Πολιτικός πυρετός επικρατεί στο πολιτικό σκηνικό της χώρας από το βράδυ της Πέμπτης. Από την στιγμή δηλαδή που ο πρωθυπουργός πληροφορήθηκε επίσημα από την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) πως είχε διαταχθεί με εισαγγελική εντολή η άρση απορρήτου του τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη.
Η Εισαγγελέας που εποπτεύει την ΕΥΠ, η Βασιλική Βλάχου είχε υπογράψει το 2021 την σχετική διάταξη.
Όπως επισημαίνεται και στο άρθρο της «Καθημερινής» της 6ης Αυγούστου, αυτός είναι και ο λόγος που η κυρία Βασιλική Βλάχου επισκέφθηκε την Παρασκευή τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Ντογιάκο προκειμένου να δώσει τις απαιτούμενες εξηγήσεις. Με λίγα λόγια τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν πώς η παρακολούθηση του τότε Ευρωβουλευτή και σήμερα προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Νίκου Ανδρουλάκη, ήταν αποτέλεσμα συγκεκριμένου αιτήματος που υπεβλήθη από την ΕΥΠ σύμφωνα με το ισχύον τυπικό. Μόνον που στην Πολιτική και μάλιστα όταν ξεσπά πολιτικό σκάνδαλο δεν επαρκεί η επίκληση τυπικών διαδικασιών. Η Εισαγγελέας λοιπόν συναίνεσε στην παρακολούθηση μέσω ενός συγκεκριμένου λογισμικού, του Predator, σε υποκλοπή τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ενός εκλεγμένου Ευρωβουλευτή. Γιατί άραγε;
Το ρεπορτάζ που διεξάγεται από την Παρασκευή το πρωί, οπότε και οι συνέπειες αυτής της υπόθεσης πυροδότησαν την πολιτική κρίση που βιώνει το σύστημα Μαξίμου, οδηγήθηκε αναπόφευκτα στην συλλογή «διαρροών» τις οποίες διοχέτευσε το ίδιο το περιβάλλον του πρωθυπουργού.
Σύμφωνα με αυτές τις διαρροές το αίτημα παρακολούθησης των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων του Νίκου Ανδρουλάκη κατατέθηκε από ξένες κυβερνήσεις. Δύο είναι οι εκδοχές που συμπεριλαμβάνονται στις διαρροές.
1η εκδοχή: Το αίτημα υπεβλήθη από τις κυβερνήσεις της Ουκρανίας και της Αρμενίας
2η εκδοχή: Το αίτημα υπεβλήθη από τους Αμερικανούς διότι ο Νίκος Ανδρουλάκης φέρεται να διατηρούσε επαφές με Κινέζους.
Το πράγμα αρχίζει και γίνεται ενδιαφέρον. Η εποπτεύουσα της Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών ,Εισαγγελέας Βασιλική Βλάχου κατά το ρεπορτάζ υπογράφει διάταξη παρακολούθησης ενός Έλληνα πολιτικού επειδή κατά τις διαρροές από το πρωθυπουργικό περιβάλλον οι οποίες βασίζονται προφανώς σε πληροφορίες που διοχέτευσε ο ίδιος ο πρώην Διοικητής της ΕΥΠ κ. Κοντολέων, το ζήτησαν τρεις ξένες κυβερνήσεις κατά μόνας ή και οι τρεις μαζί.
Είναι προφανές πώς τίθεται ένα μείζον νομικό και πολιτικό ζήτημα. Πόσο νόμιμο και συνταγματικά αποδεκτό είναι ένα τέτοιο αίτημα όταν υποβάλλεται από ξένες κυβερνήσεις; Πόσο πειστικό είναι ένα επιχείρημα του τύπου « Διατηρεί επαφές με Κινέζους. Παρακολουθήστε τον.». Από πότε η ΕΥΠ αναλαμβάνει εργολαβικά παρακολουθήσεις για την …Ουκρανία και την… Αρμενία;
Πρόκειται για αμείλικτα ερωτήματα. Όμως οι απορίες αυξάνονται όσο περιπλέκεται η αφηγηματική διαδικασία. Κατά το ρεπορτάζ και τις εκούσιες διαρροές από το Μαξίμου, ο καθ’ ύλη αρμόδιος για την εποπτεία της ΕΥΠ στο Μαξίμου , δηλαδή ο κ. Γρηγόρης Δημητριάδης , ο επιτελάρχης του πρωθυπουργού, ανιψιός του και εξ απορρήτων συνεργάτης του, φέρεται να αγνοούσε τις δραστηριότητες των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών και συγκεκριμένα την εκτέλεση «εργολαβιών» για τρίτες χώρες. Εδώ τα πράγματα ξεφεύγουν. Ας τα πάρουμε λοιπόν από την αρχή.
