Παρέμβαση στη συζήτηση της Επιτροπής Αναφορών (PETI) του Ευρωκοινοβουλίου στις Βρυξέλλες σχετικά με την αναφορά του «Συλλόγου Πληγέντων του δυστυχήματος των Τεμπών» πραγματοποίησε η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ.

Ο ευρωβουλευτής του κόμματος Λευτέρης Νικολάου – Αλαβάνος εξέφρασε τη στήριξή του στις οικογένειες των θυμάτων ζητώντας να μείνει ανοιχτή η αναφορά προς παρακολούθηση και απαίτησε «να μην υπάρξει καμία συγκάλυψη στο έγκλημα, ώστε να αποδοθούν οι πολιτικές και ποινικές ευθύνες».

Μετά τη συζήτηση στη συνεδρίαση της Επιτροπής η αναφορά έμεινε ανοιχτή και παραπέμφθηκε στις αρμόδιες Επιτροπές του Ευρωκοινοβουλίου.

Ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ ανέφερε, σύμφωνα με σχετική ενημέρωση, τα εξής στην ομιλία του:

«κ. Καρυστιανού, κ. Ασλανίδη,

Θέλουμε να ευχαριστήσουμε την Μαρία Καρυστιανού, και όλους τους συγγενείς των θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών για αυτήν την πρωτοβουλία, και να εκφράσουμε την στήριξή μας για την προώθηση της αναφοράς και τον αγώνα τους να λάμψει η αλήθεια. Πάνδημη απαίτηση του ελληνικού λαού και της νεολαίας, όπως διατράνωσαν στις εκατοντάδες κινητοποιήσεις και στην πανελλαδική απεργία στις 28 Φεβρουαρίου, είναι η πλήρης διαλεύκανση του εγκλήματος, η απόδοση των πολιτικών και κυρίως των ποινικών ευθυνών στους υπαίτιους – υπουργούς, βουλευτές, στελέχη της περιφερειακής διοίκησης, της εταιρείας. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να βρουν δικαίωση όσοι έχασαν τους ανθρώπους τους.

Οι ευρωβουλευτές του ΚΚΕ, αναδείξαμε την τραγωδία των Τεμπών: με ομιλίες στην ολομέλεια, συνέντευξη τύπου στο Στρασβούργο με συνδικαλιστές σιδηροδρομικούς που είχαν έγκαιρα χτυπήσει καμπανάκι για τις τραγικές ελλείψεις μέτρων ασφαλείας. Παρόλα αυτά είναι ενδεικτικό και καθόλου τυχαίο ότι μετά από έναν ολόκληρο χρόνο είναι η πρώτη συνεδρίαση του Ευρωκοινοβουλίου έστω και σε Επιτροπή, για το προδιαγεγραμμένο έγκλημα στα Τέμπη και την κατάσταση των σιδηροδρόμων στην Ελλάδα και την ΕΕ.

Η ελληνική κυβέρνηση στοχεύει στην συγκάλυψη. Στην Εξεταστική Επιτροπή της Ελληνικής Βουλής υιοθέτησε το αφήγημα του “ανθρώπινου λάθους”. Δεν έχει δώσει καμία πειστική απάντηση στα ερωτήματα που έθεσε η αναφέρουσα, και είναι στα χείλη όλων μας.

Συνάγεται από την εξεταστική επιτροπή ότι ο αυτουργός είναι η στρατηγική της απελευθέρωσης, του κομματιάσματος, της υποστελέχωσης του σιδηρόδρομου, που δημιουργεί της συνθήκες για τέτοια λάθη. Αυτή η ευρωενωσιακή στρατηγική έχει ως αποτέλεσμα μόλις το 7% του πλήρους δικτύου και το 14% του κυρίως δικτύου των σιδηροδρόμων να καλύπτεται από το ολοκληρωμένο σύστημα ασφαλείας ERTMS, και σε όλη την ΕΕ να συμβαίνουν, μεγαλύτερα και μικρότερα, ατυχήματα, περιμένοντας τα επόμενα “Τέμπη”…

Βασικοί ένοχοι είναι οι κυβερνήσεις και οι υπουργοί που την υλοποίησαν, όπως σημειώνει και η αναφορά, αποδίδοντας ευθύνες στον υπουργό της ΝΔ, Καραμανλή, του ΣΥΡΙΖΑ, Σπίρτζη. Δεν είναι τυχαίο ότι τα περί “ανθρωπίνου λάθους”, ρουσφετιού κα, είχαν υιοθετήσει και ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ σε δημόσιες τοποθετήσεις τους.

Αυτή την εγκληματική στρατηγική για τους σιδηρόδρομους βγάζουν λάδι οι εκθέσεις του Ευρωκοινοβουλίου, που το ΚΚΕ καταψήφισε. Γιατί συνεχώς αναβάλλουν την δέσμευση των ομίλων για τοποθέτηση των απαραίτητων σύγχρονων συστημάτων ασφαλείας στο ευρωπαϊκό δίκτυο εξαιτίας του κόστους σε βάρος των κερδών τους.

Η αναφορά αυτή ασκεί πίεση κόντρα στη συγκάλυψη, για το περιεχόμενο της εμπορικής αμαξοστοιχίας, την έκρηξη που σκότωσε δεκάδες από τα θύματα, για το μπάζωμα του τόπου του εγκλήματος. Απαιτεί να ληφθούν υπόψη όλα τα στοιχεία, τη στιγμή που οι δικογραφίες για τον πρώην υπουργό Καραμανλή, τον περιφερειάρχη Θεσσαλίας Αγοραστό, έχουν φτάσει στη Βουλή κι η κυβέρνηση άρον άρον έκλεισε την εξεταστική επιτροπή, ενώ η Ευρωεισαγγελεία διερευνά όχι το έγκλημα αλλά την οικονομική διαχείριση μιας από τις 4 συμβάσεις.

Η αναφορά είναι κρίσιμο να μείνει ανοιχτή προς παρακολούθηση. Να παραπεμφθεί αμέσως στην Επιτροπή Μεταφορών και στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών του Ευρωκοινοβουλίου, με αίτημα να διοργανωθεί συζήτηση για τα Τέμπη. Να κοινοποιηθεί στην Ελληνική Κυβέρνηση, εκφράζοντας τη θέση της Επιτροπής Αναφορών για πλήρη διαλεύκανση και απόδοση όλων των ευθυνών που προκύπτουν, ποινικών και πολιτικών».