«Αυτό που ζητάμε είναι η εξασφάλιση ότι θα μπορέσουμε να δανειστούμε βασικά με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τα άλλα μέλη της Ευρωζώνης ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και όχι με αυτά τα υπερβολικά υψηλά επιτόκια που συχνά σχετίζονται και με κερδοσκοπία», επανέλαβε ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου σε συνέντευξή του στο περιοδικό Economist.

«Δεν ζητήσαμε ποτέ ένα σχέδιο διάσωσης… αν φτάσει ο κόμπος στο χτένι, δεν ζητάμε χρήματα», τόνισε.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στα μέτρα της κυβέρνησης λέγοντας ότι πρόσφατα υιοθετήθηκε ένα σύστημα προσλήψεων πιο αξιοκρατικό.

«…Όταν υπάρχουν πελατειακές σχέσεις, καταλήγετε να προσλαμβάνετε περισσότερους δημόσιους υπάλληλους, για να εξασφαλίσετε περισσότερες ψήφους. Ήδη, το σταματήσαμε αυτό, μέσω ενός αξιοκρατικού συστήματος. Αυτός ήταν ένας από τους πρώτους νόμους που θεσπίσαμε τους τελευταίους μήνες. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν πρόβλημα σε άλλη χώρα. Στην Ελλάδα, ωστόσο, σημαίνει σημαντική εξοικονόμηση πόρων. Αυτά είναι λοιπόν τα μέτρα που υιοθετούμε.»

Σε ερώτηση αν θα χρειαστούν πιο συγκεκριμένα μέτρα στήριξης από τους Ευρωπαίους εταίρους, ο κ. Παπανδρέου απάντησε: «Αυτό θα χρειαστεί μόνο αν δεν ανταποκριθούν οι αγορές σε δύο πράγματα: το ένα είναι το Πρόγραμμα που εφαρμόζουμε. Αν χρειαστεί να λάβουμε νέα μέτρα, θα το κάνουμε. Και θα γίνει μια αξιολόγηση τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες, σχετικά με την υλοποίηση και την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής των μέτρων μας. Έτσι, θα μπορέσουμε να εγγυηθούμε ότι θα πετύχουμε τον στόχο της μείωσης του ελλείμματος κατά 4%. Ταυτόχρονα, ωστόσο, χρειάζεται και η πειστική «απειλή» από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία να λέει στις αγορές «κάτω τα χέρια, αν θέλετε παιχνίδια, εμείς είμαστε εδώ για να εγγυηθούμε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ότι η Ελλάδα δεν θα αντιμετωπίσει προβλήματα δανεισμού».

Ερωτηθείς αν υπάρχει περίπτωση η Ελλάδα να δεχθεί έναν ακόμη πιο στενό έλεγχο από την ΕΕ ή το ΔΝΤ, ο πρωθυπουργός είπε: «…όταν φτάσετε σε μια κατάσταση, όπως αυτή στην οποία έχουμε φτάσει εμείς – και γι’ αυτό κατακρίνω την προηγούμενη κυβέρνηση – το αποτέλεσμα είναι ότι χάνετε, κατά κάποιο τρόπο, το κυρίαρχο δικαίωμα να λαμβάνετε τις δικές σας αποφάσεις για την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει η οικονομία σας. Γι’ αυτό καλούμαστε να λάβουμε αυτές τις ιδιαίτερα δύσκολες και συχνά οδυνηρές αποφάσεις, προκειμένου να αποκαταστήσουμε την ικανότητα της χώρας να επιλέγει το δικό της μέλλον, προφανώς μέσα σε ένα πλαίσιο βιώσιμης διακυβέρνησης και βιώσιμων οικονομικών αποφάσεων.

Γι’ αυτό άλλωστε, μιλάμε για μια οικονομία, η οποία χρειάζεται να αναμορφωθεί. Μιλάμε για μια πράσινη οικονομία, μιλάμε για έναν τουρισμό πιο ποιοτικό, για την επιστροφή στην μεσογειακή ελληνική διατροφή, ως βασικό παράγοντα για τις εξαγωγές, ώστε να είμαστε πιο ανταγωνιστικοί σε αυτό τον τομέα. Και μιλάμε και για τον περιορισμό της γραφειοκρατίας, ώστε να ενισχυθούν πραγματικά οι επενδύσεις στην Ελλάδα, επειδή υπάρχουν πολλοί που θέλουν να επενδύσουν στην Ελλάδα.

