Σχεδόν πενταπλάσιοι άνθρωποι θα κινδυνεύσουν να πεθάνουν εξαιτίας της ακραίας ζέστης στη Γη τις προσεχείς δεκαετίες, προειδοποιεί διεθνής ομάδα ειδικών σε έκθεση που δημοσιοποιείται σήμερα, τονίζοντας πως «η υγεία της ανθρωπότητας τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο» αν δεν αναληφθεί δράση εναντίον της κλιματικής αλλαγής.
Αν γίνει πραγματικότητα το σενάριο της αύξησης της θερμοκρασίας κατά 2° Κελσίου ως το τέλος του αιώνα –αυτή τη στιγμή, η θερμοκρασία οδεύει να έχει αυξηθεί κατά 2,7° Κελσίου περί το 2100–, οι ετήσιοι θάνατοι εξαιτίας της ζέστης θα αυξηθούν κατά 370% μέχρι το 2050, με άλλα λόγια θα πολλαπλασιαστούν επί 4,7, τονίζεται στην έκδοση για το 2023 κειμένου αναφοράς που δημοσιεύει κάθε χρόνο η ιατρική επιθεώρηση The Lancet.
Η θανατηφόρα ζέστη είναι μόνο μια από τις απειλές για την ανθρώπινη υγεία που αποτελούν συνέπεια της αυξανόμενης χρήσης ορυκτών καυσίμων, επιβεβαιώνει η «Αντίστροφη μέτρηση για την υγεία και την κλιματική αλλαγή», όπως τιτλοφορείται η έκθεση, μερικές εβδομάδες πριν από τη διεθνή σύνοδο για το κλίμα COP28 στο Ντουμπάι, όπου –για πρώτη φορά– θα αφιερωθεί μια μέρα στην υγεία, η 3η Δεκεμβρίου.
Οι συχνότερες ξηρασίες, που εκθέτουν εκατομμύρια ανθρώπους στον κίνδυνο να πεθάνουν από πείνα, ή τα κουνούπια, που φθάνουν ολοένα πιο μακρυά μεταδίδοντας μολυσματικές ασθένειες, καθώς και η αδυναμία των συστημάτων υγείας να αντεπεξέλθουν στην αυξημένη πίεση, είναι ανάμεσα στους άλλους κινδύνους που αναφέρονται στην έκθεση, με συνολικά 47 δείκτες.
Παρά τις ολοένα πιο πιεστικές εκκλήσεις να υπάρξει παγκόσμια δράση, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που οφείλονται στην ενέργεια έφθασαν σε νέα ύψη την περασμένη χρονιά, στηλιτεύει η έκθεση, που προσάπτει ευθύνες στις κυβερνήσεις, στις επιχειρήσεις και στις τράπεζες που επιχορηγούν και επενδύουν ακόμη μαζικά στα ορυκτά καύσιμα, τα οποία προκαλούν την κλιματική αλλαγή.
«Πρόδρομο σύμπτωμα»
Το 2022, οι κάτοικοι όλου του κόσμου εκτέθηκαν, κατά μέσον όρο, σε 86 ημέρες δυνητικά θανατηφόρων θερμοκρασιών, σύμφωνα με την «Αντίστροφη μέτρηση» του Λάνσετ. Κι ο αριθμός των ανθρώπων 65 ετών και άνω που πέθαναν εξαιτίας της ζέστης αυξήθηκε αλματωδώς, κατά 85%, μεταξύ της περιόδου 1991-2000 και 2013-2022, συμπληρώνεται στην έκθεση.
Το κείμενο βλέπει το φως της δημοσιότητας την ώρα που το 2023 αναμένεται να γίνει η πιο θερμή χρονιά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Το ευρωπαϊκό παρατηρητήριο για το κλίμα ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα πως ο φετινός Οκτώβριος ήταν ο πιο θερμός στα χρονικά.