Ο «πήχης» της ΕΥΠ και ο εκλεκτός του πρωθυπουργού
Μετά τις εκλογές του 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφασίζει να τοποθετήσει Διοικητή της ΕΥΠ έναν πολύ δικό του άνθρωπο. Τον Παναγιώτη Κοντολέοντα.
Όμως ο κ. Κοντολέων δεν διαθέτει τα απαραίτητα και θεσπισμένα προσόντα τα οποία προβλέπονται από τον νόμο. Έτσι με νέο νόμο παρεμβαίνει και αλλάζει τα κριτήρια επιλογής Διοικητή της ΕΥΠ (προς τα κάτω) ενώ αλλάζει και το καθεστώς εποπτείας θέτοντας την Υπηρεσία υπό τον αυστηρό έλεγχο του πρωθυπουργού.
Με απόφαση λοιπόν του ιδίου του Κυριάκου Μητσοτάκη η λειτουργία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών ελέγχεται πλέον από τον πρωθυπουργό και επικεφαλής του τοποθετείται ένα πρόσωπο που δεν διαθέτει μεν τα προσόντα αλλά τυγχάνει της απολύτου εμπιστοσύνης του. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν, αυτός ο έμπιστος άνθρωπός να μην πληροφορεί τον άλλον έμπιστο άνθρωπό του πρωθυπουργού, τον Γρηγόρη Δημητριάδη πώς παρακολουθείται ένας Έλληνας πολιτικός, που είναι Ευρωβουλευτής κατόπιν αιτήματος ξένης κυβέρνησης ή κυβερνήσεων; Λογικά δεν είναι δυνατόν. Εκτός εάν οι δύο έμπιστοί άνθρωποι του πρωθυπουργού «έκαναν δουλειές» εν αγνοία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ούτε αυτή η εκδοχή πείθει. Αλλά σε οποιαδήποτε περίπτωση και εκδοχή, ο πρωθυπουργός της χώρας φέρει ακέραια την πολιτική ευθύνη από την στιγμή που ανέλαβε προσωπικά τον έλεγχο των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών.
Γιατί παρακολουθούσαν τον Νίκο Ανδρουλάκη;
Κατόπιν όλων τούτων τίθεται πλέον ένα ξεκάθαρο ερώτημα. Πώς η εποπτεύουσα την ΕΥΠ Εισαγγελέας επείσθη για την νομιμότητα και την ορθότητα των αιτημάτων παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη και μάλιστα σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους και υπέγραψε την σχετική διάταξη – εντολή; Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιον κατάσκοπο ή κάποιον υπόδικο ολιγάρχη ή έστω με υποψίες που αφορούν σοβαρό ζήτημα ασφαλείας της χώρας. Έχουμε να κάνουμε με αιτήματα τρίτων χωρών δύο εκ των οποίων δεν είναι καν στο ΝΑΤΟ ή την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επαναλαμβάνουμε. Το ρεπορτάζ ακολουθεί διαρροές που διοχετεύθηκαν από το ίδιο το πρωθυπουργικό περιβάλλον και δημοσιεύονται σε κατεξοχήν φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ (Καθημερινή).
Αν λοιπόν η Εισαγγελέας Βασιλική Βλάχου είχε συνταγματικά κατοχυρωμένους λόγους να διατάξει παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη τότε η ΕΥΠ, το Μαξίμου, ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ας ενημερώσουν τον ελληνικό λαό περί τίνος πρόκειται. Η υπόθεση αφορά έναν Έλληνα πολιτικό, πρόεδρο κόμματος και ευρωβουλευτή.
Αν ωστόσο οι κ.κ. Δημητριάδης και Κοντολέων υπό την κάλυψη της Δικαιοσύνης προχώρησαν σε δραστηριότητες που δεν συνάδουν με το Σύνταγμα και τους Νόμους τότε το ζήτημα εισέρχεται σε περιβάλλον μείζονος σκανδάλου, ενός “MaximouGate”, όπου ο πρωθυπουργός φέρει την απόλυτη θεσμική ευθύνη και άρα θα υποστεί τις πολιτικές συνέπειες παρά τις παραιτήσεις των εμπίστων στελεχών του οι οποίες κατά κοινή ομολογία υποβλήθηκαν για να λειτουργήσουν ως βαλβίδα εκτόνωσης των πιέσεων στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη.