Τα δυτικά Βαλκάνια από την εποχή της πτώσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν πηγή αποσταθεροποίησης και χώρος σύγκρουσης των συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων. Ενδεχομένως για τον λόγο αυτό η οθωμανική διπλωματία είχε αποκαλέσει την ευρύτερη αυτή περιοχή και το Βελιγράδι συγκεκριμένα «καρδιά» των εξελίξεων στην Ευρώπη. Όχι χωρίς λόγο βέβαια.
Μετά τον πόλεμο και την κατάρρευση της πρώην Γιουγκοσλαβίας ο κατακερματισμός του τότε εθνικού κράτους σε επιμέρους Δημοκρατίες επέφερε ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση και ακόμη ισχυρότερη αποσταθεροποίηση των δυτικών Βαλκανίων τα οποία έγιναν ξανά επίκεντρο της σύγκρουσης μεταξύ των ΗΠΑ και των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών από τη μια και της Ρωσίας από την άλλη. Ταυτόχρονα η ίδρυση μουσουλμανικού κράτους στην Βοσνία καθώς και η ρευστότητα θεσμών και κρατικών μηχανισμών σε Αλβανία και Κόσσοβο προκάλεσαν το ενδιαφέρον τόσο της Τουρκίας όσο και γενικότερα των ισλαμικών χωρών για την περιοχή.
Αυτή τη ζοφερή κατάσταση η οποία εγκυμονεί κινδύνους διμερών ή πολυμερών εκρήξεων έρχεται να αντιμετωπίσει η βήμα προς βήμα αποκατάσταση σχέσεων εμπιστοσύνης και καλής γειτονίας καθώς και συνανάπτυξης μεταξύ της Ελλάδας και της Βορείου Μακεδονίας όπως ονομάζεται πλέον επίσημα το νοτιότερο κομμάτι της πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβίας του Τίτο.
Η επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στα Σκόπια, η πρώτη τέτοιου είδους επίσκεψη από την κήρυξη ανεξαρτησίας της Βορείου Μακεδονίας πραγματοποιήθηκε σε ένα εξαιρετικά θερμό και φιλικό κλίμα. Η οικονομία της μικρής αυτής χώρας των Βαλκανίων εξαρτάται άμεσα από τις σχέσεις της με την Ελλάδα. Χώρα ηπειρωτική, χωρίς διέξοδο στη θάλασσα, έχει ανάγκη από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης και από ένα δίκτυο μεταφορών σιδηροδρομικών και οδικών που θα διασφαλίζουν το εξαγωγικό της εμπόριο. Ενεργειακά επίσης εξαρτάται από την ελληνική πετρελαιοβιομηχανία.
Είναι ηλίου φανερότερο επίσης πως ο πληθυσμός αυτής της χώρας επωφελείται από τις μικρές αποστάσεις που χωρίζουν τις δύο αυτές βαλκανικές χώρες ώστε να ικανοποιεί και μία σειρά άλλων αναγκών όσον αφορά στις υπηρεσίες. Τέλος, οι κάτοικοι αυτής της χώρας εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες έχουν σαν τουριστικό προορισμό για τις διακοπές τους την Ελλάδα.
Η Βόρεια Μακεδονία είναι μία χώρα μικρή με σοβαρά προβλήματα πληθυσμιακής ομοιογένειας και με πολύ έντονο το αίσθημα της ανασφάλειας αφού οι σχέσεις μεταξύ του αλβανικού και του σλαβικού στοιχείου ήταν, και δυστυχώς εξακολουθούν να είναι, στη κόψη του ξυραφιού. Υπό την πίεση του κεντρικού προβλήματος των δυτικών Βαλκανίων που είναι το Κόσσοβο και με γείτονες όπως η Αλβανία και η Σερβία αλλά και η Βουλγαρία που εποφθαλμιούν ιστορικά, οικονομικά και πολιτισμικά την ύπαρξη αυτής της μικρής χώρας είναι φυσικό να στρέφεται για την ασφάλειά της στην Ελλάδα.
