Σύνταξη – επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης
Οι Βρυξέλλες δεσμεύτηκαν να σταματήσουν να εξάγουν τη ρύπανση τους, αλλά οι έμποροι απορριμμάτων ασκούν πίεση προκειμένου να προστατεύσουν τα επιχειρηματικά τους συμφέροντα. Η Ευρώπη δεν θα βάζει πλέον τα σκουπίδια της προς πώληση και οι πελάτες της δεν είναι ευχαριστημένοι με αυτή την προοπτική.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση που κατηγορείται εδώ και καιρό ότι μεταφέρει τα απόβλητα της σε φτωχότερες χώρες αντί να τα αντιμετωπίζει, αποφάσισε φέτος να περιορίσει τις αποστολές απορριμμάτων, αποτρέποντας την αποστολή ορισμένων υλικών όπως πλαστικά ή χημικά σε χώρες που δεν μπορούν να τα μεταχειριστούν σωστά. Από τους εξαγριωμένους ανακυκλωτές στην Τουρκία μέχρι τους ενδιάμεσους εμπόρους στις Σκανδιναβικές χώρες, οι επιχειρήσεις του εξαιρετικά προσοδοφόρου εμπορίου απορριμμάτων αντιτάσσονται στην απόφαση του μπλοκ πως ορισμένα από αυτά δεν αξίζει να πουληθούν.
Το επιχείρημά τους; Οι νέοι κανόνες προκαλούν σύγχυση, θα βλάψουν τις τοπικές βιομηχανίες που βασίζονται στις εισαγωγές απορριμμάτων και μερικές φορές απειλούν ακόμη και τα ατομικά δικαιώματα.
Για τις Βρυξέλλες, ωστόσο, ο νόμος είναι κομβικός για την εκπλήρωση των πράσινων φιλοδοξιών τους. Ένας μέσος Ευρωπαίος παράγει περίπου 4,8 μετρικούς τόνους απορριμμάτων κάθε χρόνο, από χαρτόνι, πλαστικά και γυαλί μέχρι ιατρικές προμήθειες, ηλεκτρονικά είδη, έπιπλα και ρούχα. Αυτό είναι περίπου ισοδύναμο με το βάρος ενός ελέφαντα.
Ενώ πάνω από το 90% των απορριμμάτων της ΕΕ υφίστανται επεξεργασία τοπικά, εκατομμύρια τόνοι – πάνω από 35 εκατομμύρια τόνοι το 2023 – αποστέλλονται στο εξωτερικό για επεξεργασία ή ανακύκλωση, ποσοστό που έχει αυξηθεί κατά 72% το 2004, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ΕΕ θέλει να μειώσει αυτό το ποσό. Κάνοντας αυτό, σημαίνει ότι εναντιώνεται στο παγκόσμιο βιομηχανικό σύμπλεγμα σκουπιδιών.
Οι συνολικές εξαγωγές αποβλήτων της ΕΕ πέρυσι ανήλθαν στο ποσό των 18,5 δις ευρώ – μη συμπεριλαμβανομένου του 15 έως 30% των αποστολών αποβλήτων που σύμφωνα με εκτίμηση των Βρυξελλών μπορεί να είναι παράνομες. Και όσοι εισπράττουν τα μετρητά δεν θέλουν βέβαια να τα παρατήσουν.
Αυτό έχει φέρει την ΕΕ σε ένα σταυροδρόμι. Είτε αναλαμβάνει την ευθύνη για την αντιμετώπιση της ρύπανσης που δημιουργεί στο εξωτερικό και δημιουργεί εχθρούς στη διαδικασία, είτε θυσιάζει τις πράσινες φιλοδοξίες της προκειμένου να κατευνάσει συμμάχους και επιχειρηματίες.
«Θα εξαρτηθεί πραγματικά από το πώς θα διεξαχθεί η όλη διαδικασία εξαγωγών από τις αρχές της ΕΕ», δήλωσε στο POLITICO η Svitlana Taran, σύμβουλος εμπορικής πολιτικής και ερευνήτρια στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Πολιτικής, σχολιάζοντας τις συνέπειες του νόμου στο παγκόσμιο εμπόριο.
