Ο κύκλος μιας οκταετούς περιπέτειας που ξεκίνησε εκείνο το πρωί από το Καστελόριζο ολοκληρώθηκε με μια Ελλάδα και την κοινωνία της να έχουν ανέβει έναν απίστευτο Γολγοθά, καταθέτοντας ένα τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό τίμημα.
Η χώρα πέρασε από συμπληγάδες και η περιπέτεια άφησε πολλές πληγές, εκ των οποίων αρκετές είναι ακόμα ανοικτές. Όμως, τα κατάφερε να μείνει όρθια, για να μπορεί να ελπίζει ότι η δύσκολη πορεία που αρχίζει από σήμερα μπορεί να έχει ένα αποτέλεσμα ικανοποιητικόΑυτός ο κύκλος ανοίγει την πόρτα σε έναν δεύτερο κύκλο, αυτόν της προσπάθειας ανακατάταξης και αναδιαμόρφωσης της χώρας. Το αποτέλεσμα του Eurogroup της Πέμπτης ήταν θετικό. Πολύ περισσότερο θετικό από ό,τι θα περίμεναν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές, δηλαδή η κυβέρνηση και ο ΥΠΟΙΚ Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Η χώρα πέρασε από συμπληγάδες και η περιπέτεια άφησε πολλές πληγές, εκ των οποίων αρκετές είναι ακόμα ανοικτές.
Όμως, τα κατάφερε να μείνει όρθια, για να μπορεί να ελπίζει ότι η δύσκολη πορεία που αρχίζει από σήμερα μπορεί να έχει ένα αποτέλεσμα ικανοποιητικό όχι μόνο για αυτούς που πάλεψαν για να επιβιώσουν και να διατηρήσουν την αξιοπρέπειά τους, δηλαδή τους πολίτες και τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας, αλλά και για τους άλλους, τους εκατοντάδες χιλιάδες νέους Έλληνες οι οποίοι προσπάθησαν να βρουν μια καλύτερη τύχη εκτός των τειχών εγκαταλείποντας τη χώρα. Οι δυσκολίες, βεβαίως, δεν τελείωσαν. Τα προβλήματα της ανάπτυξης και της ανάκαμψης είναι δύσκολα στοιχήματα. Ωστόσο, η αρχή έγινε και η απόφαση του Λουξεμβούργου σε συνάρτηση με μια χρηστή διοίκηση μπορεί να εγγυηθεί την τροχοδρόμηση του «ελληνικού τρένου» στις ράγες για μια καλύτερη προοπτική. Πρέπει κάποιος να είναι προσεκτικός και επιφυλακτικός.
Όμως, αυτήν την ώρα του πολιτικού απολογισμού ουδείς θα μπορούσε να αγνοήσει ένα φαινόμενο που είναι αποκλειστικά «ελληνικό». Την ώρα των αποφάσεων και της ολοκλήρωσης αυτού του σκληρού οδοιπορικού από το 2010 έως σήμερα παρατηρήθηκε μια σουρεαλιστική εικόνα. Η αξιωματική αντιπολίτευση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά δυστυχώς και ένα κομμάτι της λεγόμενης ελληνικής Κεντροαριστεράς με επικεφαλής τη Φώφη Γεννηματά, όλον αυτόν τον καιρό προς την τελική συμφωνία με τους δανειστές κράτησαν μια στάση η οποία θα καταγραφεί στη σύγχρονη ιστορία του τόπου ως ένα φαινόμενο που θα διδάσκεται στις σχολές Πολιτικών Επιστημών για δεκαετίες.
Πρόκειται για τη συστηματική και μεθοδευμένη άρνηση της πραγματικότητας με μια πολιτική ρητορική, η οποία είχε ως μόνο σκοπό την υπονόμευση μιας συλλογικής προσπάθειας για να μπορέσει να βγει η χώρα τουλάχιστον από τον πρώτο κύκλο της -βάρβαρης είναι αλήθεια- προσαρμογής στα νέα οικονομικά δεδομένα. Και σ’ αυτό το παιχνίδι μετωπικής σύγκρουσης τα ΜΜΕ που πρόσκεινται στην αξιωματική αντιπολίτευση έπαιξαν έναν καθοριστικό ρόλο. Με σαρκασμό, με ειρωνεία, με μεθοδευμένα ψευδείς προσεγγίσεις, με απίστευτα υπονομευτικές εκτιμήσεις, προσπάθησαν να κτίσουν μια άλλη εικόνα.
Λειτούργησαν σε περιβάλλον εικονικής πραγματικότητας, αλλάζοντας τα νοήματα των λέξεων και παραφράζοντας αριθμούς και δεδομένα. Ακόμη και την τελευταία στιγμή, την ώρα της τελικής διαπραγμάτευσης, αναρτούσαν τίτλους και υπότιτλους επιχειρώντας να δημιουργήσουν ένα κλίμα πανικού. Γνώριζαν πολύ καλά και τους αριθμούς και τις λέξεις. Ήξεραν πολύ καλά τους συσχετισμούς και την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στην Ε.Ε.