Η Βόρεια Μακεδονία εδώ και λίγες εβδομάδες είναι μέλος του ΝΑΤΟ και αναγκαστικά, λόγω σοβαρού επιχειρησιακού και επιμελητηριακού προβλήματος, αφού δεν διαθέτει επαρκείς δομές για τις ένοπλες δυνάμεις της, ούτε και τη δυνατότητα αγοράς και χρήσης σύγχρονου στρατιωτικού υλικού είναι υποχρεωμένη σε ένα μεγάλο βαθμό να εξαρτάται αμυντικά από την Ατλαντική Συμμαχία και στη συγκεκριμένη περίπτωση από την Ελλάδα. Επίσης λόγω μικρής αγοράς είναι υποχρεωμένη να συνεργαστεί με έναν οικονομικά ισχυρότερο γείτονα για να διασφαλίζει την οικονομική ανάσα που της είναι απαραίτητη.
Η Βόρεια Μακεδονία απώλεσε την τελευταία δεκαετία εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες της οι οποίοι με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο προτίμησαν να εγκατασταθούν σε χώρες της Ευρώπης αφού δεν υπήρχαν οικονομικές και κοινωνικές δυνατότητες που θα διασφάλιζαν το μέλλον τους σε αυτή τη χώρα. Με μία μικρή βιομηχανία αλλά και μία παρωχημένη αγροτική οικονομία, η Βόρεια Μακεδονία έχει πολύ δρόμο μπροστά της για να καταφέρει να φθάσει το επίπεδο των ευρωπαϊκών χωρών. Έχει έλλειμμα θεσμών και εκσυγχρονισμού των δομών του κράτους και της κοινωνίας. Ευελπιστεί λοιπόν σε μία ταχεία εναρμόνιση τουλάχιστον των υπερδομών της με αυτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ένα μίνιμουμ τουλάχιστον επίπεδο ώστε να διασφαλίσει βήμα-βήμα την ένταξή της στην Ε.Ε. που είναι και ο στρατηγικός στόχος των Σκοπίων.
Η Ελλάδα σε αυτή τη προοπτική είναι αρωγός και η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμευθεί πως θα επιχειρήσει το κατά δύναμιν ώστε να δοθεί ενταξιακή ημερομηνία στη Βόρεια Μακεδονία μέσα στον επόμενο Ιούνιο.
Όλα τα παραπάνω έρχονται να επιβεβαιώσουν την ανάγκη η οποία προκάλεσε το σύνολο αυτών των συμφωνιών στον αμυντικό τομέα, τις μεταφορές, την ενέργεια και το εμπόριο που υπογράφτηκαν στα Σκόπια από τους Αλέξη Τσίπρα και Ζόραν Ζάεφ. Και έχει δίκιο ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας να αποκαλεί ιστορική τη συνάντηση αυτή όσο έχει δίκιο και ο Έλληνας πρωθυπουργός να θεωρεί πως οι δύο αυτές βαλκανικές χώρες επιχειρούν να γράψουν ιστορία τους τελευταίους μήνες.
Προφανώς η ιστορία αυτή γράφεται δύσκολα διότι υπάρχει το ιστορικό παρελθόν και η διαρκείς ενδοβαλκανικές συγκρούσεις του περασμένου αιώνα οι οποίες κληροδότησαν μια βαριά κληρονομιά, ιστορική και πολιτιστική, στους κατοίκους αυτής της πολύπαθης περιοχής.
Η συμφωνία των Πρεσπών δεν πέρασε, ούτε θα περάσει εύκολα, και από τις δύο κοινωνίες. Άλλωστε σε επίπεδο ποσοστών και στις δύο χώρες η πλειοψηφία των πολιτών αρνούνται να προσυπογράψουν αυτή την συμφωνία. Τίποτε δεν θα είναι εύκολο αλλά και τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο. Καμιά φορά, στα προβλήματα που προκαλούνται από την ιστορική κληρονομιά τη λύση την δίνει η οικονομία και η ίδια ζωή.
Τον Αλέξη Τσίπρα συνόδευαν στα Σκόπια δεκάδες επιχειρηματίες από την Ελλάδα οι οποίοι εκπροσωπούν και τις μεγαλύτερες σε όγκο και ισχύ ελληνικές επιχειρήσεις. Το απόγευμα της Τρίτης συνεδρίασε άλλωστε στην πόλη των Σκοπίων, την πόλη όπου ετάφη ο Αλέξης Ζορμπάς, το φόρουμ επιχειρηματικής συνεργασίας των δύο χωρών. Ενδεχομένως εκεί να βρίσκεται και το κλειδί της διαμόρφωσης τω ν μελλοντικών σχέσεων μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων. Τουλάχιστον αυτό άφησε να εννοηθεί οι δύο πρωθυπουργοί στις δηλώσεις τους.
Παρακολουθήστε τις δηλώσεις Ζάεφ – Τσίπρα