«Κόλαφος» για τον πρώην υπουργό Οικονομικών Γιάννο Παπαντωνίου και τη σύζυγό του Σταυρούλα ήταν η εισαγγελική πρόταση για την ενοχή τους σχετικά με την ανακριβή δήλωση πόθεν έσχες για το οικονομικό έτος 2009.
Αγορεύοντας στο Τριμελές Εφετείο της Αθήνας ο εισαγγελέας Π. Πούλιος αντέκρουσε όλους τους ισχυρισμούς του κ. Παπαντωνίου για το λογαριασμό του 1,3 εκ. ευρώ που φέρεται να μην είχε δηλώσει το ζευγάρι και ο οποίος εντοπίστηκε από τη λίστα Λαγκάρντ. Ένας λογαριασμός που, σύμφωνα με τα αποτελέσματα των ελέγχων του ΣΔΟΕ, αποτέλεσε τη «βιτρίνα» για να καλυφθούν offshore εταιρείες, trust κλπ.
Πρωτόδικα, ο κ. Παπαντωνίου και η σύζυγός του έχουν καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών και χρηματική ποινή 100.000 ευρώ έκαστος ενώ και οι δύο έχουν υποχρεωθεί να καταβάλουν αποζημίωση υπέρ του Δημοσίου, λόγω ηθικής βλάβης 50.000 ευρώ.
Στην αγόρευσή του ο εισαγγελέας Π. Πούλιος χαρακτήρισε το ποσό του 1,3 εκ. ευρώ «ιδιαίτερα μεγάλο που δεν δικαιολογείται από την οικονομική κατάσταση κατηγορουμένων».
Ο Π. Πούλιος περιέγραψε καρέ-καρέ τη διαδρομή του ποσού από το 2000 μέχρι το 2010, οπότε τα χρήματα επαναπατρίστηκαν, αναφέροντας μεταξύ άλλων πως το 1999 οι δύο κατηγορούμενοι διέθεταν καταθέσεις ύψους 105.000 ευρώ, ενώ το 1998 αγόρασαν οικόπεδο ακίνητο έναντι 40 εκατ. δρχ.
Επεσήμανε δε, ότι η σύζυγος του κ. Παπαντωνίου ήταν η πραγματική και κύρια δικαιούχος του επίμαχου ποσού καθ όλη την διάρκεια ύπαρξης του λογαριασμού της HSBC Ελβετίας, ο οποίος αποκαλύφθηκε μέσω της λίστας Λαγκάρντ.
Παράλληλα ανέφερε ότι ο πρώην υπουργός Οικονομικών γνώριζε την ύπαρξη του επίμαχου λογαριασμού στην HSBC, κι αυτό αποδεικνύεται κυρίως από το γεγονός ότι το χρηματικό ποσό εξήχθη στην Ελβετία από τον κουμπάρο και στενό συνεργάτη του, Γ. Κανδαλέπα.
«Είναι δυνατόν να έγινε ανάληψη τόσο μεγάλου ποσού και να το κράτησε κρυφό από τον πρώτο κατηγορούμενο ο Γ. Κανδαλέπας;» αναρωτήθηκε ο εισαγγελέας προσθέτοντας: «Τα ποσά ήταν ιδιαίτερα μεγάλα και ένα μέρος προερχόταν από κοινούς λογαριασμούς. Είναι δυνατόν να το αγνοούσε ο πρώτος κατηγορούμενος; Και οι δύο κατηγορούμενοι είχαν υποχρέωση δήλωσης του ποσού διότι γνώριζαν την ύπαρξή του».
«Από την όλη διαδικασία προκύπτει γνώση και προσπάθεια να αποκρυφτούν ποσά. Υπήρξε μακρά και συντονισμένη προσπάθεια απόκρυψης του ποσού. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως στοιχειοθετείται η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος και θα πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι» συνέχισε ο Π. Πούλιος.
Νωρίτερα, ο πρώην ελεγκτής του ΣΔΟΕ, Στυλιανός Παπαδάκης, που συνέταξε τη σχετική έκθεση, κατέθεσε στο δικαστήριο, εξηγώντας ότι από το 2008 έως το 2010, το επίμαχο ποσό βρισκόταν σε trust.
Συγκεκριμένα, είπε πως τον Απρίλιο και τον Αύγουστο του 2000 έγιναν τρεις καταθέσεις στον τραπεζικό λογαριασμό της Σταυρούλας Κουράκου στην τράπεζα HSBC της Ελβετίας, ενώ το 2008 τα χρήματα μπήκαν σε καταπίστευμα με τη συμμετοχή και υπεράκτιας εταιρίας και το 2010 επαναπατρίζονται.
«Στη δίκη άκουσα πως το καταπίστευμα δημιουργήθηκε για να αποδοθούν τα χρήματα στα ανήλικα παιδιά της κυρίας Κουράκου από τον προηγούμενο γάμο της. Ο λογαριασμός αυτός λειτουργούσε ως “ομπρέλα” και από κάτω μπορούσες να βρεις ο,τιδήποτε, offshore, trust κ.ά» τόνισε ο μάρτυρας.
Ο Στ. Παπαδάκης υπογράμμισε τέλος, ότι σύμφωνα με τον έλεγχο του ΣΔΟΕ, το υπό διερεύνηση χρηματικό ποσό του ζεύγους Παπαντωνίου δεν δικαιολογούνταν περίπου 600.000 ευρώ.
Η υπεράσπιση πάντως στην έναρξη της διαδικασίας ζήτησε να μην εξεταστεί ο μάρτυρας ελεγκτής, με το σκεπτικό πως έχει εκδοθεί απόφαση του διοικητικού εφετείου που ακυρώνει την έκθεση του ΣΔΟΕ.
Το δικαστήριο απέρριψε την ένσταση με το σκεπτικό πως ακόμα και αμετάκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου δεν αποτελεί δεδικασμένο για το ποινικό δικαστήριο. Επίσης, το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα της υπεράσπισης που ζήτησε την αποβολή της πολιτικής αγωγής που έχει δηλώσει το ελληνικό δημόσιο στη δίκη.
Ο Γιάννος Παπαντωνίου και η σύζυγος του δεν παρίστανται στη δίκη αλλά εκπροσωπούνται δια των τριών πληρεξουσίων δικηγόρων τους. Η δίκη συνεχίζεται στις 30 Οκτωβρίου.