Τρία Ταμεία κύριας ασφάλισης -το ΙΚΑ για μισθωτούς και ελεύθερους επαγγελματίες, ο ΟΓΑ για τους αγρότες και το ΝΑΤ για τους ναυτικούς- προβλέπει το τελικό σχέδιο για τη μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού. Αυτό αποκαλύπτει σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Ημερησία» ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γιώργος Κατρούγκαλος, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι θα ισχύουν ενιαίοι κανόνες για όλους τόσο για τις παροχές-συντάξεις όσο και για τις εισφορές, οι οποίες, ειδικά για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες, θα είναι ανάλογες με το πραγματικό (φορολογούμενο) εισόδημα.
Αναλυτικά η συνέντευξη του υπουργού Εργασίας:
Ποιο είναι το plan B στην περίπτωση που το «κουαρτέτο» των θεσμών δεν συμφωνήσει, στα εναπομένοντα στενά… χρονικά περιθώρια, με το σχέδιό σας για τη μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού ως «γενικού ισοδύναμου» των πρόσθετων μέτρων που προβλέπει το 3ο Μνημόνιο;
Υπάρχει ήδη μία καταρχήν συμφωνία ότι η πρότασή μας για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού θα χρησιμεύσει ως γενικό ισοδύναμο σε επιμέρους προβλέψεις του μνημονίου. Δεν μπορεί να προεξοφληθεί, βεβαίως, η τελική συμφωνία σε ειδικότερα θέματα και επ’ αυτών θα έχουμε εναλλακτικές προτάσεις. Το βασικό διακύβευμα, πάντως, παραμένει το ποσοστό αναπλήρωσης που θα συμφωνηθεί. (Όσο υψηλότερο, τόσο κοντύτερα στον μισθό θα είναι η τελική σύνταξη). Για το σκοπό αυτό, έχουμε ζητήσει τεχνική βοήθεια και από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, ώστε οι προτάσεις μας να έχουν την υποστήριξη της τεχνογνωσίας και των αρχών του Διεθνούς αυτού οργανισμού.
Η τελική διαπραγμάτευση θα γίνει με όρους δημοσιονομικούς («κάλυψη» του ελλείμματος 4% του ΑΕΠ που έχετε προσδιορίσει ότι είναι το πραγματικό «άνοιγμα» στο Ασφαλιστικό) ή και κοινωνικοασφαλιστικούς (διαγενεακή αλληλεγγύη, κρατική συμμετοχή σε συνάρτηση με την πορεία της οικονομίας, την απασχόληση, τις αμοιβές κ.λπ.);
Όχι, η μεταρρύθμιση έχει πρωταρχικά κοινωνικές, όχι δημοσιονομικές προτεραιότητες. Είναι αλήθεια ότι πρέπει παράλληλα να συμμαζέψουμε τη μαύρη τρύπα που περιγράψατε, είναι όμως αδύνατο να εξισορροπηθεί άμεσα έλλειμμα αυτής της τάξης χωρίς να κατακρεουργηθούν οι συντάξεις. Είναι, επιπλέον, και αδύνατη άσκηση, όσο η ανεργία είναι στα ύψη και μεγάλος αριθμός αυτοαπασχολουμένων δεν μπορεί να καταβάλει τις εισφορές του. Η δημοσιονομική διόρθωση που επιδιώκουμε απορρέει από τη μνημονιακή μας υποχρέωση να μειώσουμε την επιβάρυνση του προϋπολογισμού κατά 1% για το έτος 2016. Ήδη, με τα μέτρα που έχουμε πάρει, έχουμε καλύψει άνω του 60% του στόχου αυτού.
Σε ποια σημεία διαφοροποιείται το κυβερνητικό σχέδιο από το πόρισμα της Επιτροπής «σοφών» -που επικρίθηκε για τον νεοφιλελεύθερο «προσανατολισμό» ορισμένων προτάσεων- και, στην πράξη, θα δώσει «κοινωνικό» πρόσημο στη μεταρρύθμιση;
Οι τελικές κυβερνητικές αποφάσεις θα ληφθούν εντός των επόμενων ημερών. Η προσωπική μου εισήγηση προς την κυβέρνηση κρατά τις δύο βασικές ιδέες της Επιτροπής, οι οποίες, κατά τη γνώμη μου, αποτελούν όχι απλώς προτάσεις εξορθολογισμού, αλλά κοινωνικής δικαιοσύνης: την καταβολή εθνικής σύνταξης με χρηματοδότηση από τη φορολογία σε όλους τους πολίτες, και την καθιέρωση ενιαίων κανόνων για τις εισφορές και για τις συντάξεις σε όλους. Διαφωνώ απολύτως με σκέψεις της επιτροπής να συνδυαστεί η καταβολή της σύνταξης με εισοδηματικά κριτήρια.
