Σήμα κινδύνου για το γρήγορο κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης, έστειλε ο συντονιστής του γραφείου του Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Παναγιώτης Λιαργκόβας, ενημερώνοντας την αρμόδια επιτροπή επί των τριμηνιαίων εκθέσεων, που συνέταξε το γραφείο του για το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου 2017 – Ιουνίου 2017.
«Η τρίτη αξιολόγηση πρέπει να κλείσει γρήγορα, ει δυνατόν μέχρι τα τέλη του Οκτωβρίου. Έχει ήδη καθυστέρηση. Αν πάει μέχρι το τέλος του έτους θα πρέπει να γίνει αναθεώρηση του σχεδιασμού. Αν πάει μετά τον Δεκέμβριο, όχι απλά θα χτυπάνε καμπανάκια, αλλά θα υπάρχει εκτροπή. Η κόκκινη γραμμή είναι τέλος Δεκεμβρίου», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Λιαργκόβας.
Παράλληλα επεσήμανε ότι «αν πάνε όλα καλά, τον Αύγουστο του 2018 η χώρα θα βγει από τα μνημόνια», σημειώνοντας ωστόσο ότι «αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι θα μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε, γιατί θα πρέπει να τηρούνται οι κανόνες που έχουν θεσπιστεί από το 2012».
«Το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης και η έγκαιρη υλοποίηση του προγράμματος, θα δημιουργήσουν πράγματι ένα σταθερό περιβάλλον για να μπορέσει η χώρα να απορροφήσει τα 18 δισ. ευρώ και να δημιουργήσει ένα κεφαλαιακό μαξιλάρι και καθαρή έξοδο της στις αγορές», επεσήμανε και πρόσθεσε:
«Πέρα από το θέμα του χρόνου, σημαντική είναι και η βούληση της κυβέρνησης να υιοθετήσει την ιδιοκτησία του μνημονίου. Δέσμευση που αναφέρεται ρητά και στη δεύτερη αξιολόγηση. μαζί με την υλοποίηση ένα προς ένα, των 118 μέτρων».
«Δημοσιονομική σταθερότητα, ώστε η πίεση των τόκων να μην οδηγήσει σε φαύλο κύκλο, διασφάλιση της οικονομίας με την προώθηση των μεταρρυθμίσεων, επίτευξη κοινωνικής σταθερότητας και κοινωνικής συνοχής, και η πολιτική σταθερότητα, με όσο γίνεται μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση των κομμάτων, είναι βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της χώρας», ανέφερε ο κ. Λιαργκόβας. Υποστήριξε δε, ότι «οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, δημιουργούν εστίες αβεβαιότητας», προσθέτοντας ότι «χρειάζεται ρήξη με το κακό ιστορικό της χώρας».
Ταυτόχρονα, ο κ. Λιαργκόβας τόνισε την ανάγκη η Ελλάδα να είναι παρούσα στις διαδικασίες και στην συζήτηση που έχει ανοίξει, για το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης.
Όπως σημείωσε, «από τις προτάσεις και τα κείμενα που κατατίθενται, όπως αυτά του Γάλλου Προέδρου, Εμανουέλ Μακρόν και της Γερμανίδας καγκελάριου, Άγγελα Μέρκελ, φαίνεται ότι η νέα αρχιτεκτονική για το ευρωπαϊκό μέλλον θα προσπαθήσει να θεραπεύσει τις ασυμμετρίες, τις αδυναμίες και τις αστοχίες του υπάρχοντος πλαισίου, που όλοι αναγνωρίζουν ότι υπάρχουν».
«Η χώρα πρέπει να είναι στη βάρκα της ευρωζώνης όταν αυτό το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο θα έχει μεγαλύτερη αλληλεγγύη. Το νέο οικονομικό πλαίσιο θα μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε πολλά προβλήματα και θα υπάρχει επιμερισμός κινδύνων – κάτι που δεν υπήρχε», τόνισε.
Ακόμα, ο κ. Λιαργκόβας υπογράμμισε ότι σε όλες τις συμφωνίες των μνημονίων μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και θεσμών, τέθηκαν οι ευρύτεροι στόχοι, αλλά τα μέσα για την επίτευξη τους είναι στη δικαιοδοσία των εθνικών αρχών.
