Μετά από τέσσερις μήνες αναμονής δόθηκε η απάντηση της Επιτροπής στην ερώτηση του Κώστα Χρυσόγονου για τους “πράσινους ισχυρισμούς” προϊόντων, σχετικά με τη περιβαλλοντική επιβάρυνση που προκαλούν.
Συγκεκριμένα ο Ευρωβουλευτής είχε σταθεί σε έρευνα της Επιτροπής, βάσει της οποίας το 76% μη βρώσιμων προϊόντων περιέχουν αόριστους ή και ανακριβείς ισχυρισμούς μη επιβάρυνσης του περιβάλλοντος. Στην καθυστερημένη απάντησή της η Επίτροπος Jourová αναγνώρισε το πρόβλημα, δεν παρουσίασε χειροπιαστά αποτελέσματα αλλά αναφέρθηκε σε δοκιμές που κάνει η Επιτροπή καθώς και σε μελλοντικές κινήσεις που θα αυξήσουν την αποτελεσματικότητα των ελέγχων, χωρίς όμως να έχει συγκεκριμένο πλάνο.
Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης και της απάντησης:
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 76% των μη βρώσιμων προϊόντων περιέχουν «πράσινους ισχυρισμούς», δηλαδή ισχυρισμούς ότι πρόκειται για προϊόντα φιλικά ή έστω λιγότερα βλαβερά προς το περιβάλλον. Τα πράσινα πλεονεκτήματα μπορεί να αφορούν τη σύνθεση, τον τρόπο κατασκευής ή παραγωγής, τον τρόπο που διατίθεται στην αγορά, τη μείωση της ενέργειας ή της μόλυνσης, που μπορεί να προκαλεί κατά τη χρήση του.
Εν τούτοις, όπως κατέδειξε η έρευνα, οι όροι που χρησιμοποιούνται από τις εταιρίες είναι αόριστοι και σε πολλές περιπτώσεις ανακριβείς, εκμεταλλευόμενοι κατ’ αυτό τον τρόπο την οικολογική ευαισθησία των καταναλωτών, με αποτέλεσμα το 44% εξ αυτών να μην εμπιστεύεται αυτού του είδους τις ενδείξεις.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Υπάρχει αρμόδια πανευρωπαϊκή αρχή για τον έλεγχο των περιβαλλοντικών ενδείξεων των προϊόντων;
2. Τι μέτρα σκοπεύει να λάβει η ίδια ώστε να εντατικοποιηθούν οι σχετικοί έλεγχοι (είτε διενεργούνται από τα κράτη μέλη, είτε από πανευρωπαϊκή αρχή) και οι πληροφορίες που αναγράφονται στα προϊόντα να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα;
Απάντηση της κ. Jourová εξ ονόματος της Επιτροπής (25.2.2016)
Αντιμέτωποι με πληθώρα ετικετών ή περιβαλλοντικών ισχυρισμών, οι καταναλωτές της ΕΕ συχνά δυσκολεύονται να διακρίνουν τα προϊόντα και να έχουν εμπιστοσύνη στις διαθέσιμες πληροφορίες. Όπως επισημαίνεται σε πρόσφατη μελέτη της Επιτροπής , οι περιβαλλοντικοί ισχυρισμοί για τα προϊόντα ενδέχεται να μην ικανοποιούν πάντα τις νομικές απαιτήσεις για αξιοπιστία, ακρίβεια και σαφήνεια.
Η οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές (ΟΑΕΠ) παρέχει τη νομική βάση για να διασφαλίζεται ότι οι έμποροι δεν παρουσιάζουν περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς κατά τρόπο αθέμιτο για τους καταναλωτές. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 10 της οδηγίας, η οδηγία «προστατεύει τον καταναλωτή όπου δεν υπάρχει ειδική τομεακή νομοθεσία σε κοινοτικό επίπεδο και απαγορεύει στους εμπορευόμενους τη δημιουργία εσφαλμένων εντυπώσεων για τη φύση των προϊόντων». Σύμφωνα με την οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και τη μεταφορά της στην εθνική νομοθεσία, εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια και τις εθνικές αρχές να προβαίνουν σε κατά περίπτωση αξιολόγηση του κατά πόσον ένας ισχυρισμός είναι παραπλανητικός ως προς το περιεχόμενο ή τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται στους καταναλωτές, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπό του στις αποφάσεις αγορών του μέσου καταναλωτή.
Όπως τονίζεται στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για την κυκλική οικονομία , η Επιτροπή συνεργάζεται με τους ενδιαφερομένους για να γίνουν περισσότερο αξιόπιστοι οι οικολογικοί ισχυρισμοί και θα εξασφαλίσει καλύτερη επιβολή των κανόνων που έχουν τεθεί σε ισχύ, μεταξύ άλλων με επικαιροποιημένες οδηγίες σχετικά με τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, οι οποίες θα εγκριθούν το 2016 . Η Επιτροπή δοκιμάζει επί του παρόντος το περιβαλλοντικό αποτύπωμα προϊόντος , μια μεθοδολογία για τη μέτρηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων και θα διερευνήσει τη χρήση της για τη μέτρηση ή τη γνωστοποίηση των περιβαλλοντικών πληροφοριών. Επίσης, το εθελοντικό οικολογικό σήμα της ΕΕ αφορά προϊόντα που έχουν μειωμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους. Η Επιτροπή θα εξετάσει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά του αφού ολοκληρωθεί ο έλεγχος καταλληλότητας που βρίσκεται σε εξέλιξη.