Ηχηρή παρέμβαση υπέρ της Ελλάδας και κατά των πολιτικών λιτότητας που έχει επιβάλει η γερμανική καγκελαρία αποτελεί το άρθρο του Γερμανού φιλοσόφου Γιούργκεν Χάμπερμας στην ιταλική «La Repubblica».
«Το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ελλάδα είναι εκείνο ενός έθνους που, στη μεγάλη του πλειοψηφία επαναστατεί κατά της καταπιεστικής και λυπηρής κοινωνικής ανέχειας»Ο κορυφαίος κοινωνιολόγος καταγγέλλει προσωπικά τη Γερμανίδα Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ ότι από «τον Μάιο του 2010 προέταξε τα συμφέροντα των επενδυτών, αντί να δώσει βάρος στην εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας. Το αποτέλεσμα είναι ότι είμαστε και πάλι εν μέσω μιας κρίσης που κάνει πασιφανές, σε όλη της την γυμνή πραγματικότητα, ένα ακόμη θεσμικό έλλειμμα».
Αναφερόμενος στο εκλογικό αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 2015 τόνισε πως «είναι εκείνο ενός έθνους που, στη μεγάλη του πλειοψηφία επαναστατεί κατά της καταπιεστικής και λυπηρής κοινωνικής ανέχειας που επέβαλε στην χώρα η λιτότητα».
«Δεν υπάρχει κάτι που πρέπει να ερμηνευθεί, στην ψήφο αυτή της Ελλάδας: ο πληθυσμός απορρίπτει την συνέχιση μιας πολιτικής, την αποτυχία της οποίας έχει βιώσει στο πετσί του», γράφει ο διεθνούς φήμης φιλόσοφος, σύμφωνα με τον οποίο «υποστηριζόμενη από αυτή την δημοκρατική νομιμοποίηση, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να πετύχει μια αλλαγή πολιτικής στην Ευρωζώνη, αλλά στις Βρυξέλλες συγκρούεται με τους εκπροσώπους άλλων δεκαοκτώ χωρών που δικαιολογούν την άρνησή τους προβάλλοντας, με ψυχρότητα, την δημοκρατική εντολή που έλαβαν».
Ο Χάμπερμας τάσσεται υπέρ της μείωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους (γράφοντας ότι η διαπραγμάτευση μπορεί να αποτύχει αν δεν δοθεί λύση στο θέμα αυτό) και καταλήγει:
«Oι πολίτες και όχι οι τραπεζίτες πρέπει να έχουν τον τελευταίο λόγο στα θέματα κύριας σημασίας για την Ευρώπη. Και ενώπιον της μετα-δημοκρατικής αποχαύνωσης μιας κοινής γνώμης που επιδιώκεται να κρατηθεί, όπου είναι δυνατό, μακριά από ρήξεις, και ο Τύπος ασφαλώς επιβάλλεται να παίξει τον ρόλο του».
«Ο Ντράγκι κάλυψε την ανικανότητα των ηγετών της ΕΕ που μετατράπηκαν σε ζόμπι»
Στο ίδιο μήκος κύματος κυμαίνεται και σε έτερο άρθρο του στη Suddeutcsche Zeitung, δίνοντας εύσημα στον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, ο οποίος «προστάτευσε το απειλούμενο από καταστροφή κοινό νόμισμα, καλύπτοντας την “ανικανότητα” των ηγετών της ΕΕ».
Ο κοινωνιολόγος ασκεί κριτική και στην ελληνική κυβέρνηση «για την λάθος στρατηγική που ακολούθησε», αλλά και στην Άγκέλα Μέρκελ την οποία θεωρεί συνυπεύθυνη για την κρίση.