Στη συνέχεια, χαρακτήρισε «ανέφικτο» να πιαστεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος, ενώ έκανε λόγο «για υπερβολικά πλεονάσματα που λειτουργούν τοξικά για μια κοινωνία».
«Αν δει κανείς και τα τρία μνημόνια που έχουν υπογραφεί, είναι υψηλά τα πρωτογενή πλεονάσματα και δεν πιάνονται εύκολα», σημείωσε.
Όπως είπε, το να πιάσει η χώρα ρυθμούς ανάπτυξης 1,8%, το 2017, είναι φιλόδοξος στόχος, καθώς για να επιτευχθεί, θα πρέπει μέχρι το τέλος του έτους να υπάρξουνε ρυθμοί ανάπτυξης 3% κατά μέσο όρο.
«Μπορεί για μια χρονιά να είναι εύκολος στόχος ή για δύο χρόνια, όμως δεν είναι για πολύ. Άρα η Πολιτεία, η κυβέρνηση, πρέπει να δουν ότι είναι πρόβλημα και να φροντίσουν να τα κάνουν πιο ήπια για να περισσέψουν περισσότεροι πόροι για ανάπτυξη», συμπλήρωσε.
Ο Συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, επεσήμανε ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στη φορολογική επιβάρυνση συνολικά, σημειώνοντας ότι, «και σε πολιτικό και σε ακαδημαϊκό επίπεδο, κανείς δεν λέει να μειωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις αλλά ότι πρέπει να γίνει συζήτηση για τη μείωση της σπατάλης και να εξοικονομηθούν πόροι».
Ο κ. Λιαργκόβας έδωσε έμφαση στην αντιμετώπιση των χρόνιων παθογενειών και των προβλημάτων, όπως «η γραφειοκρατία και η αδυναμία στους θεσμούς», προσθέτοντας ότι, «τα τελευταία χρόνια ευτυχώς έχουν θωρακιστεί θεσμικά, τόσο η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων όσο και η ΕΛΣΤΑΤ».
«Αυτές είναι δύο φωτεινές εξαιρέσεις που έδειξαν ότι μπορούμε να θωρακίσουμε ανεξάρτητες αρχές, ώστε και να λειτουργούν αποτελεσματικά και να προστατεύουν τους αδύναμους», τόνισε.
Έμφαση έδωσε ο κ. Λιαργκόβας και στον περιορισμό της γραφειοκρατίας, «μιας ακόμα μεγάλης παθογένειας της χώρας», τονίζοντας ότι όταν υπάρχει μια επένδυση, οι αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες θα πρέπει σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα να δίνουν τη γνωμοδότηση τους.
«Έτσι ένας επενδυτής θα είναι πιο πρόθυμος να επενδύσει. Όσο καθυστερούμε τόσο απαξιώνονται τα επενδυτικά σχέδια» επισήμανε.
Ο κ. Λιαργκόβας χαρακτήρισε επίσης ως «διαχρονική αδυναμία της πολιτικής το πρόγραμμα επενδύσεων», υπό την έννοια ότι «όλες οι κυβερνήσεις βρίσκουν την εύκολη λύση στο να κόψουν δυστυχώς κονδύλια και να περιορίσουν αυτό το επενδυτικό εργαλείο της χώρας». Μίλησε ακόμα «για μακροχρόνια αδυναμία της πολιτικής να είναι θαρραλέα στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων», οι οποίες «μπορεί κάποιες να ψηφίζονται, αλλά δεν προχωρούν».
«Επανέρχεται το θέμα των κλειστών επαγγελμάτων. Για παράδειγμα τα ταξί. Πολλά από αυτά τα είχαμε από το πρώτο μνημόνιο και επανέρχονται με το τρίτο. Πρέπει να είμαστε πιο θαρραλέοι για το καλό της χώρας και να μην υποκύπτουμε στις πιέσεις επιμέρους συμφερόντων», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Η οριστική έξοδος από τα μνημόνια, δεν θα σημάνει και το τέλος της επιτροπείας. Σίγουρα θα υπάρχει μεγαλύτερη ευχέρεια στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής, αλλά θα υπάρχει πολυμερής εποπτεία των θεσμών και των αγορών που θα αξιολογούν τη χώρα, με απρόβλεπτο και αδυσώπητο τρόπο», κατέληξε ο κ. Λιαργκόβας.