Πέφτει η αυλαία της δίκης σε μία υπόθεση που είχε χαρακτηριστεί για χρόνια ως μέγα σκάνδαλο, οδηγώντας εν πολλοίς στην πτώση την κυβέρνηση Καραμανλή. Η πολύκροτη υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου, με τις αποκαλούμενες «ιερές ανταλλαγές» ακινήτων με το ελληνικό Δημόσιο, αναμένει το πρωί την τελευταία λέξη της Δικαιοσύνης.

Έπειτα από ακροαματική διαδικασία δύο ετών πέφτουν οι τίτλοι τέλους στην υπόθεση αυτή, για να απαντηθεί το καίριο ερώτημα: «Σκάνδαλο ολκής που ζημίωσε τα συμφέροντα του ελληνικού Δημοσίου ή επικοινωνιακή ”φούσκα” που έμελλε να σκάσει στα χέρια της Δικαιοσύνης ύστερα από περίπου οκτώ χρόνια;».

«Αμαρτωλός είμαι, απατεώνας, όμως, δεν είμαι» είχε πει στην απολογία του ο ηγούμενος Εφραίμ, ο οποίος μαζί με τον μοναχό Αρσένιο κι άλλους 12 κατηγορουμένους περιμένει την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας. Ανάμεσά τους η συμβολαιογράφος Αικατερίνη Πελέκη, σύζυγος του πρώην υπουργού της ΝΔ Γιώργου Βουλγαράκη, ο αδελφός της Δημήτρης και ο πατέρας της Διονύσης Πελέκης, δικηγόροι και οι δύο. Στο εδώλιο κάθονται επίσης ο πρώην πρόεδρος της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου (ΚΕΔ) Πέτρος Παπαγεωργίου, ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της ΚΕΔ Κωνσταντίνος Γκράτσιος και ο πρώην διευθυντής της Υπηρεσίας Διαχείρισης Ακινήτων της ΚΕΔ Γεώργιος Μητρόπουλος, ο πρώην γ.γ. του τότε Υπουργείου Γεωργίας Κωνσταντίνος Σκιαδάς, η πρώην διευθύντρια του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης Σταματούλα Μαντέλη και στελέχη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, όπως είναι ο τέως αντιπρόεδρός του Γρηγόρης Κρόμπας, ο τέως σύμβουλος Χριστόδουλος Μπότσιος, καθώς και οι Στέφανος Δέτσης και Ιωάννης Διονυσόπουλος.

Αρχικά, πάντως, οι κατηγορούμενοι έφταναν τους 32, ωστόσο οι 18 εξ αυτών απηλλάγησαν από το Συμβούλιο Εφετών. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Γιάννης Αγγέλου, διευθυντής του γραφείου του τότε πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή.

Αξιολογώντας τα στοιχεία της αποδεικτικής διαδικασίας, η εισαγγελέας της έδρας Βασιλική Κρίνα έχει προτείνει την αθώωση όλων των κατηγορουμένων, με το σκεπτικό ότι δεν προέκυψε η διάπραξη παράνομων πράξεων.

Στην πρότασή της, που έγινε δεκτή από το κατάμεστο ακροατήριο με χειροκροτήματα, η εισαγγελέας τόνισε πως δεν πείστηκε για τον δόλο των κατηγορουμένων, οι οποίοι, όπως είπε, είχαν την πεποίθηση και κυρίως οι κρατικοί λειτουργοί ότι εκτελούσαν σύννομες πράξεις, οι οποίες ελήφθησαν στο πλαίσιο ειλημμένων κυβερνητικών αποφάσεων. Σχετικά με την κατηγορία που αντιμετωπίζουν τόσο ο ηγούμενος της Μονής Βατοπεδίου κ. Εφραίμ όσο και ο μοναχός Αρσένιος ως ηθικοί αυτουργοί των πράξεων των κρατικών αξιωματούχων (κυρίως στελεχών, τότε, της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου), η εισαγγελική λειτουργός υποστήριξε ότι δεν προέκυψε πως έπεισαν κάποιους να παρανομήσουν, ούτε προσωπικό για αυτούς όφελος.

«Πίστευαν και πιστεύουν», είπε η εισαγγελική λειτουργός αναφερόμενη στον ηγούμενο Εφραίμ και τον μοναχό Αρσένιο, «ότι οι παραλίμνιες εκτάσεις και η λίμνη Βιστωνίδα ανήκουν στη Μονή», για να προσθέσει ότι «αποδείχθηκε πως δεν επηρέασαν τους υπαλλήλους της ΚΕΔ, ούτε ότι είχαν οι μοναχοί τη δυνατότητα επιλογής ακινήτων του Δημοσίου, τα οποία τους προσφέρθηκαν για τις ανταλλαγές».

Στην πολύκροτη δίκη παρίσταται ως πολιτική αγωγή το ελληνικό Δημόσιο, το οποίο διεκδικεί από τους κατηγορουμένους συνολική αποζημίωση 234 εκατομμύρια ευρώ, που είναι, όπως λέει, η πραγματική αξία κατά την εκτίμηση των ΔΟΥ των συνολικά 76 ακινήτων που αντάλλαξε το Δημόσιο, ή 69,4 εκατομμύρια, που είναι η αξία των ακινήτων βάσει συμβολαίων. Επίσης, διεκδικεί άλλο 1,8 εκατομμύριο ευρώ για την ηθική βλάβη που υποστηρίζει ότι υπέστη από τις πράξεις των κατηγορουμένων.