«Ο αντίκτυπος που παρατηρούμε σήμερα ενδέχεται να μην είναι παρά πρόδρομο σύμπτωμα ενός πολύ επικίνδυνου μέλλοντος», τόνισε σε δημοσιογράφους η Μαρίνα Ρομανέλο, η εκτελεστική διευθύντρια της έκθεσης.
Αν γίνει πραγματικότητα το σενάριο της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 2° Κελσίου ως το 2100 ο αντίκτυπος στην ανθρώπινη υγεία θα απογειώσει την υπερβάλλουσα θνησιμότητα.
Περίπου 520 εκατομμύρια άνθρωποι επιπλέον θα βρεθούν αντιμέτωποι με διατροφική ανασφάλεια, μέτρια ως οξεία, στα μέσα του αιώνα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Λάνσετ.
Ενώ οι μολυσματικές ασθένειες που μεταδίδονται και εξαπλώνονται από τα κουνούπια θα επεκταθούν σε νέες ζώνες. Η μετάδοση του δάγκειου πυρετού μπορεί έτσι να αυξηθεί κατά 36%.
Μπροστά στον πολλαπλό αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής, πάνω από το ένα τέταρτο των πόλεων που εξετάστηκαν από τους ερευνητές εξέφρασαν την ανησυχία πως τα συστήματα υγείας τους δεν θα είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν.
«Αφόρητο μέλλον»
«Είμαστε αντιμέτωποι με τη μια κρίση πάνω στην άλλη», τόνισε η Τζορτζιάνα Γκόρντον-Στράαν, εκ των συντακτών της έκθεσης, η πατρίδα της οποίας, η Τζαμάικα, πλήττεται το τρέχον διάστημα από επιδημία δάγκειου πυρετού.
Υπογράμμισε ότι είναι «οι κάτοικοι των πιο φτωχών χωρών, που συχνά ευθύνονται λιγότερο για τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, αυτοί που πληρώνουν το τίμημα του αντίκτυπου στην υγεία» και γενικά «έχουν λιγότερες χρηματοοικονομικές και τεχνικές δυνατότητες να προσαρμοστούν στις θανατηφόρες θερμοκρασίες, στην άνοδο του επιπέδου των θαλασσών, ή στις καταστροφικές ξηρασίες που επιδεινώνονται εξαιτίας της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας».
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, ο Αντόνιο Γκουτέρες, που δεν σταματά να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την κλιματική αλλαγή, αντέδρασε στην έκθεση τονίζοντας πως «η ανθρωπότητα είναι αντιμέτωπη με αφόρητο μέλλον».
«Βλέπουμε ήδη να καταστρέφεται η υγεία και το βιος δισεκατομμυρίων ανθρώπων στον κόσμο, που τίθενται σε κίνδυνο εξαιτίας της ζέστης-ρεκόρ, των ξηρασιών που ρημάζουν τις σοδειές, των αυξανόμενων επιπέδων λιμού, των μεγεθυνόμενων εξάρσεων μολυσματικών ασθενειών, των φονικών καταιγίδων και πλημμυρών», επισήμανε σε ανακοίνωσή του.
Ο Νταν Μίτσελ, που έχει την έδρα για τους κλιματικούς κινδύνους στο βρετανικό πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, στηλίτευσε το ότι οι «ήδη καταστροφικές» προβλέψεις για τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής στην υγεία «δεν έπεισαν τις κυβερνήσεις να μειώσουν επαρκώς τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα για να τηρήσουν τον πρώτο στόχο της συμφωνίας του Παρισιού, τον 1,5° Κελσίου», αναφερόμενος στην επιδίωξη να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας στην υφήλιο.
Για τη Μαρίνα Ρομανέλο, αν δεν υπάρξει αληθινή πρόοδος στον αγώνα εναντίον της κλιματικής αλλαγής και των εκπομπών, «η αυξανόμενη έμφαση για την υγεία στις διαπραγματεύσεις για το κλίμα υπάρχει κίνδυνος να αποδειχθεί πως δεν είναι τίποτα περισσότερο από κούφια λόγια».
Πηγές: ΑΜΠΕ, AFP, Reuters