Να σταματήσουν την απεργία κάλεσε εκ νέου ο υπουργός Υγείας τους γιατρούς του ΕΟΠΥΥ τονίζοντας ότι χρειάζεται τη βοήθειά τους για τη δημιουργία ενός ισχυρού πρωτοβάθμιου συστήματος φροντίδας υγείας.

Την ανάγκη να σταματήσουν να ταλαιπωρούνται οι πολίτες, λόγω των συνεχιζόμενων απεργιών των γιατρών του ΕΟΠΥΥ, τόνισε για ακόμη μια φορά, σήμερα, ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος φάνηκε αποφασισμένος να βρει με κάθε τρόπο λύση για τους ασφαλισμένους, και κάλεσε τους γιατρούς του ΕΟΠΥΥ σε ανοιχτό διάλογο, καθώς -όπως είπε- ακόμα δεν έχουν οριστικοποιηθεί οι αποφάσεις για τις αλλαγές στον Οργανισμό.

«Η εικόνα της σύγκρουσης δεν εξυπηρετεί κανέναν και κυρίως τους πολίτες. Σέβομαι τους γιατρούς, αλλά τους καλώ να σεβαστούν κι αυτοί τους ασφαλισμένους και να λήξουν την απεργία, ακόμα και σήμερα», είπε ο υπουργός Υγείας, τονίζοντας ότι θα αναζητήσει λύση άμεσα, ενώ επανέλαβε ότι δεν είναι δυνατό να εξαιρεθούν οι γιατροί του ΕΟΠΥΥ από την κινητικότητα, όταν έχουν μπει σ’ αυτήν όλοι οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα.

Όπως έγινε γνωστό, το υπουργείο Υγείας θα φέρει τις προτάσεις του για την αναδιάρθρωση του οργανισμού στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής την ερχόμενη Τετάρτη, ενώ την Παρασκευή αναμένεται να δοθεί το σχέδιο στη δημοσιότητα.

Πάντως, οι γιατροί του ΕΟΠΥΥ πρόκειται να αποφασίσουν αύριο το απόγευμα αν θα συνεχίσουν την απεργία και μετά τις 9 Δεκεμβρίου, με πιο πιθανό το ενδεχόμενο της συνέχισής της, καθώς οι μέχρι τώρα εισηγήσεις προσανατολίζονται προς αυτή την κατεύθυνση.

Την ίδια ώρα, κύκλοι του υπουργείου Υγείας αναφέρουν ότι αν οι γιατροί του ΕΟΠΥΥ συνεχίσουν την απεργία, ενδέχεται να αυξηθεί το πλαφόν των επισκέψεων, από 200 σε 300, για τους ιδιώτες γιατρούς που έχουν συμβάσεις με τον οργανισμό, προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι πολίτες.

Νωρίτερα, ο Αδ. Γεωργιάδης απηύθηνε νέα έκκληση στους γιατρούς του ΕΟΠΥΥ λέγοντας: «εγώ θέλω με πολύ μεγάλη ψυχραιμία να πω για πολλοστή φορά στους γιατρούς του ΕΟΠΥΥ να σταματήσουν αυτή την απεργία. Εμείς δεν θέλουμε να αδικήσουμε κανέναν, ούτε θέλουμε να πετάξουμε κανέναν στο δρόμο. Θέλουμε να φτιάξουμε ένα ισχυρό πρωτοβάθμιο σύστημα φροντίδας υγείας, δημοσίου χαρακτήρα και καθολικής προσβάσεως και σ’ αυτό πρέπει να μας βοηθήσουν οι γιατροί» δήλωσε ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, στον ραδιοσταθμό «Αθήνα 9,84». Ερωτηθείς ποιοι βρίσκονται σε δυσχερέστερη θέση είπε «ενδεχομένως εκείνες οι ιατρικές ειδικότητες οι οποίες δεν ανήκαν ποτέ στην πρωτοβάθμια περίθαλψη και κακώς είχαν τοποθετηθεί εκεί από την αρχή».

Πρόσθεσε ότι το πόρισμα της επιτροπής αξιολόγησης θα βγει στις 6 Δεκεμβρίου και συμπλήρωσε «δεν θέλω καθόλου να κάνω πόλεμο με τους γιατρούς. Το αντίθετο μάλιστα. Δεν έχω καθόλου αυτήν τη διάθεση. Το γραφείο μου είναι πάντα ανοιχτό για να συζητήσουμε τα πάντα, να δούμε τα σχέδια και να δούμε τι καλύτερο μπορούμε να κάνουμε. Με στενοχωρεί πάρα πολύ αυτή η απεργία, όχι για μένα, αλλά για τον κόσμο που ταλαιπωρείται. Αυτή η απεργία πρέπει να σταματήσει, γιατί δεν έχει κανένα νόημα, βασικά. Η μεταρρύθμιση δεν υπάρχει περίπτωση να μη γίνει».

Επίσης, τόνισε «θέλω να ελπίζω ότι σήμερα -απ’ ό,τι γνωρίζω οι γιατροί έχουν γενική συνέλευση- θα αναθεωρήσουν την άποψη για την απεργία και θα τη σταματήσουν. Εάν αυτό δεν συμβεί και συνεχιστεί η απεργία, προφανώς εμείς θα πρέπει να βρούμε εναλλακτικούς τρόπους για να μην ταλαιπωρήσουμε τους ασφαλισμένους μας. Το συνταγματικό δικαίωμα των πολιτών στην παροχή υπηρεσιών υγείας είναι σεβαστό και ιερό. Κατά συνέπεια, ασφαλώς και πρόκειται να δράσουμε. Δεν θα μείνουμε αδρανείς. Εγώ, όμως, σας λέω ότι πριν δράσω και φανώ, ας πούμε, ότι επιδιώκω τη σύγκρουση, περιμένω να δω μη τυχόν οι γιατροί καταλάβουν ότι αυτό που κάνουν είναι λάθος…».

Ερωτηθείς εάν σκέπτεται την επίταξη των γιατρών είπε «πράγματι, στα χέρια της κυβέρνησης υπάρχει κι αυτό το εργαλείο, αλλά σας είπα, εγώ γενικώς είμαι άνθρωπος του διαλόγου -παρά τη φήμη που με ακολουθεί- και θεωρώ ότι όλα αυτά τα μέτρα πρέπει να λαμβάνονται στο τέλος μιας διαδικασίας και όχι στην αφετηρία. Πιστεύω στην πολιτισμένη συνεννόηση των ανθρώπων και εκτιμώ ότι οι γιατροί μπορούν να καταλάβουν ότι τώρα οι εποχές έχουν αλλάξει και είναι ώρα για μεταρρυθμίσεις».