Ήξεραν πως η Ευρώπη χρειάζεται λύσεις κι όχι προβλήματα. Είχαν πληροφορηθεί εγκαίρως το τι συμβαίνει στη γερμανική καγκελαρία ή στο Μέγαρο των Ηλυσίων του Μακρόν. Αυτά τα ΜΜΕ ήταν πλήρως ενημερωμένα για το πώς κινούνται τα νήματα στις Βρυξέλλες και κυρίως για τα τεράστια προβλήματα της Ευρώπης στις σχέσεις της με την Αμερική, με το έλλειμμα πολιτικής μεταρρύθμισης του ευρωπαϊκού τρένου, με το τεράστιο ζήτημα του προσφυγικού, με την άνοδο του εθνικολαϊκισμού στην καρδιά της Ε.Ε., με τη μεγάλη στροφή της Ιταλίας και την αχαρακτήριστη στάση των χωρών της ανατολικής Ευρώπης, των πιο πρόσφατων δηλαδή κρατών της ευρωπαϊκής οικογένειας.
Όλα αυτά τα ήξεραν, αλλά προτίμησαν μια άλλη διαδικασία. Αυτήν της συστηματικής ισοπέδωσης και αμφισβήτησης των πραγματικών δεδομένων, έτσι ώστε να στηθεί αργά αλλά σταθερά ένα περιβάλλον εικονικής πραγματικότητας. Βασικά σημεία αναφοράς σε αυτό το εκδοτικό – μιντιακό παιχνίδι διαμόρφωσης της κοινής γνώμης αποτέλεσαν δυστυχώς πολλά «μαγαζιά» κι ακόμη περισσότερα «μαγαζάκια» της εσωτερικής αγοράς των ΜΜΕ. Προσκυνώντας ή στηρίζοντας ή και ακόμη σε ρόλο χορηγού, πολύ συγκεκριμένες εφημερίδες και ηλεκτρονικά sites που διαδραματίζουν ρόλο στην εσωτερική αυτή αγορά, ανέλαβαν να παίξουν τον ρόλο του σταυροφόρου, προκειμένου ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η παρέα του να είναι σε θέση κάποια στιγμή να αναρριχηθούν στην εξουσία. Αυτό το παιχνίδι παίζεται μόνον με ανταλλάγματα. Η ιστορία θα καταγράψει ποια είναι ακριβώς τα ανταλλάγματα αυτά.
Εφημερίδες με ιστορία, όπως το «Βήμα» και τα «Νέα» του Βαγγέλη Μαρινάκη, το «Πρώτο Θέμα», έσυραν τον χορό αυτού του απίστευτου αποπροσανατολισμούΕφημερίδες με ιστορία, όπως το «Βήμα» και τα «Νέα» του Βαγγέλη Μαρινάκη, το «Πρώτο Θέμα», έσυραν τον χορό αυτού του απίστευτου αποπροσανατολισμού. Χρησιμοποίησαν όλα τα γνωστά τεχνάσματα. Την αντιστροφή της πραγματικότητας. Τη συστηματική υπονόμευση. Τη διακωμώδηση. Τον σαρκασμό. Δεν έχουν τέλος αυτά τα τεχνάσματα. Υπάρχουν από τότε που στήθηκε η πρώτη βιομηχανία ενημέρωσης με αμερικανικά στάνταρ. Το πρωτοσκέφθηκε ο γκουρού της σύγχρονης δημοσιογραφίας εντυπωσιασμού. Ο Πούλιτζερ. Για να σύρει την Αμερική σε έναν πόλεμο με την Ισπανία, εκεί στην Κούβα. Από τότε τίποτα δεν άλλαξε.
