Το νερό βρίσκεται στον πυρήνα της βιώσιμης ανάπτυξης και έχει κρίσιμη σημασία για την οικονομική ανάπτυξη, την υγεία των οικοσυστημάτων αλλά και την ίδια την επιβίωση του παγκόσμιου πληθυσμού. Αν και το 70% του πλανήτη καλύπτεται από ωκεανούς, το γλυκό νερό είναι ένα πεπερασμένος και αναντικατάστατος πόρος, ανανεώσιμος μόνο όταν η διαχείρισή του βασίζεται σε ορθές πρακτικές.

Σήμερα, πάνω από 1,7 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν σε λεκάνες ποταμών όπου η χρήση νερού υπερβαίνει τον φυσικό ρυθμό αναπλήρωσης –μια τάση που θα δημιουργήσει πιέσεις για τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΗΕ.

Τι είναι όμως η βιώσιμη διαχείριση των υδατικών πόρων; Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, είναι «η διαχείριση που καλύπτει τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την ικανότητα των μελλοντικών γενιών να καλύπτουν τις δικές τους ανάγκες.

Για πολλούς, η κατάσταση είναι ήδη μη βιώσιμη: σχεδόν 750 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε επαρκείς πηγές πόσιμου νερού, ενώ 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν χωρίς δίκτυο υπονόμων και πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι αναγκάζονται να κάνουν την ανάγκη τους σε ανοιχτούς χώρους.

Οι Αναπτυξιακοί Στόχοι της Χιλιετίας, οι οποίοι συμφωνήθηκαν το 2000, αποσκοπούσαν μεταξύ μεταξύ άλλων να περιορίσουν στο μισό, έως το 2015, τους ανθρώπους που ζουν χωρίς πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό και τουαλέτες. Ο στόχος όμως δεν επιτεύχθηκε, παρά το γεγονός ότι το 2010 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ αναγνώρισε ως ανθρώπινο δικαίωμα την πρόσβαση σε ασφαλές νερό και κατάλληλες συνθήκες υγιεινής.

Τα στοιχεία όμως δείχνουν ότι:

  • Μέχρι το 2050 η οικονομική ανάπτυξη και η διόγκωση του παγκόσμιου πληθυσμού θα έχουν αυξήσει κατά 55% την κατανάλωση νερού.
  • Μέχρι το 2025, τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού ενδέχεται να ζουν σε συνθήκες έλλειψης νερού αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις κατανάλωσης.
  • Οι οικονομικές απώλειες από την ανεπαρκή υδροδότηση και την έλλειψη υποδομών υγιεινής εκτιμάται αντιστοιχεί στο 1,5% του ΑΕΠ στις χώρες που εξέτασε ο ΟΗΕ.
  • Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, το 80% των αστικών και βιομηχανικών αποβλήτων απορρίπτονται χωρίς να περάσουν από υποδομές βιολογικού ή άλλου καθαρισμού.
  • Η γεωργία είναι μακράν ο πιο διψασμένος καταναλωτής, καθώς αντιστοιχεί στο 70% της χρήσης νερού ως παγκόσμιος μέσος όρος. Οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις που ποτίζονται μόνο από τη βροχή έχουν σχεδόν τη μισή παραγωγικότητα από αυτή που θα πετύχαιναν με τις βέλτιστες πρακτικές. Μέχρι το 2050, ο αγροτικός τομέας θα πρέπει να παράγει 60% περισσότερα τρόφιμα από ό,τι σήμερα, ποσοστό που φτάνει το 100% σε ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες.

Η βιομηχανία και ο ενεργειακός κλάδος αντιστοιχούν στο 20% της ζήτησης σε νερό. Στις ανεπτυγμένες χώρες η αναλογία χρήσης γλυκού νερού στη βιομηχανία είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με τον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπου η γεωργία κυριαρχεί στην κατανάλωση νερού.

O εγχώριος τομέας (τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις και οι κυβερνητικές υπηρεσίες μιας οικονομίας) αντιστοιχεί στο 10% της συνολικής χρήσης νερού. Παρόλα αυτά, σχεδόν 750 εκατ. άνθρωποι ζουν χωρίς πρόσβαση σε ασφαλείς πηγές πόσιμου νερού.

Οι πόλεις φιλοξενούν ήδη το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού και μέχρι το 2050 εκτιμάται ότι τα δύο τρίτα ενός παγκόσμιου πληθυσμού 9 δισεκατομμύρια ανθρώπων θα ζουν σε αστικές περιοχές. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αύξησης θα συμβεί σε αναπτυσσόμενες χώρες που θα δυσκολευτούν να ικανοποιήσουν την αύξηση της ζήτησης. Αύξηση αναμένεται και στους πληθυσμούς παραγκουπόλεων που συχνά δεν προσφέρουν ασφαλείς πηγές νερού και υποδομές υγιεινής. Επομένως, η εξασφάλιση υδατικών πόρων για την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική ισότητα και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα συνδέεται στενά με τη βιώσιμη ανάπτυξη των πόλεων.