Με τη συμμετοχή φορέων του ποντιακού ελληνισμού, και θεσμικών και πολιτειακών παραγόντων, η Ολομέλεια της Βουλής τίμησε σε Ειδική Συνεδρίαση, την Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Με τον νόμο 2193 του 1994 η Βουλή των Ελλήνων αναγνώρισε τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και καθιέρωσε τη 19η Μαΐου ως Ημέρα Μνήμης της. «Είναι μια απόφαση που θεωρούμε ότι αποτέλεσε έκφραση σεβασμού και τιμής στην οδύνη των θυμάτων, μια προσπάθεια να διατηρηθεί η ιστορική μνήμη, αλλά και ευκαιρία να κατανοηθεί καλύτερα η Ιστορία και ιδιαίτερα στις πιο σκοτεινές πτυχές της, κάτι που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση προκειμένου δραματικές εμπειρίες, όπως αυτή που σήμερα μνημονεύουμε, να παραμείνουν οριστικά στο παρελθόν», ανέφερε στην εισαγωγική του ομιλία ο Β΄Αντιπρόεδρος της Βουλής, Γιώργος Βαρεμένος.
«Δεν εργαλειοποιούμε σκοτεινές πτυχές της Ιστορίας για να εξάψουμε πάθη ή να ερεθίσουμε εκλογικά ακροατήρια, ούτε αθροίζουμε γενοκτονίες για να πυροδοτήσουμε ρατσιστικά ανακλαστικά, ιδιαίτερα σε μια Βουλή όπως αυτή που, κάτω από δύσκολες περιστάσεις, θα έπρεπε να μείνει αμόλυντη από αυτό το δηλητήριο. Λέμε όμως, ταυτόχρονα, ότι δεν βάζουμε κάτω από το χαλί της Ιστορίας το δράμα ενός ολόκληρου λαού. Βάση της συνεννόησης πρέπει να είναι η συμφιλίωση οποιουδήποτε με το ίδιο του το παρελθόν και η συνειδητοποίηση αυτού του παρελθόντος προκειμένου η ανθρωπότητα να μην γνωρίσει άλλες τέτοιες σκοτεινές σελίδες» τόνισε ο Β΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής. Στη συνεδρίαση τοποθετήθηκαν από την πλευρά της κυβέρνησης ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Κωνσταντίνος Γαβρόγλου, ο Υφυπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Αμανατίδης, καθώς και βουλευτές απ’ όλα τα πολιτικά κόμματα.
«Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αναγνώριση και μεγαλύτερος φόρος τιμής απέναντι στη μνήμη τραγικών συμβάντων του παρελθόντος από το να κατορθώσουμε να διακρίνουμε τις διαφορετικές μορφές που μπορεί να έχει η επανάληψή τους και βεβαίως να την αποτρέψουμε. Τότε μόνο θα έχει αποδοθεί ουσιαστική δικαιοσύνη στους νεκρούς της Γενοκτονίας», ανέφερε ο υπουργός Παιδείας Κωνσταντίνος Γαβρόγλου και πρόσθεσε ότι «αυτή, όμως, η δέσμευση να αποτραπούν παρόμοια γεγονότα, αυτή η προσπάθεια να κατανοήσουμε τους λόγους που οδήγησαν σε γενοκτονίες, εθνοκαθάρσεις, σφαγές και αποκλεισμούς, αυτή λοιπόν η δέσμευση να αποτραπούν αυτά τα γεγονότα αποτελεί μια κουλτούρα ενδυνάμωσης της ίδιας της δημοκρατίας, αποτελεί μια κουλτούρα απερίφραστης καταγγελίας του ρατσισμού. Γι’ αυτό και η καταγγελία της Γενοκτονίας των Ποντίων πρέπει να είναι συνώνυμη με τη δέσμευση στη δημοκρατία και τον αγώνα ενάντια σε κάθε είδους ρατσισμό, αλλιώς η καταγγελία αυτή αποτελεί μια κοινωνικά ανέντιμη στάση».