Ιστοσελίδες όπως το iefimerida.gr ή το protothema.gr ή το εξειδικευμένο capital.gr, εφημεριδούλες όπως ο «Φιλελεύθερος» και δεκάδες άλλα μικρότερα ή πολύ μικρά sites μπήκαν σε αυτήν τη διαδικασία, ελπίζοντας σε ένα «θαύμα». Πίστευαν ότι η συμφωνία του Λουξεμβούργου θα είναι καταστροφική. Έλα, όμως, που δεν ήταν…
Δεν υπάρχει η «Χώρα» για τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη και την κα Φώφη Γεννηματά; Υπάρχει μόνον ο αντίπαλος, δηλαδή ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος πάση θυσία θα πρέπει να καταρρεύσει, έτσι ώστε να ανέλθει στην εξουσία η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση συνεπικουρούμενη από τα πολιτικά «ρετάλια» του εναπομένοντος ΠΑΣΟΚ; Δεν υπάρχει αυτή η κοινωνία που πάλεψε οκτώ χρόνια καταθέτοντας το αίμα της, ώστε η Ελλάδα να μείνει όρθια; Δεν έπρεπε την Πέμπτη το μεσημέρι ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Φώφη Γεννηματά να βγουν από τις πολιτικές «φωλιές» τους και να δείξουν ότι συμπαρίστανται σε αυτήν την προσπάθεια να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή συμφωνία; Δεν κατάλαβαν ότι μια καλή συμφωνία είναι θετική και για το ίδιο το πολιτικό συμφέρον τους, αν πρόκειται αυτοί να κυβερνήσουν μετά τις επερχόμενες εκλογές;
Προτίμησαν να ενεργήσουν με τον ακριβώς αντίθετο τρόπο. Να αμφισβητήσουν ακόμη και την τελευταία στιγμή τους ίδιους τους αριθμούς. Να απομονωθούν από τους ίδιους τους δανειστές, που έστελναν απεγνωσμένα τους πρέσβεις τους στην Αθήνα, στο γραφείο του Κ. Μητσοτάκη για να τον συνεφέρουν. Κανείς εκεί στην Πειραιώς ή στο γραφείο της Φώφης Γεννηματά δεν κατάλαβε το τι συμβαίνει στην Ευρώπη αυτόν τον Ιούνιο του 2018;
Οι κυβερνήσεις έρχονται και παρέρχονται. Η Ελλάδα είναι αυτή που παραμένει. Και όπως έλεγε και ο ποιητής, αριστερός αυτός, δυστυχώς για πολλούς, «αυτήν την Ελλάδα μην την κλαις. Γιατί εκεί που πάει να ισοπεδωθεί, μπορεί και ξανασηκώνει κεφάλι και να πορεύεται στηριζόμενη ακόμη και σε μια μαγκούρα, μέχρι να γιάνει το τραύμα για να μπορέσει να περπατήσει κανονικά».

Η συμφωνία του Λουξεμβούργου ολοκληρώθηκε με την ελληνική κοινωνία να κερδίζει ένα πολύ αξιοπρεπές deal. Και είναι στο χέρι της πια να διαχειριστεί αυτήν τη συμφωνία με τον καλύτερο τρόπο, εάν μπορεί. Όμως, η αξιωματική αντιπολίτευση του Κ. Μητσοτάκη, το επιτελείο της Πειραιώς, οι άνθρωποι που βρίσκονται γύρω του δεν δείχνουν ικανοί να διαχειριστούν αυτό το δύσκολο και περιπετειώδες μέλλον. Είναι, όπως θα έλεγε ο ποιητής, «πολύ μικροί για κάτι τόσο μεγάλο». Ωστόσο, το σημαντικότερο για όλους εμάς δεν είναι τι θα κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Άδωνις Γεωργιάδης.

Είναι η ίδια η αξιοπρέπεια και ο αυτοσεβασμός της ελληνικής δημοσιογραφίας, η οποία τους τελευταίους δύο μήνες έχει πιάσει πάτο. Κάποτε με όλα τους τα ελαττώματα υπήρχαν «βράχοι» σε αυτήν την πιάτσα. Αν και αμφισβητούμενοι, ένας Λαμπράκης, ένας Τεγόπουλος, μια Βλάχου είχαν καταφέρει να κρατήσουν τη δημοσιογραφική πένα σε επίπεδο αξιοπρέπειας και θα το επαναλάβουμε, έστω κι εάν γινόμαστε κουραστικοί, δημοσιογραφικού αυτοσεβασμού. Η επέλαση των νέων εκδοτών και κυρίως η διαμόρφωση στα ελληνικά ΜΜΕ ενός ιδιότυπου θεσμικού υποκόσμου οδηγούν αυτήν την «πιάτσα» σε νέους δρόμους. Σε νέες συμπεριφορές. Στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος «Κολομβίας».
Αν ζούσε ο Γκαρθία Μάρκες, μπορεί και να ξαναέγραφε τα «100 Χρόνια Μοναξιά», αφήνοντας τη φαντασία του να κινηθεί στις υπόγειες διαδρομές που ακολουθεί ο νέος θεσμικός υπόκοσμος της βαλκανικής Ελλάδας σε συνάρτηση με τα ΜΜΕ και τους πολιτικούς οργανισμούς. Είναι ένα φαινόμενο το οποίο η ελληνική κοινωνία θα το πληρώσει ακέραια και με ένα μεγάλο τίμημα. Μόνη ελπίδα είναι η διαμόρφωση τέτοιων συσχετισμών εντός της κοινωνίας οι οποίοι θα είναι σε θέση να αντισταθούν σε αυτήν την κατηφόρα.