Πράσινος ιδεαλισμός
Οι παράνομες και ανεπαρκώς ελεγχόμενες εξαγωγές αποβλήτων συχνά οδηγούν σε περιβαλλοντική ζημιά και ενέχουν κινδύνους για την υγεία των κοινοτήτων. Για να αποφευχθεί αυτό, οι χώρες έχουν ενωθεί στο πλαίσιο μιας διεθνούς συνθήκης γνωστής ως Σύμβασης της Βασιλείας.
Η σύμβαση απαγορεύει τις εξαγωγές επικίνδυνων αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων παλιοσίδερων, ληγμένων φαρμάκων και χημικών, από πλούσιες χώρες σε λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές. Οι νέοι κανόνες της ΕΕ για τις μεταφορές απορριμμάτων, οι οποίοι επικαιροποιήθηκαν τον περασμένο Απρίλιο και θα τεθούν σε εφαρμογή το 2027, προχωρούν ένα βήμα παραπέρα με την απαγόρευση των εξαγωγών πλαστικών απορριμμάτων.
Πέρα από την πρόληψη της αποστολής επιβλαβών ουσιών στο εξωτερικό, ο νόμος έχει επίσης σχεδιαστεί για να καταστήσει την εμπορία απορριμμάτων πιο δύσκολη, συνολικά.
Απαιτεί από τους εμπόρους να παρέχουν ισχυρές αποδείξεις ότι τα είδη που στέλνουν είναι αρκετά ασφαλή για εξαγωγή και ότι οι αγοραστές συναινούν στην πώληση και έχουν τα μέσα για να χειριστούν τα απόβλητα.
Είναι σημαντικό ότι ο κανονισμός λέει επίσης πως οι κυβερνήσεις πρέπει να λαμβάνουν πίσω τα απόβλητα και να τα χειρίζονται με ασφάλεια όταν αναστέλλεται μια ύποπτη αποστολή που φεύγει από τη χώρα τους. Ουσιαστικά, είναι το πιο αυστηρό σύνολο υποχρεώσεων εξαγωγής απορριμμάτων στον κόσμο.
Νομικές περιπλοκές
Εδώ, όμως, είναι το πρόβλημα: Χωρίς έναν κοινό ορισμό του τι είναι ή δεν είναι απόβλητο, οι αρχές που είναι αρμόδιες για την εφαρμογή των κανόνων δεν είναι πάντα σε θέση να τους επιβάλουν. Όταν οι επιθεωρητές εξετάζουν το φορτίο σε λιμάνια ή στην άκρη του δρόμου, πρέπει να αποφασίσουν επί τόπου εάν αυτό που βλέπουν είναι ασφαλές για εξαγωγή ή όχι – και αυτή η απόφαση μπορεί εύκολα να αμφισβητηθεί.
«Δεν έχω βρει κανέναν τρόπο να εξαλείψω αυτό το πρόβλημα», δήλωσε ο Markus Ollikainen, επικεφαλής της μονάδας περιβαλλοντικών πληροφοριών και μεταφοράς απορριμμάτων στην Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος της Σουηδίας. Η μονάδα του Ollikainen είναι υπεύθυνη για την επιβολή του κανονισμού για τη μεταφορά απορριμμάτων, αλλά αντιμετωπίζει πιέσεις από Σουηδούς που κατηγορούνται ότι προσπάθησαν να στείλουν παράνομα απόβλητα στο εξωτερικό.
Ισχυρίζονται ότι η υπηρεσία δεν έχει το δικαίωμα να κατάσχει τα υπάρχοντά τους – ακόμα κι αν αυτά είναι από τεχνικής σκοπιάς απόβλητα – δεδομένου ότι οι Ευρωπαίοι έχουν θεμελιώδες δικαίωμα στην ιδιοκτησία. Μέχρι στιγμής, οι δικαστές συμφωνούν. «Το δικαστήριο είπε ότι δεν έχουμε το δικαίωμα να επεξεργαστούμε αυτά τα απόβλητα και ότι πρέπει να τα δώσουμε πίσω στους εμπόρους», εξήγησε ο Ollikainen, προσθέτοντας ότι η μονάδα του άσκησε έφεση κατά της απόφασης.