…Ναι, και έχουμε ήδη λάβει πολύ σημαντικά μέτρα, όπως παραδείγματος χάρη, στο θέμα της διαφάνειας. Επειδή όντως είχαν παραποιηθεί τα στοιχεία, και η προηγούμενη κυβέρνηση έκανε κάτι τρομερό, θα υπάρξει κοινοβουλευτική εξέταση για το θέμα αυτό. Ταυτόχρονα, όμως, επιφέραμε ουσιαστική αλλαγή, με τη δημιουργία μιας πραγματικά ανεξάρτητης Στατιστικής Υπηρεσίας, στο συμβούλιο της οποίας θα συμμετέχει μέλος της Εurostat. Θα συσταθεί ένα δεύτερο όργανο στη Βουλή, το οποίο θα ελέγχει την υπηρεσία αυτή, καθώς και την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

…Αν καταφέρουμε να μειώσουμε τη φοροδιαφυγή, θα μειωθεί σημαντικά και το έλλειμμα. Αυτός είναι μόνο ένας τομέας, όπου αν σημειώσουμε επιτυχία – και νομίζω ότι θα πετύχουμε – θα δούμε πραγματικά μεγάλες αλλαγές.»

Απαντώντας σε ερώτηση περί της εικόνας που δίνει η Ελλάδα στους Βορειοευρωπαίους φορολογούμενους που θα κληθούν να πληρώσουν τα λάθη των Ελλήνων, ο πρωθυπουργός απάντησε μεταξύ άλλων, ότι ο καθένας πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του και η ΕΕ πρέπει να αναλάβει την πάταξη της κερδοσκοπίας:

«Η κατάσταση παρουσιάζεται σαν να πληρώνουν για εκείνους τους απερίσκεπτους Έλληνες – και κατανοώ απόλυτα τα αισθήματα του Γερμανού εργαζόμενου, ο οποίος αντιμετωπίζει και εκείνος δύσκολες συνθήκες και καλείται να πληρώσει παραπάνω λόγω αυτής της κρίσης – η αλήθεια όμως είναι ότι και εμείς πρέπει να κάνουμε αλλαγές που είναι δύσκολες. Έχουμε μιλήσει για την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης, αναμορφώνουμε το συνταξιοδοτικό σύστημα, έχουμε μειώσει τους μισθούς στο Δημόσιο, αλλάζουμε το φορολογικό μας σύστημα. Αυτό που λέμε λοιπόν είναι βοηθήστε μας να κάνουμε αυτές τις αλλαγές, μη μας βοηθάτε να τις αποφύγουμε, βοηθήστε μας αντίθετα να τις ολοκληρώσουμε.

Δεύτερον, δεν ζητάμε χρήματα από τους Γερμανούς. Ζητάμε τη δυνατότητα να πάρουμε δάνειο, το οποίο θα εξοφλήσουμε εντόκως. Δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε δάνεια με πολύ υψηλά επιτόκια και να είμαστε ταυτόχρονα ανταγωνιστικοί και να μειώσουμε και το έλλειμμά μας. Εδώ λοιπόν, χρειαζόμαστε την υποστήριξη των Γερμανών, των Γάλλων και της υπόλοιπης Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αυτό μου δίνει την ευκαιρία να απευθύνω το ίδιο μήνυμα σε όλους του πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το είδος της βοήθειας που χρειαζόμαστε, δηλαδή αλληλεγγύη, όχι μόνο απέναντι σε μας, τους Έλληνες, αλλά αλληλεγγύη απέναντι σε οποιαδήποτε χώρα που μπορεί να αντιμετωπίζει αυτό το πρόβλημα. Και βέβαια, αν αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα η Ελλάδα, αυτά θα μεταδοθούν στην Ευρωζώνη και σε άλλες περιοχές του κόσμου.

Εμείς, λοιπόν, θα αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναλάβει τις δικές της ευθύνες, όσον αφορά την πάταξη της κερδοσκοπίας, προκειμένου να ξεπεράσουμε την κρίση με θετικό τρόπο και να αποτελέσει η κρίση αυτή μια ευκαιρία για την Ελλάδα, αλλά και για να δείξουμε ότι η Ευρώπη μπορεί να παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στον τομέα της οικονομίας».