Τι απαντάτε σε όσους -«εντός» και «εκτός» ΣΥΡΙΖΑ- σας κατηγορούν ότι με την ενσωμάτωση της κύριας και της επικουρικής επιδιώκετε να «κόψετε» τις συντάξεις αθροιστικά, να απαλλοτριώσετε τα αποθεματικά 2,1 δισ. των επικουρικών και να καταργήσετε τον δεύτερο «πυλώνα» της ασφάλισης;
Δεν έχουμε καταλήξει σε τίποτα άλλο σε σχέση με τις επικουρικές παρά στο ότι θέλουμε να τις προστατεύσουμε, είτε αυτοτελώς είτε ως τμήμα του συνολικού συνταξιοδοτικού εισοδήματος. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε είναι ότι το μνημόνιο μας απαγορεύει να ενισχύσουμε από τον κρατικό προϋπολογισμό τα ελλείμματα των επικουρικών ταμείων. Συνεπώς, αν δεν βρούμε τρόπους να αυξήσουμε τα έσοδά τους με άλλους πρόσθετους πόρους, οι επικουρικές συντάξεις αναγκαστικά θα μειωθούν πολύ, κάτι που θέλουμε πάση θυσία να αποφύγουμε.
Ως καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου θεωρείτε δίκαιο το μέτρο του «εκ των υστέρων» επανυπολογισμού των συντάξεων που νόμιμα απονεμήθηκαν και καταβάλλονται «κουρεμένες» στους συνταξιούχους; Με ποια κριτήρια το σχεδιάζετε, έτσι ώστε να είναι «δίκαιο» το μέτρο;
Θεωρώ άδικες και αντισυνταγματικές τις οριζόντιες και αυθαίρετες μειώσεις. Δεν ήθελα, όμως, να βασιστώ στην προσωπική μου επιστημονική ειδίκευση για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα. Για τον λόγο αυτό φρόντισα το ένα τρίτο των μελών της Επιτροπής για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος να είναι ανώτατοι δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι οποίοι εξέτασαν αυτό το θέμα αναλυτικά και ειδικά. Η γενική άποψη που επικράτησε είναι ότι ένα σύστημα αντικειμενικού υπολογισμού που θα βασίζεται στον μισθό, σε ένα δίκαιο ποσοστό αναπλήρωσης (δίκαιο με την έννοια της αποκατάστασης εισοδήματος συγκρίσιμου με αυτό του μισθού) και στα συνολικά έτη καταβολής εισφορών ανταποκρίνεται πλήρως στη συνταγματική επιταγή για ισότητα και στις συνταγματικές προβλέψεις του άρθρου 25 για την κοινωνική ασφάλιση.
Ποιο ποσοστό αναπλήρωσης του μισθού εκτιμάτε ότι δίνει πραγματικό κίνητρο ασφάλισης στους «εν ενεργεία» και είναι ικανοποιητικό για τους σημερινούς και αυριανούς «απόμαχους» της εργασίας;
Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στη φάση ποσοτικής ανάλυσης των δεδομένων και καθορισμού των ποσοστών αυτών, που θα αποτελέσουν και το βασικό θέμα διαπραγμάτευσης με τους δανειστές. Δεν μπορώ, συνεπώς, να σας πω αριθμούς. Θα πρέπει, πάντως, να είναι υψηλότερο για τους χαμηλόμισθους και να εξασφαλίζει σε όλους αξιοπρεπή σύνταξη, όχι σύνταξη φιλοδώρημα.
