«Έμαθα πολλά κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μου και είμαι σίγουρος ότι μπορούμε να συνεργαστούμε πολύ στενά και να βοηθήσουμε τον ελληνικό λαό να βρει νέες δουλειές» δήλωσε ο αντιπρόεδρος της ΕΕ Γιούρκι Κατάινεν εξερχόμενος του Μεγάρου Μαξίμου μετά τη συνάντησή που είχε το μεσημέρι της Παρασκευής με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Ο κ. Κατάινεν δήλωσε πολύ ικανοποιημένος από την επίσκεψή του. Στη συνάντηση, τον κ. Κατάινεν συνόδευε και ο ευρωπαίος επίτροπος, Δημήτρης Αβραμόπουλος, ενώ συμμετείχε και ο υπουργός Οικονομίας, Γιώργος Σταθάκης.
Συναντήσεις με τους φορείς
Θετικά αποτιμά τα αποτελέσματα της διήμερης επίσκεψής του στην Αθήνα ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Γίρκι Κατάινεν, αναφορικά με τις ευκαιρίες που έχει η Ελλάδα στην αξιοποίηση της επενδυτικής πρωτοβουλίας, γνωστής ως «σχέδιο Γιούνκερ».
Ο κ. Κατάινεν ενημέρωσε την Παρασκευή τις κοινοβουλευτικές επιτροπές Ευρωπαϊκών, Οικονομικών Υποθέσεων και Παραγωγής και Εμπορίου, για το νέο επενδυτικό σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και την προώθηση επενδύσεων, ύψους 315 δισ. ευρώ, τα επόμενα τρία χρόνια.
Όπως υποστήριξε, κλείνοντας την ενημέρωση στους βουλευτές, κατά τη διάρκεια της διήμερης επίσκεψής του διαπιστώνει θετικές προοπτικές συνεργασίας και προώθησης επενδύσεων. «Υπάρχουν θετικά σημεία και ευκαιρίες σε αυτήν τη χώρα. Γνωρίζουμε ότι υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη ανάγκη για επένδυση στις κοινωνικές υποδομές, την ενέργεια και σε άλλους τομείς. Ας προσπαθήσουμε και ας βρούμε λύσεις» είπε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Αναφερόμενος, μεταξύ άλλων, στα έργα ΣΔΙΤ επισήμανε ότι μπορεί να παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο στην Ελλάδα και γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό ο ιδιωτικός τομέας να δει, όσο πιο γρήγορα μπορεί, ποια είναι τα projects στα οποία θέλει να συμμετάσχει και στη συνέχεια να έρθει σε επαφή με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων.
«Η ιδέα είναι με αυτό το ταμείο να κινητοποιηθεί το ιδιωτικό χρήμα, γιατί υπάρχει μεγάλη ρευστότητα στην Ευρώπη, αλλά λόγω φραγμών και αβεβαιότητας, η ρευστότητα αυτή δεν διοχετεύεται στην πραγματική οικονομία» τόνισε ο κ. Κατάινεν, σημειώνοντας ότι οι δημόσιοι πόροι πρέπει να αποτελέσουν ένα στοιχείο καταμερισμού του κινδύνου στις ιδιωτικές εταιρείες.
«Ενθαρρύνω την Ελλάδα να επεξεργαστεί τις ευκαιρίες που έχει για να λάβουν χρηματοδότηση οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μέσα από ιδιωτικά κονδύλια ή τράπεζες που χρησιμοποιούν πόρους μέσα από το Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων» ανέφερε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καλώντας, για τις περιπτώσεις συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, να έρθουν σε επαφή με το Ταμείο ώστε να υπάρξουν γρήγορα αποτελέσματα.
Συζητήσεις με τέσσερις ελληνικές τράπεζες
«Είχα πολύ καλές συζητήσεις με τον υπουργό και άλλες Αρχές, αλλά και με τους ιδιώτες εδώ στην Ελλάδα και έχω το αίσθημα ότι υπάρχουν θετικές ευκαιρίες για το πώς ο ελληνικός ιδιωτικός τομέας θα μπορούσε να ωφεληθεί απ’ αυτό το σχέδιο και να αρχίσει πάλι να επενδύει στην Ελλάδα και να δημιουργεί θέσεις εργασίας. Η τελευταία συνάντηση που είχα ήταν με τις τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες. Ήταν κρίσιμη, γιατί αν βρουν αυτές τρόπους να εφαρμόσουν το σχέδιο επενδύσεων που έχουμε θεσπίσει, πραγματικά, θα έχει μεγάλο αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία. Έχω, λοιπόν, το αίσθημα, ότι ακόμη και ο τραπεζικός τομέας έχει κάποιες καλές ιδέες και θα πρέπει να συνεργαστούμε μαζί του και αργότερα» πρόσθεσε.
«Νομίζω πως είναι εύκολο να επενδύσουμε άμεσες ξένες επενδύσεις προς την Ελλάδα» τόνισε ο κ. Κατάινεν, ενημερώνοντας τους Έλληνες βουλευτές και ευρωβουλευτές ότι ήδη έχουν έρθει σε επαφή μαζί του ξένοι επενδυτές που είναι έτοιμοι να επενδύσουν, αλλά θα πρέπει να πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητα των επενδύσεων. «Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να υποκαταστήσει την εθνική ευθύνη, στην ουσία, όταν μιλάμε για το επενδυτικό περιβάλλον» υπογράμμισε, σημειώνοντας, πάντως, ότι η κατάσταση στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί, καθώς το 2012 η Παγκόσμια Τράπεζα και ο δείκτης Doing Business έδειξαν ότι το επενδυτικό περιβάλλον βελτιώθηκε, αφού η χώρα από την 92η θέση βρέθηκε στην 61η. «Αλλά και στο μέλλον θα πρέπει να διασφαλίσετε πως αυτό το περιβάλλον θα είναι ευνοϊκό για τις επενδύσεις» συμπλήρωσε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.