Χαρακτηρίζει σκάνδαλο την δυστοκία με την οποία αντιμετωπίζει τον ηγετικό της ρόλο η γερμανική κυβέρνηση, σημειώνει ότι η Γερμανία οφείλει την ώθηση στην οικονομική της ανάπτυξη στην εξυπνάδα των δανειστών-εθνών, τα οποία διέγραψαν περίπου το μισό των οφειλών της με το σύμφωνο του Λονδίνου το 1953. Καταλήγει ότι είναι οι πολίτες και όχι οι τράπεζες οι οποίοι πρέπει να έχουν τον τελευταίο λόγο για το ευρωπαϊκό πεπρωμένο.
Στο εκτενές άρθρο του αναφέρει μεταξύ άλλων ο Γιούρκγεν Χάμπερμας:
Η πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ρίχνει άπλετο φως στο κατασκευαστικό λάθος μιας νομισματικής ένωσης χωρίς πολιτική ένωση. Όλοι οι πολίτες θα έπρεπε να είναι ευγνώμονες στον Μάριο Ντράγκι, διότι με μια και μοναδική φράση προστάτεψε το άμεσα απειλούμενο από την καταστροφή νόμισμά τους(…)Εκείνα τα δραματικά γεγονότα του 2012 εξηγούν γιατί ο Μάριο Ντράγκι κολυμπά αντίθετα με το ρεύμα μιας κοντόφθαλμης, ακέφαλης πολιτικής. Μετά την κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα έλαβε αμέσως το λόγο : «Χρειαζόμαστε ένα ποιοτικό άλμα για την θεσμική σύγκλιση…
Πρέπει να ξεφύγουμε από ένα σύστημα κανόνων της εθνικής οικονομικής πολιτικής και αντ΄ αυτής να παραχωρήσουμε σε περισσότερη ανεξαρτησία των κοινών θεσμών». Ακόμα και αν δεν θα το ανέμενε κανείς από έναν πρώην τραπεζίτη της Goldman-Sachs, (ο Ντράγκι) ήθελε να συνδυάσει αυτές τις καθυστερημένες θεσμικές μεταρρυθμίσεις με «περισσότερη δημοκρατική λογοδοσία».
Το βέβαιον είναι, ότι επί της ουσίας πρόκειται για μια ξεροκέφαλη επιμονή σε μια πολιτική λιτότητας, η οποία δεν γίνεται κυρίως αντικείμενο κριτικής μόνο στη διεθνή επιστήμη, αλλά είχε βάρβαρες συνέπειες στην Ελλάδα και αποδεδειγμένα έχει αποτύχει.
Πρέπει να καταστεί σαφές το απρεπές, μάλλον σκανδαλώδες της άρνησης (για πολιτικές διαπραγματεύσεις): Ο συμβιβασμός δεν αποτυγχάνει σε μερικά δις περισσότερα ή λιγότερα, ούτε καν σε αυτόν ή τον άλλο όρο, αλλά μόνο στην ελληνική απαίτηση, την απαίτηση της οικονομίας και του λαού, τον οποίο εκμεταλλεύθηκαν οι διεφθαρμένες ελίτ, για κούρεμα ή κάποια αντίστοιχη ρύθμιση, για παράδειγμα ένα μνημόνιο διαγραφής σε συνδυασμό με ανάπτυξη, ώστε να καταστεί δυνατή μια νέα αρχή. Αντ΄ αυτής, οι δανειστές επιμένουν στην αναγνώριση του βουνού του χρέους, το οποίο δεν μπορεί να αντέξει η ελληνική οικονομία. Επιμένουν, δηλαδή, παρά τις αμφιβολίες στην τυπική αναγνώριση ενός πραγματικά ασήκωτου βάρους του χρέους.
