«Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε αντιμέτωπος με ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι μόνο με τη Γερμανία, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων που ξεκίνησαν μετά την εκλογή του, ενώ οφείλει να αλλάξει πορεία για μια επιτυχή ολοκλήρωση των συνομιλιών» υποστηρίζουν οι αναλυτές Ντέιβιντ Γκόρντον και Τόμας Ράιτ, σε εκτενές άρθρο τους στο περιοδικό Foreign Affairs, και υπογραμμίζουν ότι «μια έξοδος της Ελλάδας (από την ευρωζώνη) θα σήμαινε επίσης πολιτική αποτυχία για την κ. Μέρκελ, η οποία μετά από χρόνια προσπαθειών για να κρατήσει την Ευρώπη ενωμένη θα βρίσκονταν ενώπιον ενδεχόμενης αποτυχίας. Μια ελληνική έξοδος θα άνοιγε επίσης τον δρόμο και για άλλες χώρες».
Εκτιμούν δε, ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε εδώ επειδή επικεντρώθηκε στη Γερμανία και ξέχασε τα συμφέροντα
Μεταξύ άλλων, διατυπώνουν επίσης την άποψη ότι «στις διαπραγματεύσεις συμμετέχουν τέσσερις παράγοντες: Η Γερμανία, η Ελλάδα, οι χώρες της βόρειας Ευρώπης -της επονομαζόμενης ευρωπαϊκής περιφέρειας- και η ΕΚΤ» και συμπληρώνουν:
«Για να γίνει αντιληπτή η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να γίνουν κατανοητά τα κίνητρα του καθενός. Ενδεχόμενη συμφιλιωτική συμφωνία με την Ελλάδα ενέχει κινδύνους για τη Γερμανία, καθώς ικανοποίηση των ελληνικών αιτημάτων θα ενθάρρυνε και άλλες χώρες να εκλέξουν ανάλογες κυβερνήσεις. Η καγκελάριος, Άγγελα Μέρκελ, αντιμετωπίζει πιέσεις και στο εσωτερικό της χώρας, από το ίδιο το κόμμα της, που αντιτίθεται σε παραχωρήσεις προς την Ελλάδα. Μια αδιάλλακτη, ωστόσο, προσέγγιση ενέχει τους δικούς της κινδύνους. Μολονότι, η Γερμανία θεωρεί ότι μπορεί να ελέγξει μια άτακτη έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, παραμένει άγνωστο το σύνολο των συνεπειών από μια τέτοια ενέργεια, όπως έδειξε και η περίπτωση της Lehman Brothers. Μια έξοδος της Ελλάδας θα σήμαινε, επίσης, πολιτική αποτυχία για την κ. Μέρκελ, η οποία μετά από χρόνια προσπαθειών για να κρατήσει την Ευρώπη ενωμένη θα βρίσκονταν ενώπιον ενδεχόμενης αποτυχίας. Μια ελληνική έξοδος θα άνοιγε, επίσης, τον δρόμο και για άλλες χώρες».
Στο άρθρο επισημαίνεται ακόμη ότι «τα βόρεια ευρωπαϊκά κράτη, η Εσθονία, η Φιλανδία, η Λιθουανία και η Σουηδία στηρίζουν επίσης την απροθυμία της Γερμανίας να προβεί σε ουσιαστικές υποχωρήσεις έναντι της Ελλάδας. Η Ελλάδα συνεχίζει να οφείλει στη Φιλανδία μεγάλα ποσά. Ενδεχόμενο κούρεμα του χρέους θα οδηγούσε στην ενίσχυση των λαϊκιστικών κομμάτων στις επερχόμενες εκλογές. Οι χώρες αυτές, επίσης, που αισθάνονται ότι απειλούνται από τη Ρωσία, θεωρούν παράλληλα ότι η Ουκρανία και όχι η Ελλάδα χρειάζεται πρόσθετη στήριξη, ενώ εμφανίζονται δυσαρεστημένες εξαιτίας δημοσιευμάτων που μιλούν για αναθέρμανση των ελληνορωσικών σχέσεων».
Οι αρθρογράφοι προσθέτουν στη συνέχεια ότι «τα περιφερειακά κράτη, όπως η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία βρίσκουν από τη μία πλευρά ελκυστικό το ενδεχόμενο μιας ανάλογης με της Ελλάδας επαναδιαπραγμάτευσης των όρων για τα δικά τους δάνεια, αλλά από την άλλη έχουν αναλώσει τα τελευταία πέντε χρόνια για να πείσουν τους πολίτες τους ότι είχαν πετύχει την καλύτερη δυνατή συμφωνία και ότι η λιτότητα αποτελεί αναγκαίο κακό. Η ακροαριστερά σε όλες αυτές τις χώρες ισχυρίζεται ότι θα μπορούσαν να πετύχουν καλύτερες συμφωνίες, απειλώντας τους πιστωτές τους».