«Η 19η Μαΐου δίνει αφορμή, ιδιαίτερα σε εμάς τους Πόντιους, να ανασύρουμε μνήμες και να αναλογιστούμε το χρέος μας απέναντι στα θύματα της γενοκτονίας, τους συγγενείς μας και τους σύγχρονους Πόντιους. Οφείλουμε να γνωρίζουμε και να τιμούμε την ιστορία μας. Οφείλουμε να συνεχίσουμε ενωμένοι να δίνουμε τον αγώνα μας για την επιβίωση της ιστορικής μνήμης, απαλλαγμένοι όμως από αισθήματα προκατάληψης και μισαλλοδοξίας, απέναντι στους υπεύθυνους της γενοκτονίας», ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιάννης Αμανατίδης.
Στον ελληνισμό του Πόντου αναφέρθηκε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ιωάννης Θεοφύλακτος. «Από την ‘Αλωση της Τραπεζούντας το 1461 από τους Οθωμανούς και μετά δεν αλλοιώθηκε το φρόνημα και η ελληνική συνείδηση των Ποντίων και γρήγορα κυριάρχησαν στην οικονομική ζωή της περιοχής, ζώντας κυρίως στα αστικά κέντρα. Η οικονομική ανάκαμψη συνδυάστηκε με τη δημογραφική και πνευματική τους άνοδο. Το 1865 οι Έλληνες του Πόντου ανέρχονταν σε διακόσιες εξήντα πέντε χιλιάδες ψυχές, το 1880 σε τριακόσιες τριάντα χιλιάδες και στις αρχές του 20ού αιώνα υπερδιπλασιάστηκαν και άγγιζαν τις επτακόσιες χιλιάδες Ποντίους. Παράλληλη ήταν και η αύξηση των σχολείων. Το 1860 υπήρχαν εκατό σχολεία στον Πόντο, ενώ το 1919 υπολογίζονται σε χίλια τετρακόσια ένα, ανάμεσά τους και το περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Εκτός από σχολεία υπήρχαν πολλά τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες και θέατρα, που τόνιζαν το υψηλό τους πνευματικό επίπεδο και το οποίο από τις επόμενες γενιές Ποντίων ήρθε και εδώ στην Ελλάδα», ανέφερε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.
«Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, που πραγματοποιήθηκε από το κίνημα των Νεότουρκων και των Κεμαλικών, εκτιμάται ότι στοίχισε τη ζωή σε πάνω από τριακόσιες πενήντα χιλιάδες Έλληνες του Πόντου. Οι επιζώντες κατέβηκαν στον ‘Ανω Πόντο, στη Σοβιετική Ένωση, και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή στην Ελλάδα», ανέφερε ο βουλευτής της ΝΔ Ιωάννης Αντωνιάδης και πρόσθεσε ότι τα γεγονότα αυτά αναγνωρίζονται σήμερα ως Γενοκτονία από το ελληνικό κράτος, τη Γερμανία, την Κύπρο, την Αρμενία, τη Σουηδία, ορισμένες ομοσπονδιακές δημοκρατίες της Ρωσίας, οκτώ πολιτείες των ΗΠΑ, την Αυστραλία, την Αυστρία, την Ολλανδία, αλλά και από διεθνείς οργανισμούς, όπως η Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών. «Η Βουλή των Ελλήνων, μετά από εβδομήντα χρόνια σιωπής, μετά από εβδομήντα χρόνια λευκών σελίδων στην ιστορία μας και μετά από εβδομήντα χρόνια λυκοφιλίας με την Τουρκία, αναγνωρίζει επιτέλους τη γενοκτονία το 1994 και ψήφισε την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου», υπογράμμισε ο βουλευτής της ΝΔ.
«Είναι μέρα πένθους και μνήμης για τη γενοκτονία τουλάχιστον τριακοσίων πενήντα χιλιάδων Ελλήνων του Πόντου από το 1916 έως το 1923. Είναι μέρα που μας θυμίζει το δράμα των αδελφών μας Ποντίων, ένα δράμα που ζητάει δικαίωση εδώ και έναν ολόκληρο αιώνα», είπε ο βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Γιώργος Αρβανιτίδης και υπογράμμισε ότι η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου δεν είναι μόνο ένα απαράγραπτο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, «ήταν μια προσπάθεια να ξεριζωθούν βίαια οι σκέψεις, τα ήθη, τα έθιμα και οι παραδόσεις των προγόνων μας. Οι ιδέες, όμως, δεν πεθαίνουν. Η κουλτούρα, ο πολιτισμός και το παράδειγμα της ζωής των Ποντίων ζει ακόμα άσβεστο».
