Σε εξαιρετικά δύσκολη θέση βρίσκεται η κυβέρνηση λόγω των πιέσεων να προχωρήσει σε ψήφιση προληπτικών μέτρων, τα οποία θα τεθούν σε εφαρμογή σε περίπτωση απόκλισης των δημοσιονομικών στόχων που προβλέπονται στο τρίτο μνημόνιο, σύμφωνα με επιστολή του Ευκλείδη Τσακαλώτου προς τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος κάλεσε -μέσω επιστολής- τους Ευρωπαίους εταίρους να μην υποκύψουν στις πιέσεις του ΔΝΤ για τη θέσπιση προληπτικών μέτρων
Σύμφωνα με τα όσα υποστηρίζει στην επιστολή του, η διαφωνία μεταξύ των θεσμών για την απόδοση των προαπαιτούμενων του τρίτου μνημονίου μεταφράζεται σε μια διαφορά δύο ποσοστιαίων μονάδων για το 2018, εξέλιξη που καθιστά πολύ προβληματική τη λήψη προληπτικών μέτρων, από τη στιγμή που οι κοινωνικές αντιδράσεις είναι ήδη πολύ μεγάλες λόγω του μεγάλου εύρους και βάθους των μεταρρυθμίσεων οι οποίες έχουν γίνει τους τελευταίους μήνες. Μάλιστα, κάνει έμμεσα λόγο για «λανθασμένη» αντίληψη του Ταμείου, επισημαίνοντας ότι η επιμονή του ΔΝΤ βασίζεται στην «ίδια μεθοδολογία που παρήγαγε μια υπο-εκτίμηση το 2015 του μεγέθους των δυο δισεκατομμυρίων ευρώ».
Σύμφωνα με τον κ. Τσακαλώτο, παρατηρείται «μεταρρυθμιστική κόπωση των Ελλήνων, που βρίσκονται αντιμέτωποι με έξι χρόνια κρίσης και έχουν χάσει το 25% του ΑΕΠ»Ουσιαστικά, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος καλεί -μέσω της επιστολής- τους Ευρωπαίους εταίρους να μην υποκύψουν στις πιέσεις του ΔΝΤ για τη θέσπιση προληπτικών μέτρων, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον κίνδυνο να μετατραπεί η Ελλάδα «σ’ ένα αποτυχημένο κράτος στην περιοχή (failed state)», εξέλιξη που «δεν είναι επωφελής για οποιονδήποτε». Επιπλέον, αναφέρει ότι παρατηρείται «μεταρρυθμιστική κόπωση των Ελλήνων, που βρίσκονται αντιμέτωποι με έξι χρόνια κρίσης και έχουν χάσει το 25% του ΑΕΠ».
Κλείνοντας την επιστολή του, ο κ. Τσακαλώτος εξηγεί τους λόγους για τους οποίους θεωρείται κομβική η ξεκάθαρη δήλωση των θεσμών (ΔΝΤ, ΕΚΤ, ESM, ΕΕ) «για μέτρα άμεσης εφαρμογής και μέτρα που θα ληφθούν μελλοντικά για το ελληνικό χρέος», τα οποία θα βοηθήσουν στην εμπιστοσύνη των επενδυτών και θα οδηγήσουν στην ανάκαμψη της χώρας, σπάζοντας με αυτόν τον τρόπο τον «φαύλο κύκλο των δημοσιονομικών μέτρων ύφεσης».
Αναλυτικά, η επιστολή:
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Σας γράφω πριν από την συνάντησή μας τη Δευτέρα για να ξεκαθαρίσω τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης σε ότι αφορά τόσο στο κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης, όσο και στη συζήτηση για το χρέος.
Υπάρχει, νομίζω, μια γενική αναγνώριση ότι η κυβέρνησή μου έχει κρατήσει τόσο το πνεύμα, όσο και το γράμμα της καλοκαιρινής συμφωνίας μας. Είναι αλήθεια ότι το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης έχει πάρει περισσότερο χρόνο απ’ όσο αναμενόταν αλλά αυτό, σε μεγάλο βαθμό, αντανακλά το μεγάλο μέγεθος των μεταρρυθμίσεων που έγιναν τους τελευταίους 10 μήνες. Πολλές από τις μεταρρυθμίσεις χρειάζονταν μεγάλη και πολύπλοκη νομοθέτηση και απαίτησαν τη βοήθεια όχι μόνο της γενναιόδωρης τεχνικής υποστήριξης που παρασχέθηκε, αλλά και χρονοβόρες διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς για να γίνει η νομοθέτηση σωστά από την αρχή.
