Ο κ. Μανώλης Κ. Κεφαλογιάννης επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των ευρωβουλευτών της Νέας Δημοκρατίας και πρόεδρος της Μικτής Επιτροπής Ε.Ε. – Τουρκίας, με αφορμή τις δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου, κατέθεσε ερώτηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Αναλυτικά η ερώτηση:

«Ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν με τις δηλώσεις του, σε περιφερειακούς διοικητές της Τουρκίας έθεσε ευθέως θέμα αναθεώρησης της Διεθνούς Συνθήκης της Λωζάνης του 1923. Συνθήκη που υπέγραψαν εκ μέρους της Ελλάδας και της Τουρκίας ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Κεμάλ Ατατούρκ και καθορίζει το καθεστώς των Στενών και τα σημερινά σύνορα της σύγχρονης Τουρκίας.

Σε μία χρονική στιγμή που η ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δοκιμάζεται από την εμφύλια σύγκρουση στη Συρία, την τρομοκρατία του Ισλαμικού Χαλιφάτου και την στιγμή που η Ευρώπη δέχεται τεράστια ρεύματα ροών προσφύγων και μεταναστών, τέτοιες δηλώσεις όχι μόνο δεν βοηθούν αλλά πυροδοτούν τις σχέσεις των χωρών της περιοχής, οδηγούν σε γενικότερη αποσταθεροποίηση και εξάρουν ανιστόρητες εθνικιστικές διεκδικήσεις.

‘’Με τη Συνθήκη της Λωζάνης’’ τόνισε ο Πρόεδρος της Τουρκίας, ‘’δώσαμε στους Έλληνες τα νησιά, που αν φωνάξεις από τις ακτές του Αιγαίου, θα ακουστείς απέναντι. Είναι αυτό νίκη;’’.
Μάλιστα ο Πρόεδρος της Τουρκίας υποστήριξε ότι ‘’όσοι έκατσαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στη Λωζάνη, δεν εκμεταλλεύτηκαν τη Συνθήκη αυτή. Και επειδή αυτοί δεν την εκμεταλλεύτηκαν, δυσκολευόμαστε σήμερα εμείς’’.

Τη Συνθήκη της Λωζάνης πλην της Ελλάδος και της Τουρκίας συνυπέγραψαν πολλές χώρες μεταξύ των όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, το Βέλγιο, η Πολωνία, η Πορτογαλία και η ΕΣΣΔ.

Με τη Συνθήκη της Λωζάνης δεν δόθηκε στην Ελλάδα κανένα νησί του Αιγαίου αντίθετα επιστράφηκαν στην Τουρκία τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, νησιά με αμιγώς ελληνικό πληθυσμό, που ήταν και τα μόνα που της είχαν παραχωρηθεί με τη Συνθήκη των Σεβρών του 1919.

Η Τουρκία ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη της την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των Στενών.

Ερωτάται η Επιτροπή:

– Είναι σε γνώση της Επιτροπής οι συγκεκριμένες δηλώσεις;
– Τέτοιες δηλώσεις αμφισβήτησης Διεθνών Συνθηκών που διαταράσσουν και τις σχέσεις καλής γειτονίας συνάδουν με το κοινοτικό κεκτημένο;»