Επί 10 χρόνια ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής ζούσε σε καθεστώς «σιωπής ασυρμάτου». Η πρόσφατη προεκλογική εκστρατεία και τα αδιέξοδα της προηγούμενης κυβέρνησης έφεραν στην επιφάνεια – έστω δειλά και επιπόλαια- ορισμένες, διακριτικά διατυπωμένες, καταγγελίες του Αλέξη Τσίπρα περί της οικονομικής διαχείρισης των κυβερνήσεων Καραμανλή οι οποίες οδήγησαν τη χώρα στην πτώχευση. Έως εκείνη τη στιγμή, ο Κώστας Καραμανλής και οι δύο υπουργοί Οικονομικών του, ο Αλογοσκούφης και ο Παπαθανασίου, βρίσκονταν με ασφάλεια στο απυρόβλητο.

Το 2008, ο ίδιος ο Καραμανλής ως πρωθυπουργός δήλωνε με κάθε ευκαιρία πως η ελληνική οικονομία ήταν «θωρακισμένη»Τότε, το 2008, ο ίδιος ο Καραμανλής ως πρωθυπουργός δήλωνε με κάθε ευκαιρία πως η ελληνική οικονομία ήταν «θωρακισμένη» έναντι της επερχόμενης λαίλαπας που έμεινε στην ιστορία ως το «Κανόνι της Lehman Brothers». Ούτε ήταν ούτε επρόκειτο να είναι «θωρακισμένη» η ελληνική οικονομία. Ήταν ένα τεράστιο ψέμα.

Η Ελλάδα εκείνη την περίοδο δανειζόταν από τη διεθνή αγορά από 50 έως 54 δις ευρώ ετησίως και μάλιστα το 2009 ο δανεισμός της χώρας άγγιζε τα 74 δισ. Το έλλειμμα της Ελλάδας έτρεχε με τον εφιαλτικό ρυθμό του 16,4% τον χρόνο. Η κυβέρνηση Καραμανλή γνώριζε τα πάντα. Ανίκανη να δημιουργήσει πλούτο και να φέρει επενδύσεις, αναλώθηκε στη συνειδητή γιγάντωση του κράτους με αθρόες προσλήψεις εκατοντάδων χιλιάδων ατόμων (νόμος Παυλόπουλου) αλλά και με τη συστηματική αύξηση του εξωτερικού δανεισμού.

Ως φαίνεται, το οικονομικό επιτελείο του Κώστα Καραμανλή και ο ίδιος αντελήφθησαν ήδη από το 2008 πως τα ελληνικά ομόλογα που εκδίδονταν για τα δανεικά από τη διεθνή αγορά είχαν περιπέσει στην κατηγορία των «αζήτητων» ή καλύτερα των «σκουπιδιών». Ο τότε πρωθυπουργός αντιλαμβανόταν πως οδεύει στην καταστροφή, ο ίδιος, το κόμμα του και η οικονομία. Είχε, ωστόσο, ανάγκη από ρευστότητα. Οι «φωστήρες» σκέφτηκαν την αποτελεσματικότερη αλλά και τη χειρότερη συνάμα λύση. Να «φορτώσουν» στον ιδιωτικό τραπεζικό τομέα ένα μεγάλο μέρος του χρέους υπό τη μορφή «αναγκαστικής αγοράς ομολόγων». Με λίγα λόγια, οι ιδιωτικές τράπεζες, οι μέτοχοί τους αλλά και οι καταθέτες, οι Έλληνες πολίτες, κλήθηκαν να προσφέρουν με τεράστιο οικονομικό τίμημα και γιγαντιαία χασούρα την πολυπόθητη ρευστότητα στην κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή. Το ύψος αυτής της «ενέσιμης ρευστότητας» άγγιξε τα 50 δις ευρώ. Περίπου, δηλαδή, τις ανάγκες εξωτερικού δανεισμού της χώρας για ένα έτος. Οι τραπεζίτες υπάκουσαν και αυτό είναι ένα ζήτημα. Το ιδιωτικό τραπεζικό σύστημα δεν δίνει λόγο στην κυβέρνηση αλλά στην Κεντρική Τράπεζα (Προβόπουλο τότε) και στην ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη. Όχι πάντως σε κυβερνήσεις. Παρά τα ελάχιστα αποθεματικά τους, οι τράπεζες «φορτώθηκαν» τα 50 δις. Η κυβέρνηση Καραμανλή ήδη σε αποδρομή πέταξε «λευκή πετσέτα» και αποχώρησε. Ο Γιώργος Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός πάνω σε ένα σύνθημα «Λεφτά υπάρχουν». Το σύνθημα ήταν ψευδές. Όχι μόνον λεφτά δεν υπήρχαν, αλλά και εκείνα που φαντάζονταν οι κυβερνήτες ήταν όλα δανεικά και μάλιστα με υψηλό επιτόκιο. Το αποτέλεσμα ήταν εφιαλτικό. Καστελόριζο, τρία μνημόνια, πτώχευση, κατάρρευση.

Σε αυτό το σκηνικό, που αρχίζει περίπου προς τα τέλη του 2007, εξελίσσεται το 2008 και το 2009 για να καταλήξει στο Καστελόριζο του Γιώργου Παπανδρέου, υπάρχουν βασικοί ρόλοι, κομπάρσοι, θύτες και τρίτα πρόσωπα.

Δύο πρωθυπουργοί, τρεις υπουργοί Οικονομικών, οι τραπεζίτες, ο κεντρικός τραπεζίτης, ο τότε επικεφαλής της Deutsche Bank κ. Άκερμαν.

Ο τότε γενικός διευθυντής του ΔΝΤ Στρος Καν και το ηγετικό επιτελείο της Goldman Sachs ήταν οι βασικοί παίκτες σε ένα σενάριο θρίλερ και τρόμου.

Η χαρακτηριστική ανεπάρκεια δύο πρωθυπουργών και τριών υπουργών

Το zougla.gr αποκαλύπτει σήμερα την αλήθεια για την «αναγκαστική και οπωσδήποτε αχρείαστη» πτώχευση των ελληνικών τραπεζών. Τις ευθύνες Καραμανλή, τον κακό υπολογισμό του Γιώργου Παπανδρέου και τι διημείφθη στο παρασκήνιο μέχρι την ουσιαστική κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, τη στιγμή που θα έπρεπε να είχε στηρίξει την οικονομία και τις επιχειρήσεις της χώρας, όσο λίγες φορές στο παρελθόν.

Ήταν αρχές του 2009 όταν ο Κώστας Καραμανλής διαπίστωσε, έντρομος, ότι τα κρατικά ομόλογα που εξέδιδε η χώρα απλώς δεν αφορούσαν κανέναν στη διεθνή αγορά. Οι επενδυτές δεν τα εμπιστεύονταν και, βεβαίως, ουδείς τα αγόραζε.

Με λίγα λόγια, η Ελλάδα εξέδιδε κρατικούς τίτλους και οι επενδυτές αδιαφορούσαν. Οι δανειακές ανάγκες της χώρας όμως ήταν μεγάλες και οπωσδήποτε ανελαστικές. Το έλλειμμα έτρεχε ιλιγγιωδώς και τα δημόσια έσοδα δεν επαρκούσαν για να καλυφθούν «εκρηκτικές ανάγκες», όπως η πληρωμή μισθών στο Δημόσιο και συντάξεων.

Η κατάσταση ήταν απελπιστική και το αδιέξοδο του Κώστα Καραμανλή απόλυτο.

Τα ελληνικά ομόλογα που είχαν μείνει στο… ράφι ήταν ύψους 50 δις ευρώ.

Τεράστιο ποσό.

Τότε λοιπόν, ο πρώην πρωθυπουργός σκαρφίζεται ένα κόλπο. Απλό στη σύλληψή του, καταστροφικό ως προς την εξέλιξη των πραγμάτων.

Να «φορτώσει» αυτά τα 50 δις ευρώ αζήτητων τίτλων στις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες πίστευε ότι είχαν τη σχετική ρευστότητα.

Καλεί, λοιπόν, τους τραπεζίτες και τους ζητεί να «φορτωθούν» χαρτιά καταβάλλοντας στο ελληνικό κράτος 50 δις ευρώ, άμεσα και χωρίς δεύτερη κουβέντα. Κοιτάχτηκαν οι τραπεζίτες. Είπαν κάτι… μισόλογα, αλλά ο Κώστας Καραμανλής δεν ήθελε να ακούσει τίποτα. «Θα τα πάρετε» φώναξε.

Τότε, ο πιο έμπειρος από τους τραπεζίτες, ο οποίος διοικούσε και μια από τις μεγαλύτερες τράπεζες, ανέλαβε να τους εξηγήσει κάτι απλό, το οποίο όμως δεν είχε σκεφθεί ο Κ. Καραμανλής.

«Δεν έχουμε τόσα χρήματα, πρόεδρε» είπε ο τραπεζίτης με τρόπο που δεν άφηνε περιθώρια παρερμηνείας.

«Τι εννοείτε;» ρώτησε ο πρωθυπουργός.

«Τα διαθέσιμα ποσά των τραπεζών δεν υπερβαίνουν τα 16 δις ευρώ με οποιονδήποτε υπολογισμό».

Ο Κώστας Καραμανλής έμεινε για λίγο προβληματισμένος, για να επιστρέψει ωστόσο ακόμη πιο αποφασιστικά στην απαίτησή του. «Θα τα πάρετε και δεν το συζητώ» επέμεινε.

Οι τραπεζίτες αποχώρησαν απογοητευμένοι. Η εντολή ήταν ρητή όμως. Έτσι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, βρήκαν αυτά τα 50 δις ευρώ και «φορτώθηκαν» τα κρατικά ομόλογα με την εξαιρετικά μικρή εμπορευσιμότητα.

Οι ελληνικές τράπεζες είχαν ήδη χρεοκοπήσει. Και μάλιστα, πριν η κρίση πλήξει με όλη της την ένταση και τη χώρα μας. Μόνο που τότε, αρχές του 2009, το καταλάβαιναν μόνο οι τραπεζίτες…

Νωρίς το φθινόπωρο, η κυβέρνηση Καραμανλή χάνει τις εκλογές και τη διακυβέρνηση αναλαμβάνει ο Γιώργος Παπανδρέου, με το εμβληματικό μάλιστα ποσοστό του 44%.

Δεν γνωρίζει με ακρίβεια πόσο είναι το έλλειμμα της χώρας, που έτρεχε με το θηριώδες 16,2%, ούτε μπορεί να υπολογίσει τις επιπτώσεις της επερχόμενης κρίσης στην εθνική οικονομία και στη ζωή των Ελλήνων.

Οι τραπεζίτες όμως δεν έχουν μείνει με «σταυρωμένα τα χέρια». Έχουν ενημερώσει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για το πρόβλημα ρευστότητας που απέκτησαν καθώς και επιλεγμένες μεγάλες τράπεζες της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας.

Η μυστική αποστολή του Γιόζεφ Άκερμαν

Με βάση την πληροφόρηση αυτή, ο μέγας και πολύς εκείνη την εποχή Γιόζεφ Άκερμαν μιλά με τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου, τότε υπουργό Οικονομικών, και έπειτα από σύντομες συνεννοήσεις καταφθάνει μυστικά στην Αθήνα, κομίζοντας πρόταση σωτηρίας των τραπεζών στην ελληνική κυβέρνηση.

Κλείνεται ομοίως μυστική συνάντηση με τον Γιώργο Παπανδρέου και τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου και εκεί τους προτείνει να αγοράσει η τράπεζά του τα κρατικά ομόλογα των 50 δις ευρώ, που κατέχουν οι ελληνικές τράπεζες, ώστε να μη χτυπηθεί ανελέητα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Ζητεί, όμως, ως αντάλλαγμα μεγαλύτερο επιτόκιο κατά 1%, ώστε να εξασφαλίσει κάποια κέρδη για την τράπεζά του και να καλυφθεί το ρίσκο που θα αναλάμβανε.

Ο Γιώργος Παπανδρέου το σκέπτεται και ρωτά τον τότε υπουργό Οικονομικών για τις επιπτώσεις στην οικονομία αυτού του επιπλέον κόστους. Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου είναι, ωστόσο, αρνητικός. Θεωρεί το 1% υπερβολικό. Ο τότε πρωθυπουργός απορρίπτει την πρόταση Άκερμαν, ο Γερμανός τραπεζίτης αποχωρεί και πληροφορείται τα σχέδια της ελληνικής κυβέρνηση τηλεοπτικώς σε απευθείας σύνδεση με το Καστελόριζο. Σε αυτήν τη φάση μετά το περιβόητο DAVOS είχε επικρατήσει η άποψη του Στρος Καν, ο οποίος ευελπιστούσε να εκλεγεί Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας. Ήλθε το στημένο ερωτικό σκάνδαλο με την καμαριέρα, αποχώρησε ο Στρος Καν και «ξεχάστηκαν οι δεσμεύσεις» έναντι του Γιώργου Παπανδρέου.

Και η Goldman Sachs στο παιχνίδι

Τότε, περί τα τέλη του 2009, επιστρέφοντας από το Πεκίνο, προσγειώθηκε στην Ελλάδα ένα ιδιωτικό αεροσκάφος που μετέφερε την ηγεσία της Goldman Sachs. Πραγματοποιήθηκε μία μυστική συνάντηση στο Πεντελικό (αργότερα έκλεισε και αυτό), στην οποία συμμετείχαν οι Γιώργος Παπανδρέου και Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Ο διεθνής οίκος πρότεινε στην κυβέρνηση να «διαχειριστεί» την κρίση της ελληνικής οικονομίας… «με τον τρόπο της», όπως δηλαδή συνήθιζε να κάνει στο παρελθόν. Με λίγα λόγια, ο διεθνής οίκος πρότεινε κάποιες λύσεις φυσικά λιγότερο ανώδυνες από τα επερχόμενα μνημόνια. Η κυβέρνηση απάντησε αρνητικά. Το επιτελείο της Goldman Sachs αποχώρησε. Όλες οι λεπτομέρειες αυτής της μυστικής συνάντησης είχαν τότε δημοσιευθεί στην εφημερίδα «VETO». Δεν διαψεύστηκαν ποτέ. Αντιθέτως, επιβεβαιώθηκε η συνάντηση στο Πεντελικό.

Αποχωρεί και οι ελληνικές τράπεζες μένουν με τον… μουντζούρη. Τα μηδενικής εμπορευσιμότητας ελληνικά ομόλογα.

Η συνέχεια για τις τράπεζες και τους Έλληνες είναι γνωστή σε όλους. Δύο ανακεφαλαιοποιήσεις, αφελληνισμός των τραπεζών, κατάρρευση της αξίας των μετοχών τους, πρόσθετα βάρη για τους πολίτες και στο βάθος capital controls μετά τους καταστροφικούς χειρισμούς Βαρουφάκη.

Τώρα πια, μετά τις εκλογές, τα στόματα ανοίγουν ευκολότερα. Όχι διάπλατα, αλλά πάντως αυτά τα στόματα που «ξέρουν» μιλούν περισσότερο.

Ο Κώστας Καραμανλής και ο Γιώργος Παπανδρέου επανεξελέγησαν βουλευτές. Κάποια στιγμή θα πρέπει να εξηγήσουν με το νι και με το σίγμα τι ακριβώς συνέβη εκείνη την εφιαλτική περίοδο. Λέγεται πως ο Κώστας Καραμανλής προαλείφεται για Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ενώ ο Γιώργος Παπανδρέου σχεδιάζει την αναβίωση του «Μεγάλου ΠΑΣΟΚ». Με γεια τους, με χαρά τους. Εμείς τι φταίμε;