Μία έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα ήταν και σήμερα, όπως και το 2012, κακή επιλογή τόσο για την ίδια όσο και την Ευρωζώνη, αναφέρει άρθρο γνώμης του βρετανικού περιοδικού Economist.

Το νέο ελληνικό νόμισμα θα υποτιμάτο γρήγορα σε σχέση με το ευρώ με ένα ποσοστό που, σύμφωνα με εκτιμήσεις που είχε κάνει το ΔΝΤ το 2012, θα έφθανε το 50%. Μία τόσο μεγάλη υποτίμηση θα προκαλούσε τελικά μία αναθέρμανση της οικονομικής δραστηριότητας, κάνοντας την Ελλάδα πιο ανταγωνιστική.

Ακόμη και στην περίπτωση αυτήν, όμως, σημειώνει ο Economist, θα υπήρχαν πολλά μειονεκτήματα, καθώς το Grexit θα αποτελούσε ένα τεράστιο σοκ για την οικονομία βραχυπρόθεσμα. Η εισαγωγή των νέων χαρτονομισμάτων και κερμάτων θα χρειαζόταν αρκετούς μήνες και αυτό θα δημιουργούσε πιθανόν χάος, παρά το γεγονός ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι κάνουν ηλεκτρονικά τις πληρωμές τους.

Επιπλέον, η Ελλάδα θα έπρεπε να φύγει και από την ΕΕ, κάτι που θα την απέκοβε από την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά (και την οικονομική βοήθεια της ευρωπαϊκής περιφερειακής πολιτικής).

Ο πληθωρισμός θα εκτινασσόταν, καθώς οι πολύ υψηλές τιμές των εισαγωγών θα διαχέονταν στην οικονομία, και, σύμφωνα με την ανάλυση του ΔΝΤ από το 2012, θα έφθανε το 35%. Η αβεβαιότητα από το Grexit θα υπονόμευε τόσο την καταναλωτική όσο και την επιχειρηματική εμπιστοσύνη.

Τα μειονεκτήματα αυτά, σημειώνει ο Economist, θα έκαναν πολύ απίθανη μία ισχυρή ανάπτυξη (boom), όπως αυτή που είχε η Αργεντινή την περασμένη δεκαετία, μετά την αποσύνδεση του νομίσματός της από το δολάριο.

Πιθανόν, η ελληνική οικονομία να έπεφτε και πάλι σε ύφεση, μόλις ένα έτος αφού θα είχε αρχίσει να ανακάμπτει. Το ΔΝΤ είχε εκτιμήσει ότι ένα Grexit θα προκαλούσε επιπλέον ύφεση 8 ποσοστιαίων μονάδων το 2012.

Οι αβεβαιότητες θα διατηρούνταν, καθώς η ελληνική κυβέρνηση θα ήταν εγκλωβισμένη σε νομικές επιπλοκές σαν της Αργεντινής, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να δανεισθεί από το εξωτερικό. Αν και η κυβέρνηση θα μπορούσε να μετατρέψει το εσωτερικό χρέος στο νέο νόμισμα, δεν θα μπορούσε να κάνει το ίδιο με το εξωτερικό χρέος.

Το βάρος του χρέους αυτού, που θα παρέμενε σε ευρώ, θα αυξανόταν δραματικά σε μία ημέρα, καθώς η ελληνική οικονομία και η φορολογική της βάση θα βασίζονταν στην υποτιμημένη δραχμή, γεγονός που θα καθιστούσε αναπόφευκτη μία νέα χρεοκοπία. Μακρές δικαστικές διαμάχες θα ήταν αναπόφευκτες, ιδιαίτερα με τους ιδιώτες κατόχους των αναδιαρθρωμένων το 2012 ελληνικών ομολόγων, τα οποία έχουν εκδοθεί με βάση το βρετανικό δίκαιο.

Από κάποιες απόψεις, σημειώνει ο Economist, η Ελλάδα είναι σήμερα σε καλύτερη θέση να αντιμετωπίσει μία έξοδο από ότι ήταν το 2012. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η κυβέρνηση σημείωσε πρωτογενές πλεόνασμα 2,7% του ΑΕΠ το 2014, ενώ πριν από δύο χρόνια είχε ακόμη υψηλό έλλειμμα (3,6%). Επίσης, το κάποτε απαγορευτικά υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της είναι και πάλι -λιγότερο ή περισσότερο- σε ισορροπία. Συνεπώς, ένα Grexit δεν θα προκαλούσε μία δημοσιονομική ασφυξία και το ισοζύγιο πληρωμών θα ήταν πιο ευέλικτο στην αύξηση των τιμών των εισαγωγών, ενώ θα κέρδιζε από τις μεγαλύτερες εξαγωγές.

Από την άλλη πλευρά, όμως, τονίζει το άρθρο, η Ελλάδα είναι επίσης σε καλύτερη θέση σήμερα να ευημερήσει μέσα στην Ευρωζώνη. Μία αιφνιδιαστική έξοδος θα εμπόδιζε μία υποσχόμενη ανάκαμψη της οικονομίας.

«Μετά τη δραματική ύφεση, κατά τη διάρκεια της οποίας το ΑΕΠ μειώθηκε 27%, η οικονομία ανακάμπτει από τις αρχές του 2014. Είναι τώρα πολύ πιο ανταγωνιστική, μετά τις μεγάλες μειώσεις στο μισθολογικό κόστος», αναφέρει ο Economist, προσθέτοντας: «Το τεράστιο μέγεθος του ελληνικού δημόσιου χρέους, στο 175% του ΑΕΠ, αποτελεί πηγή ανησυχίας. Αλλά, στην πραγματικότητα μεγάλο μέρος του οφείλεται σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης και αυτές έχουν προσφέρει συγκαλυμμένη ελάφρυνσή του μέσω μεγαλύτερων περιόδων αποπληρωμής και με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια.

Οι πληρωμές τόκων για ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού χρέους έχουν επίσης μετατεθεί για μία δεκαετία. Συνεπώς, αν και το ελληνικό χρέος είναι σήμερα πολύ υψηλότερο από ότι πριν από την κρίση, οι πληρωμές για τόκους είναι σήμερα στο 4% του ΑΕΠ έναντι 5% το 2008, όταν το χρέος ανερχόταν στο 109% του ΑΕΠ».

Για την Ευρωζώνη, το ισοζύγιο κόστους και οφέλους είναι επίσης δυσμενές, αναφέρει ο Economist, αν και λιγότερο σε σχέση με το 2012. Το κέρδος ενός Grexit για τους πιστωτές της Ελλάδας θα ήταν η πειθαρχία. «Μία έξοδος θα έδειχνε ότι τα μέλη της Ευρωζώνης πρέπει να τηρούν τους κανόνες της, στέλνοντας ένα ισχυρό μήνυμα σε επαναστάτες πολιτικούς άλλων χωρών της περιφέρειας να ευθυγραμμισθούν».

Ο κίνδυνος μία ευρύτερης διάσπασης της Ευρωζώνης μετά από μία έξοδο της Ελλάδας είναι μικρότερος, λόγω των διάφορων μηχανισμών άμυνας.

Παρά ταύτα, αναφέρει ο Economist, μία έξοδος της Ελλάδας θα αποτελούσε σοκ. Θα οδηγούσε σε μείωση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 1,5% σε 18 μήνες σε μία περίοδο ήδη ασθενικής οικονομικής ανάκαμψης, σύμφωνα με την τράπεζα JP Morgan Chase. Το ξεπούλημα των ομολόγων άλλων χωρών που θα εμφανίζονταν ευάλωτες θα ακολουθούσε φυσιολογικά, καταλήγει το άρθρο.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