Τα νομικά προβλήματα της Σουηδίας, τα οποία έχουν πλέον παραπεμφθεί στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα μπορούσαν να προμηνύουν μια πολύ μεγαλύτερη πρόκληση για τις Βρυξέλλες: πώς να εξουσιοδοτήσουν τα κράτη μέλη της να εφαρμόζουν πραγματικά τις περιβαλλοντικές πολιτικές. «Έγινε πολύ ουσιαστική δουλειά για να διασφαλιστεί ότι αυτές οι υποχρεώσεις της επιστροφής των απορριμμάτων στη χώρα προέλευσης τους θα λειτουργήσουν καλύτερα – αλλά δεν μπορώ πραγματικά να πω ότι αυτή η κατασταση διευκολύνεται με τον νέο κανονισμό», είπε ένας Σουηδός αξιωματούχος υπό τον όρο ανωνυμίας
Εμπορικοί προβληματισμοί
Επιπρόσθετα, υπάρχουν οι πελάτες της ΕΕ στο εξωτερικό. Τα σκουπίδια της ΕΕ τροφοδοτούν πολλές βιομηχανίες σε άλλες χώρες, όπως η παραγωγή χαρτιού ή το ανακυκλωμένο μέταλλο, για κατασκευές. Οι αυστηρότεροι κανόνες εξαγωγών θέτουν σε κίνδυνο ορισμένες από αυτές τις επιχειρήσεις.
Αρκετές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ινδονησίας, της Ινδίας και της Τουρκίας, έχουν προσφύγει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), μια τυπική διαδικασία κάθε φορά που μια χώρα εισάγει νέους κανονισμούς που επηρεάζουν το εμπόριο αγαθών.
Η Ινδονησία, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι οι χαρτοβιομηχανίες της θα μπορούσαν να «επηρεαστούν σημαντικά από αυτόν τον κανονισμό», επειδή η νομοθεσία της ΕΕ περιορίζει τις εξαγωγές απορριμμάτων χαρτιού, που η Ινδονησία χρησιμοποιεί για την παραγωγή ανακυκλωμένου χαρτιού. Η Τουρκία, εν τω μεταξύ, έχει προειδοποιήσει ότι οι κανόνες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν «τεχνικά εμπόδια στο εμπόριο» και να βλάψουν τις εγκαταστάσεις ανακύκλωσής της που λειτουργούν με εισαγόμενα απόβλητα.
«Αυτές οι ανησυχίες μπορούν να θεωρηθούν δικαιολογημένες δεδομένου ότι οι κανόνες της ΕΕ θέτουν νέους διοικητικούς φόρτους στις χώρες εισαγωγής απορριμμάτων», δήλωσε η Taran, ερευνήτρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πολιτικής. Σύμφωνα με την ίδια οι κανόνες «δεν πρέπει να εμποδίζουν την εξαγωγή απορριμμάτων ως πρώτης ύλης γιατί διαφορετικά θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μέτρο προστατευτισμού».
Όμως οι Βρυξέλλες είναι σε καλή θέση για να στηρίξουν τις αποφάσεις τους. Εάν η Ινδονησία, η Ινδία ή η Τουρκία θέλουν να συνεχίσουν να πιέζουν, θα έπρεπε να υποβάλουν επίσημη καταγγελία στον ΠΟΕ. Όμως το αποτέλεσμα θα ήταν ελάχιστο, δεδομένου ότι το σκέλος επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ βρίσκεται σε αδιέξοδο.
Η Επιτροπή, η οποία παρακολουθεί την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ, ανεφερε ότι οι Βρυξέλλες «εξέτασαν προσεκτικά τα σχόλια από τους εταίρους τους» και θα συνεχίσουν να προσφέρουν «πρακτικές οδηγίες» σε χώρες που θέλουν να συνεχίσουν να λαμβάνουν απορρίμματα της ΕΕ. Ωστόσο, για τις χώρες που βασίζονται σε αυτά τα απόβλητα, η «πρακτική καθοδήγηση» δεν θα άρει το υποκείμενο ζήτημα της ύπαρξης των κανόνων.
Με άλλα λόγια, οι πόλεμοι των σκουπιδιών δεν έχουν τελειώσει.
Πηγή: POLITICO