισμού μέσα στο κόμμα, της μόνης ρεαλιστικής πολιτικής για την έξοδο του εργαζόμενου λαού από το τούνελ της εξαθλίωσης των Μνημονίων. Είναι ζωτικό ζήτημα στις παρούσες κρίσιμες πολιτικά συνθήκες η συνεπής φωνή της Κομμουνιστικής Τάσης να δυναμώσει και να φτάσει σε κάθε γωνιά της χώρας, σε κάθε ΟΜ του ΣΥΡΙΖΑ και της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ, σε κάθε εργατικό χώρο, σε κάθε γειτονιά. Όταν οι ηγεσίες αποδεικνύονται κατώτερες των περιστάσεων τότε ο ρόλος των απλών αγωνιστών γίνεται καθοριστικός.
Σύντροφοι και συναγωνιστές που συμφωνείτε με την αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής ρήξης και θέλετε να παλέψετε οργανωμένα γι’ αυτήν, έχετε στη διάθεσή σας γι’ αυτό τον αγώνα ένα σημαντικό πολιτικό όπλο. Είναι η Κομμουνιστική Τάση του ΣΥΡΙΖΑ!