Αντανακλά, όμως επίσης, ότι έχουμε εμπλακεί όχι μόνο σε δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά και σε σοβαρές δομικές μεταρρυθμίσεις που αντιμετωπίζουν πολλές από τις χρόνιες αδυναμίες του οικονομικού και δικαστικού συστήματος, τη φορολογική διοίκηση (περιλαμβανομένης μιας νέας αυτόνομης και ανεξάρτητης αρχής συλλογής εσόδων) και πιθανόν, περισσότερο σημαντικό απ’ όλα, την ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Η μεταρρύθμιση στις συντάξεις που συζητείται αυτήν τη στιγμή στο Κοινοβούλιο, αντιμετωπίζει με ριζοσπαστικό τρόπο τη βιωσιμότητα του συστήματος μακροπρόθεσμα, ενοποιώντας όλα τα Ταμεία σ’ ένα, προσφέροντας ίδιους κανόνες για όλους τους συνταξιούχους και μειώνοντας τα ποσοστά αναπλήρωσης.
Έχουμε τώρα συμφωνήσει με τους τέσσερις θεσμούς όσα περιλαμβάνονται στην πρώτη αξιολόγηση, όχι μόνο το δημοσιονομικό πακέτο του 3% του ΑΕΠ αλλά και όλες τις δομικές μεταρρυθμίσεις. Οι τελευταίες περιλαμβάνουν το άνοιγμα του συνόλου της αγοράς των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), εκτός από κάποια προσωρινή προστασία δανείων που σχετίζονται με την πρώτη κατοικία, και το νέο Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων.
Από την οπτική μας έχουμε παραδώσει όσα υποσχεθήκαμε -σε κάποιες πτυχές περισσότερα. Και όλα αυτά έχοντας ανακεφαλαιοποιήσει τις τράπεζες και αντιμετωπίζοντας μια απίστευτα περίπλοκη και σοβαρή προσφυγική κρίση.
Ωστόσο, όπως ξέρετε υπάρχει μια διαφωνία μεταξύ των θεσμών για το αντίκτυπο του δημοσιονομικού πακέτου, καθώς οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και εμείς, είμαστε πεπεισμένοι ότι το πακέτο είναι αρκετό για να πιαστεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018, ενώ το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι αρκεί μόνο για να πιαστεί 1,5% του ΑΕΠ. Αυτή η εκτίμησή του, πρέπει να σημειωθεί, βασίζεται στην ίδια μεθοδολογία που παρήγαγε μια υπο-εκτίμηση το 2015 του μεγέθους των δυο δισεκατομμυρίων ευρώ! Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η διαφορά των δυο ποσοστιαίων μονάδων για το 2018 είναι εξαιρετικά μεγάλη. Και αυτό κάνει την πρόταση για επιπλέον 2% του ΑΕΠ παραμετρικά προληπτικά μέτρα νομοθετημένα εκ των προτέρων πολύ προβληματική.
Πρώτον, δεν υπάρχει συνταγματικά τρόπος να ψηφιστούν προληπτικά μέτρα στην Ελλάδα και με συζητήσεις που είχα με συναδέλφους, αυτό ισχύει και σε ορισμένα άλλα κράτη-μέλη. Έτσι, θα πρέπει απλά να νομοθετήσουμε τα μέτρα και «απλώς» να υποσχεθούμε ότι θα ακυρωθούν το 2018 αν δεν χρειαστούν. Επικαλούμενος τόσο στην οικονομική όσο και την πολιτική εμπειρία σας, μπορείτε να φανταστείτε να πάμε στο Κοινοβούλιο αντί για ένα αναμενόμενο πακέτο 5,4 δισ. ευρώ, ένα 9 δισ. ευρώ;
Πράγματι, κάθε πακέτο άνω των 5,4 δισ. είναι καταδικασμένο να αντιμετωπιστεί από τους Έλληνες πολίτες και τους οικονομικούς αναλυτές, εντός και εκτός Ελλάδος ως κοινωνικά και οικονομικά αντιπαραγωγικό. Δεν υπάρχει περίπτωση τέτοιο πακέτο να περάσει από την παρούσα κυβέρνηση ή -για ότι αυτό σημαίνει- από καμία δημοκρατική κυβέρνηση που μπορώ να φανταστώ.
Παρά τα ανωτέρω, και με μεγάλο κόστος για εμάς από τη στιγμή που η πρότασή μας είναι όντως πολύ σκληρή, συνεργαστήκαμε εποικοδομητικά με τους θεσμούς για να καλύψουμε τις τέσσερις λέξεις-κλειδιά, που αναφέρθηκαν τόσο από την Κριστίν Λαγκάρντ όσο και από τον Γερούν Ντάισελμπλουμ στο τελευταίο Eurogroup: νομοθέτηση, αντικειμενικότητα, αυτοματισμός, αξιοπιστία.
