Τη διαχρονική ελληνικότητα της Σύμης, από τα βάθη της ιστορίας της έως σήμερα, και τα σύγχρονα έργα υποδομών που υλοποιούνται στο νησί, με σεβασμό στο περιβάλλον και την παράδοση, εξήρε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου κατά την ανακήρυξή της σε Επίτιμη Δημότη Σύμης, στο πλαίσιο της επίσκεψής της στο νησί, για τον εορτασμό της 77ης επετείου της 8ης Μαΐου 1945, ημέρα υπογραφής του πρωτοκόλλου παραδόσεως των στρατευμάτων κατοχής Δωδεκανήσου στις συμμαχικές δυνάμεις.
Δηλώνοντας ιδιαίτερη συγκίνηση που από σήμερα θα είναι δημότης της Σύμης, η κυρία Σακελλαροπούλου ευχαρίστησε από καρδιάς για την τιμή αυτή και υπογράμμισε ότι η ελληνικότητα της Σύμης είναι ένα νήμα, που ξεκινάει από πολύ παλιά και φτάνει αδιάσπαστο ως τις μέρες μας, ένα μείγμα σκέψης, αίσθησης και θεώρησης του κόσμου, δημιουργημένο από το τοπίο, τη γλώσσα, την αγωγή, το βίωμα.
Τόνισε, επίσης, ότι αντικρίζοντας αυτόν τον τόπο σπάνιας ομορφιάς και ζωντανής παράδοσης, γεμίζει αισιοδοξία, διαπιστώνοντας τον σεβασμό που επιδεικνύεται στην ιδιαιτερότητα του τόπου, κατά την υλοποίηση έργων υποδομών, όπως το λιμάνι, η μαρίνα, η κεντρική πλατεία του Γυαλού, καθώς και τη μέριμνα για το περιβάλλον, με βάση την οποία προγραμματίζονται άλλα, όπως η προώθηση της ηλεκτροκίνησης, ο σχεδιασμός για τη μετάβαση της Σύμης στην καθαρή ενέργεια, η εγκατάσταση συστήματος βιολογικού καθαρισμού, η αναβάθμιση των αφαλατώσεων.
Ειδικότερα κατά την αντιφώνησή της η κυρία Σακελλαροπούλου ανέφερε:
«Κύριε Δήμαρχε,
Η αισθητική συγκίνηση που με συνέχει σήμερα στο νησί σας συνυφαίνεται με τον πλούτο που γεννά η μακρόχρονη ιστορία του, η παρουσία του ακόμη και στη μυθολογία. Τόπος σπάνιας ομορφιάς και ζωντανής παράδοσης, πήρε το όνομά του από μια Νύμφη, όπως μας λέει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης. Εδώ γεννήθηκαν οι Τρεις Χάριτες, σύμφωνα με τον Παυσανία, και κατοικούσε ο Γλαύκος, ο μυθικός ναυπηγός της Αργώς. Πατρίδα του Νιρέα, του πιο όμορφου άνδρα μετά τον Αχιλλέα, όπως γράφει ο Όμηρος, η Σύμη πλέει στο Αιγαίο Πέλαγος ωραία, σαν τις Νηρηίδες και τις Ναϊάδες που πέρασαν από εδώ. Στους ιστορικούς χρόνους, μέρος της επικράτειας των Ροδίων, μέλος της πρώτης αθηναϊκής συμμαχίας κατά τον 5ο αιώνα π.Χ., τμήμα της επαρχίας των Νήσων κατά τη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο και αργότερα, κατά τον 7ο-8ο αιώνα, υπαγόμενη στο στρατιωτικό και διοικητικό “θέμα” των Καραβησιάνων, θα διασχίσει τους αιώνες πάντα ελληνική και πάντα περήφανη.
Βεβαίως, οι αραβικές επιδρομές, που ήδη μαστίζουν τους παράκτιους οικισμούς της Μεσογείου και θα κορυφωθούν τον 9ο και τον 10ο αιώνα, δεν θα παρακάμψουν τη Σύμη. Είναι συχνές οι καταστροφές και οι λεηλασίες των παραλίων της. Αργότερα, όταν οι Φράγκοι θα καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη το 1204, θα εκχωρηθεί στον τοπάρχη Λέοντα Γαβαλά. Από το 1250 θα γνωρίσει διάφορους κατακτητές και το 1309 θα καταληφθεί από τους Ιωαννίτες ιππότες της Ρόδου. Τότε θα αρχίσει μια μακρά περίοδος ευημερίας, με την ανάπτυξη του εμπορίου, της ναυσιπλοΐας, της σπογγαλιείας και της ναυπηγικής τέχνης.