«Ο ποντιακός ελληνισμός, λοιπόν, έζησε στο πετσί του την προσφυγιά και έμαθε τι θα πει να μετακινείσαι σε εμπόλεμες ζώνες, τι θα πει εξαθλίωση, αρρώστιες, ρατσισμός. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας όλα αυτά τα χρόνια στηρίζει κάθε δίκαιη διεκδίκηση του οργανωμένου ποντιακού κινήματος, όπως και όλες τις διεκδικήσεις του λαού κόντρα στις επιλογές της Κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στεκόμαστε στο πλευρό των χιλιάδων ομογενών που ύστερα από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και την καπιταλιστική παλινόρθωση εγκαταστάθηκαν στην πατρίδα μας και συνεχίζουν μετά από τόσα χρόνια να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα αποκατάστασης. Θεωρούμε ότι πρέπει να αναδειχθεί και να στηριχθεί από το ελληνικό κράτος η πολιτιστική και πνευματική δραστηριότητα των Ποντίων όλων των γενεών. Η αξιοποίηση της ιστορικής μνήμης από τον λαό οφείλει να οδηγεί στην αποκάλυψη της εθνικιστικής ρητορικής, στην εξουδετέρωση του δηλητηρίου του εθνικιστικού μίσους», είπε ο βουλευτής του ΚΚΕ Ι. Δελής.
«Δεν μπορούμε να αρκεστούμε μόνο σε συγκινητικές περιγραφές όσο δεν έχουν δικαιωθεί όλοι αυτοί που βίωσαν τα τραγικά γεγονότα και όσο εμείς, οι απόγονοί τους, κάθε μέρα ακούμε τους γείτονες από απέναντι, από τα πιο επίσημα χείλη της ηγεσίας τους, να μας προκαλούν», είπε ο βουλευτής των ΑΝΕΛ Γιώργος Λαζαρίδης και πρόσθεσε ότι χρειάζεται να κρατήσουμε την ιστορική μνήμη όλης αυτής της τραγικής πορείας και « να είμαστε έτοιμοι ανά πάσα στιγμή για οποιαδήποτε πρόκληση δεχόμαστε ακόμα και σήμερα. Πρέπει να έχουμε ένα πλήρες ψύχραιμο σχέδιο αντιμετώπισης κάθε κακόβουλης ενέργειας εναντίον μας ως έθνους και ως κράτους, έτσι ώστε να ανταποκριθούμε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο».
«Είναι ευθύνη όλων μας να συνεχίσουν τα παιδιά μας να μαθαίνουν τι συνέβη κατά τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Είναι υποχρέωσή μας να μην ξεχάσουμε ποτέ σε ποιους αναφερόταν ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, όταν τον Αύγουστο του 1923 περηφανευόταν από το βήμα της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης «Επιτέλους, τους ξεριζώσαμε». Η γενοκτονία των Ποντίων και τα μαθήματα, που μπορεί να πάρει κάθε Έλληνας από την ιστορία του ποντιακού ελληνισμού, με ακολουθούν στην καθημερινότητά μου και με συμβουλεύουν στις αποφάσεις μου», είπε ο βουλευτής της Ένωσης Κεντρώων Ιωάννης Σαρίδης.
«Σιγά-σιγά, τόσο οι πνευματικές ελίτ όσο και το πολιτικό σύστημα της Τουρκίας θα πρέπει να αναστοχαστούν και να αναγνωρίσουν την πραγματικότητα των γενοκτονιών που έχουν διαπραχθεί, χωρίς πια να τις αρνούνται. Θα ήταν πραγματικά πράξη θάρρους η αναγνώριση των εγκλημάτων και αυτό αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την οικοδόμηση της πραγματικής φιλίας και συνεργασίας μεταξύ των δύο λαών. Εξάλλου τα παραδείγματα άλλων λαών, που προέβησαν στην αναγνώριση παρομοίων εγκλημάτων, δείχνουν τον δρόμο», ανέφερε ο βουλευτής του Ποταμιού Σπύρος Δανέλλης.
Να μην πειράξει το υπουργείο Παιδείας τα βιβλία ιστορίας σε σχέση με την αναφορά στη Γενοκτονία των Ποντίων, ζήτησε ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής Ι. Σαχινίδης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