Θα προβλέπεται η ανασύσταση του αποθεματικού που έχουν «χάσει» πριν και μετά την κρίση τα Ταμεία; Αν ναι, ποιοι θα πληρώσουν;
Οπωσδήποτε πρέπει να ξαναδημιουργηθούν τα αποθεματικά των ταμείων, τα οποία ληστεύθηκαν από την κακοδιαχείριση του παλαιοκομματισμού και το PSI. Αυτό όμως δεν μπορεί να συμβεί από τη μία στιγμή στην άλλη, θα πρέπει να βρεθούν νέοι πόροι και καλύτερη αξιοποίηση της περιουσίας των ταμείων, κυρίως της ακίνητης, που έχει μείνει εν πολλοίς αναξιοποίητη. Υπάρχουν πολλές σχετικές προτάσεις από τους κοινωνικούς εταίρους αλλά και την Επιτροπή που θα εξετασθούν στο άμεσο μέλλον.
Πόσα Ταμεία θα μείνουν; Θα δοθεί δυνατότητα αυτοτελούς λειτουργίας όσων τυχόν θα μπορούσαν, από ίδιους πόρους, να απονέμουν στο μέλλον παροχές χωρίς κρατική χρηματοδότηση;
Επιδίωξή μου θα είναι να δοθεί ακόμη μια ευκαιρία σε όσα επικουρικά ταμεία θελήσουν να μετατραπούν σε επαγγελματικά ταμεία, προφανώς μετά από πλήρη αναλογιστική μελέτη και κάλυψη της δαπάνης καταβολής των συντάξεων των νυν συνταξιούχων. Τα κύρια ταμεία όμως θα ενοποιηθούν. Θα προτείνω όμως στην τελική κυβερνητική απόφαση να προβλεφθεί η διατήρηση του ΟΓΑ και του ΝΑΤ ως αυτοτελών νομικών προσώπων για την άσκηση των μη συνταξιοδοτικών τους αρμοδιοτήτων.
Θα υπάρχει μεταβατική περίοδος για το νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων ή θα επηρεαστούν και όσοι βρίσκονται κοντά στη συνταξιοδότηση, όπως συνέβη με τα «κλειδωμένα» ηλικιακά όρια που ήταν χαμηλότερα από το 62ο και το 67ο;
Θα πρέπει να έχετε υπόψη σας ότι οι μακρές μεταβατικές περίοδοι των προηγούμενων νόμων είναι προφανές ότι επιδίωκαν να στείλουν τον λογαριασμό στην επόμενη γενιά. Εγώ είμαι καταρχήν υπέρ της εφαρμογής ενιαίων κανόνων σε όλους όσοι βρίσκονται σε όμοια κατάσταση. Όλα όμως τελούν υπό εξέταση.
Καθορισμός εισφορών με κοινά κριτήρια
Τι θα γίνει με τις ασφαλιστικές εισφορές που σε άλλους κλάδους είναι υψηλές (και λειτουργούν ως αντικίνητρο ασφάλισης) και σε άλλους χαμηλές (π.χ. ΟΓΑ);
Πρόκειται για ένα εξαιρετικά περίπλοκο θέμα. Για παράδειγμα, ενδεχόμενη μερική αναστροφή της μείωσης των εργοδοτικών εισφορών, στις οποίες προχώρησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις χωρίς καμιά αναλογιστική μελέτη, θα επέτρεπε η προσαρμογή του δημοσιονομικού κόστους να μη θίξει τις συντάξεις. Ακούω όμως με προσοχή τις σχετικές ενστάσεις φορέων, όπως η ΕΣΕΕ, που συμμετέχει δημιουργικά στον δημόσιο διάλογο και θεωρεί ότι κάτι τέτοιο θα επιβάρυνε υπέρμετρα τις επιχειρήσεις, ιδίως τις μικρομεσαίες. Το μόνον που μπορώ να σας πω αυτή τη στιγμή για τις εισφορές είναι ότι μετά τη μεταρρύθμιση θα είναι πλέον ευθέως ανάλογες με το εισόδημα (όπως άλλωστε και οι συντάξεις) και θα καθορίζονται με κοινά κριτήρια για όλους, χωρίς εξαιρέσεις και προνόμια. Ειδικά για τις εισφορές των αγροτών θα ληφθεί μέριμνα να υπάρχουν κλίμακες που να αντιστοιχούν και σε πολύ χαμηλά εισοδήματα των κατ’ επάγγελμα αγροτών και να φτάσουν στο τελικό τους ύψος σταδιακά, όχι άμεσα.