Και όταν τελικά, το 1522, η Σύμη θα υποκύψει στον Οθωμανό κατακτητή, θα καταφέρει, χάρη στην τόλμη και τη διπλωματική οξύνοια των Συμιακών, να αποκτήσει ένα είδος κοινοτικής αυτοδιοίκησης. Το 1765, θα θεμελιωθεί η σχολή της Αγίας Μαρίνας, μια από τις σπουδαιότερες που έχει να παρουσιάσει ο Ελληνισμός την εποχή αυτή και από την οποία διασώζονται τα μαθηματάρια.
Στην Επανάσταση του 1821, η Σύμη μετείχε επάξια με τα καράβια της. Όμως, παρά τη μεγάλη προσπάθεια, θα βρεθεί το 1832 και πάλι υπό την τουρκική κυριαρχία, ως το 1912, οπότε περνάει στα χέρια των Ιταλών. Η κατοχή είναι σκληρή, το νησί παρακμάζει, οι άνθρωποι πεινούν, εγκαταλείπουν τις εστίες τους, μεταναστεύουν. Τέλος, στις 8 Μαΐου του 1945, οι Γερμανοί θα υπογράψουν εδώ το πρωτόκολλο παράδοσης των νήσων της μαρτυρικής Δωδεκανήσου στις συμμαχικές δυνάμεις.
Αυτήν την κορυφαία στιγμή τιμάμε σήμερα: το τέλος του πολέμου, την αναγνώριση της Σύμης ως τόπου που είχε διαδραματίσει εξέχοντα ρόλο στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και την απαρχή της διαδικασίας για την επανένωση της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα στις 7 Μαρτίου του 1948.
Κύριε Δήμαρχε,
Αν αναφέρθηκα, έστω και συνοπτικά, στην ιστορία του όμορφου νησιού σας, ήταν για να εξάρω τη διαχρονική ελληνικότητα της Σύμης, αυτό το νήμα που ξεκινάει από πολύ παλιά και φτάνει αδιάσπαστο ως τις μέρες μας, ένα μείγμα σκέψης, αίσθησης και θεώρησης του κόσμου, δημιουργημένο από το τοπίο, τη γλώσσα, την αγωγή, το βίωμα. Και τώρα που βρίσκομαι εδώ, ανάμεσα στους βράχους και τη θάλασσα, θαυμάζοντας τη μοναδική αμφιθεατρικότητα των γραφικών νεοκλασικών σπιτιών, την επιβλητική σειρά των μύλων που αναδύονται από τον οικισμό και καταλήγουν στο ποντικόκαστρο, τα χρώματα, την “ελληνική γραμμή” τόσο καθαρά χαραγμένη, νιώθω ιδιαίτερη συγκίνηση που από σήμερα θα είμαι κι εγώ δημότης της Σύμης, επιβάτης ενός “πλοίου διαρκείας”, για να χρησιμοποιήσω μια όμορφη φράση του Οδυσσέα Ελύτη για τη νησιωτική Ελλάδα. Βλέποντας, μάλιστα, με πόσο σεβασμό στην ιδιαιτερότητα του τόπου υλοποιείτε έργα υποδομών, όπως το λιμάνι, η μαρίνα, η κεντρική πλατεία του Γυαλού, και με πόση μέριμνα για το περιβάλλον προγραμματίζετε άλλα, όπως η προώθηση της ηλεκτροκίνησης, ο σχεδιασμός για τη μετάβαση της Σύμης στην καθαρή ενέργεια, η εγκατάσταση συστήματος βιολογικού καθαρισμού, η αναβάθμιση των αφαλατώσεων, γεμίζω αισιοδοξία. Σας ευχαριστώ από καρδιάς για την τιμή που μου κάνετε και εύχομαι να συνεχίσετε με δύναμη και έμπνευση τον αγώνα σας».