(…) Φυσικά και υπάρχουν πολιτικοί λόγοι για την επιμονή αυτή, φοβούνται ένα ντόμινο και η Άγκελα Μέρκελ δεν αισθάνεται ασφαλής με τη δική της πλειοψηφία στο γερμανικό κοινοβούλιο. Αλλά μια λάθος πολιτική πρέπει υπό το πρίσμα των αντιπαραγωγικών συνεπειών να αναθεωρηθεί με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι προφανές ότι οι Βίτελμπαχ δεν έφτιαξαν ένα λειτουργούν κράτος. Εν τούτοις, δεν μπορεί να εξηγηθεί γιατί η ελληνική κυβέρνηση καθιστά δύσκολη την κατανόηση της γραμμής της, ακόμα και σε αυτούς που την συμπαθούν. Δεν διακρίνει κανείς μια λογική προσπάθεια να συνάψει συνασπισμούς, στο αν οι αριστεροί εθνικιστές υποστηρίζουν μια εθνοκεντρική προσέγγιση της αλληλεγγύης και αν θέλουν να παραμείνουν στην ευρωζώνη από φρόνιμους λόγους ή αν η προοπτική τους ξεφεύγει από τα όρια του εθνικού κράτους.
Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να αναπτύξουν ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, ώστε να το παρουσιάσουν στους εταίρους διαπραγματευτές τους στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο . Ο Αμάρτια Σεν συνέκρινε ήδη τον περασμένο μήνα την επιβληθείσα από τη γερμανική κυβέρνηση πολιτική λιτότητας, με ένα φάρμακο το οποίο περιέχει ένα τοξικό μίγμα από αντιβιοτικά και ποντικοφάρμακο.
Η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να αποκρούσει με συνέπεια τις νεοφιλελεύθερες θρασύτητες με ένα κεϋνσιανικό διαχωρισμό του φάρμακου της Μέρκελ, αλλά συγχρόνως να γίνει αξιόπιστη προχωρώντας σε εκμοντερνισμό του κράτους και της οικονομίας, να προχωρήσει σε επιμερισμό των βαρών, στην καταπολέμηση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής.
Αντ΄αυτών στράφηκαν στις ηθικολογίες -σε ένα παιχνίδι επικρίσεων…
Η αδύναμη εμφάνιση της ελληνικής κυβέρνησης δεν αλλάζει τίποτα στο σκάνδαλο, το οποίο αποτελείται από το γεγονός ότι οι πολιτικοί στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο αρνούνται να προσεγγίσουν τους συναδέλφους τους από την Αθήνα ως πολιτικούς. Εμφανίζονται βέβαια ως πολιτικοί, αλλά μιλάνε μόνο με τον οικονομικό τους ρόλο ως δανειστές. Αυτή η μεταμόρφωση σε ζόμπι, έχει το νόημα να δώσουν στην υποκρυπτόμενη χρεοκοπία του (ελληνικού) κράτους τη μορφή μιας διαδικασίας απολιτικής, ως εάν επρόκειτο για ιδιωτικού δικαίου διαδικασία ενώπιον αστικών δικαστηρίων.
Διότι έτσι είναι ακόμα πιο εύκολο να αποκρυβεί η πολιτική συνευθύνη τους. Ο Τύπος μας γελοιοποιεί την πράξη της μετονομασίας της τρόικας, είναι πράγματι κάτι σαν μια μαγική πράξη. Σε αυτήν, όμως, εκφράζεται η νόμιμη επιθυμία να εμφανιστεί πίσω από τη μάσκα των δανειστών πραγματικά το πρόσωπο των πολιτικών. Διότι μόνον τότε μπορούν να κληθούν για λογοδοσία ως πολιτικοί για μια αποτυχία η οποία εξαπλώθηκε μαζικά.
(…)Αλλά δεν είναι μόνο η ηθική αμηχανία, αλλά και πολιτικός πυρήνας του θέματος : οι πολιτικές ελίτ της Ευρώπης δεν επιτρέπεται πλέον να κρύβονται πίσω από τους ψηφοφόρους τους και οι ίδιοι να αποφεύγουν τις εναλλακτικές προ των οποίων τίθεται μια πολιτικά ανολοκλήρωτη νομισματική ένωση. Είναι οι πολίτες, όχι οι τράπεζες οι οποίοι πρέπει να έχουν τον τελευταίο λόγο για το ευρωπαϊκό πεπρωμένο.
Διαβάστε επίσης: