H Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου εγκαινίασε το βράδυ της Παρασκευής την έκθεση «Η Ελληνική Γραμματεία στην πρώιμη Τυπογραφία», στο Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη, υπογραμμίζοντας τη σημασία της συγκέντρωσης και διαφύλαξης του πλούσιου πολιτισμικού μας αποθέματος για την ενίσχυση της αυτογνωσίας μας.
Η κυρία Σακελλαροπούλου έκανε λόγο για βιβλία εξαιρετικής αισθητικής και υψηλού περιεχομένου, αφού ανάμεσά τους συγκαταλέγονται τα ομηρικά έπη, οι κωμωδίες του Αριστοφάνη, και βέβαια η μνημειώδης αρχέτυπη έκδοση των Απάντων του Αριστοτέλη από τον Άλδο Μανούτιο.
Όπως σημείωσε, «Πρόκειται για βιβλία που αποκαλύπτουν τις πνευματικές αναζητήσεις της, αυτοεξόριστης στη Δύση μετά την άλωση της Πόλης, ελληνικής λογιοσύνης, αλλά και τη γοητευτική διαδρομή μέσα από την οποία η Ευρώπη επανανακάλυψε τον ακατάλυτο, μέσα στους αιώνες, ευγενή ελληνικό πολιτισμό, για να τον αφομοιώσει, να τον μιμηθεί, να τον μετασχηματίσει και να τον συναγωνιστεί».
Τόνισε, επίσης, ότι «η έκθεση αυτή αποτελεί εκδήλωση του συστηματικού ενδιαφέροντος του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη για τις αρχέτυπες εκδόσεις, γεγονός που αποτυπώνεται και στην πλούσια συλλογή από έντυπα βιβλία του 15ου αιώνα, τα οποία φυλάσσονται στην Ιστορική Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος».
Στο ίδιο πλαίσιο, εξήρε τις παράλληλες δράσεις του Ιδρύματος, που συντελούν στη συνάντηση και τον διάλογο Ελλήνων και ξένων επιστημόνων, ερευνητών και επαγγελματιών από τον χώρο του βιβλίου και των βιβλιοθηκών, καθώς και το εξαιρετικά ενδιαφέρον συνέδριο με το ίδιο θέμα.
«Αντικείμενο του συνεδρίου, η συγκέντρωση, καταγραφή, ιστορική πλαισίωση και μελέτη, μέσω ψηφιακών εργαλείων και βάσεων δεδομένων, των σωζόμενων αρχετύπων τα οποία βρίσκονται σήμερα διάσπαρτα σε δημόσιες, δημοτικές, πανεπιστημιακές, μοναστηριακές και ιδιωτικές βιβλιοθήκες της χώρας μας. Σκοπός του η διερεύνηση των δυνατοτήτων επέκτασης του προγράμματος αυτού και εκτός Ελλάδας» πρόσθεσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Δεν παρέλειψε ακόμη να συνεχάρη τους συντελεστές της καταγραφής των πολύτιμων αυτών τεκμηρίων στις βιβλιοθήκες της ελληνικής περιφέρειας και τόνισε ότι η συστηματική τους εργασία αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο τη σημασία της συγκέντρωσης και διαφύλαξης του πλούσιου πολιτισμικού μας αποθέματος για την ενίσχυση της αυτογνωσίας μας.
Ειδικότερα, κατά τον χαιρετισμό της στα εγκαίνια της έκθεσης η κυρία Σακελλαροπούλου ανέφερε:
«Χειρόγραφα στην αρχή, έντυπα στη συνέχεια, τα εμβληματικά έργα της ελληνικής, κλασικής και βυζαντινής γραμματείας άρδευσαν με τα πρότυπά τους τη σκέψη και τη λογοτεχνική παραγωγή στη Δύση και εδραίωσαν, κατά την περίοδο της Αναγέννησης, την οικουμενικότητα του ελληνικού πνεύματος. Με την ίδρυση των πρώτων τυπογραφείων στη Βενετία περί τα τέλη του 15ου αιώνα και την εμφάνιση των ελληνικών χαρακτήρων, η διάδοσή τους αυξήθηκε εκθετικά, στο πλαίσιο της συστηματικής καλλιέργειας των ελληνικών γραμμάτων στον ιταλικό, κατά κύριο λόγο, χώρο, η οποία είχε ήδη ξεκινήσει από τον προηγούμενο αιώνα. Ωστόσο, η επίδραση υπήρξε αμφίδρομη: τα ελληνικά τυπογραφεία στη Δύση, με πρώτο το τυπογραφείο του Ζαχαρία Καλλιέργη και του Νικολάου Βλαστού που ιδρύθηκε το 1499 στη Βενετία, λειτούργησαν ως αγωγός για τη μεταφορά στον ελληνικό χώρο των ιδεών του Διαφωτισμού και του πολιτικού φιλελευθερισμού, οπλίζοντας πνευματικά τον ελληνικό λαό στον αγώνα του για εθνική ανεξαρτησία. Είναι χαρακτηριστικά όσα γράφει ο Νίκος Σκιαδάς στο έργο του «Χρονικό της ελληνικής τυπογραφίας», που παρακολουθεί την εξέλιξη των ελληνικών τυπογραφείων από το 1476 ως το 1828 και τον ρόλο τους στον φωτισμό του γένους και την προετοιμασία για τον μεγάλο ξεσηκωμό του 1821: «Μία συμπτωματική συγκυρία τοποθετεί το πρωτοφανέρωμα της τυπογραφίας ακριβώς εκείνον τον καιρό που διαλυόταν το βυζαντινό κράτος … Έτσι άρχισε ο αγώνας, ο τραχύς, ο σκληρός, ο αδυσώπητος. Και τούτος ο αγώνας δεν άρχισε με τα όπλα. ‘Αρχισε με το λόγο. Το λόγο τον προφορικό και το λόγο το γραπτό. Μα προ παντός με το λόγο τον έντυπο».
Ένα πολύτιμο δείγμα αυτού του «λόγου του έντυπου» – βιβλία εξαιρετικής αισθητικής και υψηλού περιεχομένου, αφού ανάμεσά τους συγκαταλέγονται τα ομηρικά έπη, οι κωμωδίες του Αριστοφάνη, και βέβαια η μνημειώδης αρχέτυπη έκδοση των Απάντων του Αριστοτέλη από τον ‘Αλδο Μανούτιο – έχουμε σήμερα τη χαρά να περιεργαστούμε, στο πλαίσιο της έκθεσης «Η ελληνική γραμματεία στην πρώιμη τυπογραφία», την οποία εγκαινιάζω με ιδιαίτερη ικανοποίηση. Πρόκειται για βιβλία που αποκαλύπτουν τις πνευματικές αναζητήσεις της, αυτοεξόριστης στη Δύση μετά την άλωση της Πόλης, ελληνικής λογιοσύνης, αλλά και τη γοητευτική διαδρομή μέσα από την οποία η Ευρώπη επανανακάλυψε τον ακατάλυτο, μέσα στους αιώνες, ευγενή ελληνικό πολιτισμό, για να τον αφομοιώσει, να τον μιμηθεί, να τον μετασχηματίσει και να τον συναγωνιστεί.
Η έκθεση αποτελεί εκδήλωση του συστηματικού ενδιαφέροντος του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη για τις αρχέτυπες εκδόσεις, γεγονός που αποτυπώνεται και στην πλούσια συλλογή από έντυπα βιβλία του 15ου αιώνα, τα οποία φυλάσσονται στην Ιστορική Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος. Αλλά το Ίδρυμα δεν περιορίζεται εκεί. Επιδιώκοντας να προκαλέσει τη συνάντηση και τον διάλογο Ελλήνων και ξένων επιστημόνων, ερευνητών και επαγγελματιών από τον χώρο του βιβλίου και των βιβλιοθηκών, διοργανώνει, παράλληλα με την έκθεση, και το εξαιρετικά ενδιαφέρον συνέδριο με το ίδιο θέμα. Αντικείμενο του συνεδρίου η συγκέντρωση, καταγραφή, ιστορική πλαισίωση και μελέτη, μέσω ψηφιακών εργαλείων και βάσεων δεδομένων, των σωζόμενων αρχετύπων τα οποία βρίσκονται σήμερα διάσπαρτα σε δημόσιες, δημοτικές, πανεπιστημιακές, μοναστηριακές και ιδιωτικές βιβλιοθήκες της χώρας μας. Σκοπός του η διερεύνηση των δυνατοτήτων επέκτασης του προγράμματος αυτού και εκτός Ελλάδας.
Θέλω να συγχαρώ τους συντελεστές της καταγραφής των πολύτιμων αυτών τεκμηρίων στις βιβλιοθήκες της ελληνικής περιφέρειας. Η συστηματική τους εργασία αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο τη σημασία της συγκέντρωσης και διαφύλαξης του πλούσιου πολιτισμικού μας αποθέματος για την ενίσχυση της αυτογνωσίας μας».