Προτείναμε έναν αυτόματο μηχανισμό αναπροσαρμογής των δαπανών του προϋπολογισμού -με αναφορά σε κάθε υπουργείο και λίγες συγκεκριμένες εξαιρέσεις για λόγους εθνικής ασφάλειας και προστασίας των ασθενέστερων στρωμάτων- ώστε να παράσχουμε την πρόσθετη διασφάλιση που απαιτούν χώρες-μέλη ότι θα είμαστε σε τροχιά για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2018. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί μάς έκαναν πολλές προτάσεις για βελτίωση του μηχανισμού σε ευθυγράμμιση με την απόφαση του Eurogroup, τις οποίες έχουμε συμπεριλάβει. Θα έχετε λάβει την πρότασή μας στην τελική της μορφή μέχρι τη Δευτέρα. Θεωρώ ότι ένας τέτοιος μηχανισμός, σε συνδυασμό με το πακέτο μεταρρυθμίσεων, είναι υπεραρκετός για να κλείσει η πρώτη αξιολόγηση.
Και έρχομαι στο ζήτημα του χρέους, που αποτελεί επίσης μέρος της συμφωνίας του καλοκαιριού. Νομίζω ότι αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα είναι μια ξεκάθαρη δήλωση για μέτρα άμεσης εφαρμογής και μέτρα που θα ληφθούν μελλοντικά (κάτι που θα βοηθήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην ανάκαμψη της χώρας) και ότι το ρίσκο χώρας απομακρύνεται (επιτέλους!) από την ατζέντα.
Οι επενδυτές χρειάζονται μια ξεκάθαρη εικόνα για να επενδύσουν, κάτι που απαιτεί κατ’ ελάχιστον μια ξεκάθαρη ανακοίνωση από το Εurogroup ότι η Ελλάδα είναι στον σωστό δρόμο, βοηθώντας μας έτσι να μετατρέψουμε τον φαύλο κύκλο των δημοσιονομικών μέτρων ύφεσης σ’ έναν ενάρετο κύκλο με βάση την ανάπτυξη. Και δεν είναι ζήτημα μόνο επενδύσεων και ανάπτυξης. Έχουμε μπροστά μας και τη μεταρρυθμιστική κόπωση των Ελλήνων, που βρίσκονται αντιμέτωποι με έξι χρόνια κρίσης και έχουν χάσει το 25% του ΑΕΠ.
Η επιστροφή στην ανάπτυξη λογικά θα μετριάσει την ανάγκη ενός ακόμη γύρου νέων δημοσιονομικών μέτρων, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι θα βοηθήσει μια νέα μεταρρυθμιστική προσπάθεια με στόχο τα πολλά δομικά μας προβλήματα. Αυτό σίγουρα είναι προς το συμφέρον όχι μόνο των Ελλήνων πολιτών, αλλά και των δανειστών μας.
Οπότε, θεωρώ ότι τα στοιχεία για το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης και την παροχή της ελάφρυνσης χρέους υπάρχουν. Η Ελλάδα έχει εκπληρώσει από το καλοκαίρι τη δέσμευσή της για μεταρρυθμίσεις, ενώ ταυτόχρονα έχει αποτελέσει πηγή γεωπολιτικής σταθερότητας σε μια πολύ προβληματική περιοχή, με τον τρόπο που αντιδράσαμε στην προσφυγική κρίση.
Κανείς δεν θα πρέπει να πιστεύει ότι μια ακόμη ελληνική κρίση, οδηγώντας ίσως σ’ ένα ακόμη αποτυχημένο κράτος στην περιοχή (failed state), είναι επωφελής για οποιονδήποτε.
Η κυβέρνησή μου και εγώ θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για μια συνολική λύση. Όμως μια τέτοια λύση θα πρέπει να είναι αξιόπιστη όχι μόνο για τους πιστωτές μας και τους θεσμούς, αλλά και για τους Έλληνες πολίτες, που σε τελική ανάλυση πρέπει να έχουν την «ιδιοκτησία» του προγράμματος και να μπορούν να το διατηρήσουν. Θα ήθελα να πιστεύω ότι είμαστε τόσο κοντά, χωρίς να χρειάζεται να προσθέσω το «αλλά τόσο μακριά».
Με τις καλύτερες ευχές μου
Ευκλείδης Τσακαλωτος