Οι δύο Κυρίες της Ελληνικής Δικαιοσύνης ενεπλάκησαν στην υπόθεση των Τεμπών, η οποία τείνει να εξελιχθεί σε μείζονα άσκηση πολιτικής εντιμότητας των πολιτειακών παραγόντων που ανήκουν στον βασικό πυρήνα της Πολιτείας. Όπου Πολιτεία, ορίζεται το σύνολο των χαρακτηριστικών που καθορίζουν την Δημοκρατία, τουτέστιν την Republic.
Η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου καθώς και η Εισαγγελέας του Σώματος, αποτελούν σαφέστατες κυβερνητικές επιλογές, αφού τόσο η κυρία Κλάπα όσο και η κυρία Αδειλίνη, αν και βρίσκονταν αρκετά πίσω στην επετηρίδα, «έκοψαν» το νήμα και τοποθετήθηκαν στις επίμαχες θέσεις.
Ανατρέχοντας σε πρόσφατες περιόδους του πολιτικού μας βίου, συμπεραίνουμε πώς και οι δύο μηδέποτε αντιλήφθηκαν παραβιάσεις του Κράτους Δικαίου, ούτε στην υπόθεση NOVARTIS , ούτε σε εκείνη των ΥΠΟΚΛΟΠΩΝ ούτε και σε αυτήν του ΝΑΥΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΠΥΛΟΥ και προφανέστατα ούτε και στην υπόθεση των ΤΕΜΠΩΝ. Παρεμπιπτόντως, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί εντόπισαν σαφέστατες παραβιάσεις των αρχών του Κράτους Δικαίου.
Οι κεφαλές της Δικαιοσύνης ενεργοποιήθηκαν όμως αμέσως, τότε που η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καταδίκασε με ψήφισμα τις παραβιάσεις του Κράτους Δικαίου στη χώρα μας. Ήταν τότε που η Ελληνική Δικαιοσύνη πιάστηκε με τη «Γίδα στην πλάτη» κατά το βουκολικότερον.
Ήταν, επίσης, τότε που η κεφαλή του Θεσμού, αποχώρησε επιδεικτικά από την Βουλή, παραβιάζοντας κάθε κανόνα αστικής ευγένειας, όταν ο Αλέξης Τσίπρας, πρώην πρωθυπουργός ο άνθρωπος, τόλμησε να ασκήσει κριτική στον τρόπο απονομής της Δικαιοσύνης στην χώρα της Φαιδράς Πορτοκαλέας. Προφανώς λησμονήθηκαν (στιγμιαίως;) τα περί ανεξάρτητης Δικαιοσύνης.
Τώρα που τα πράγματα σκουραίνουν και οι πολίτες «συνωμοτούν με το Σύμπαν» για την ικανοποίηση του υπεράνω όλων αξιακού κεκτημένου της ανθρώπινης ύπαρξης, αυτό του Δικαίου, ενεργοποιείται εκ νέου το «σύστημα». Η κεφαλή της Ελληνικής Δικαιοσύνης ενίσταται, ανθίσταται και ομιλεί περί επιθέσεων κατά της Δημοκρατίας. Ομολογουμένως, ο τραγωδός αυτά τα προβλήματα και τις αντιφάσεις που προκαλούνται, τα έχει επεξεργαστεί προ πολλού, έχοντας καταλήξει και σε πόρισμα. Ό,τι και να γίνει, όπως και να το κάνουμε, οι θεατές – πολίτες, με από μηχανής θεό ή όχι, ο Χορός, δηλαδή εμείς όλοι, θα είμαστε με την Αντιγόνη και όχι με τον Κρέοντα.
Οι δύο κεφαλές της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης αισθάνονται την ανάγκη να προσφέρουν αρωγή στην κυβερνητική εξουσία, προκειμένου να εκφοβίσουν εκείνους που αμφισβήτησαν εξ αρχής αλλά και εκείνους υποχρεώθηκαν στη συνέχεια, και εκ των πραγμάτων, να αμφισβητήσουν τους κυβερνητικούς χειρισμούς στην υπόθεση των Τεμπών.
Δεν αντιλήφθηκαν τίποτε το μεμπτό στην αιφνίδια εμφάνιση, σε δημόσια θέα, και μετά από δύο ολόκληρα χρόνια, τριών video που σε πρώτη φάση λειτουργούν υπέρ της «αθώωσης» του πρωθυπουργού απαλλάσσοντάς τον από την κατηγορία (καθ’ ομολογίαν του) της ελλιπούς, ακόμη και ψευδούς καταμαρτύρησης γεγονότων και ενεργειών. Άλλωστε, οι εντεταλμένοι πραγματογνώμονες ταυτοποίησαν την αμαξοστοιχία στα video και όχι τη γνησιότητά τους. Παρά ταύτα, οι κεφαλές της Δικαιοσύνης δε βρήκαν ούτε μία λέξη να καταθέσουν, καυτηριάζοντας την σπουδή συγκεκριμένων δημοσιογραφικών και πολιτικών κύκλων να παρουσιάσουν το πόρισμα των δύο ειδικών ως «ταυτοποίηση γνησιότητας» του μαγνητοσκοπημένου υλικού στις σήραγγες της ΤΡΕΝΟΣΕ. Μηδέποτε οι δύο ειδικοί κατέληξαν σε αυτό το συμπέρασμα. Αναγνώρισαν και ταυτοποίησαν μόνο την εμπορική αμαξοστοιχία. Τελεία και παύλα
Ούτε ενδιαφέρθηκαν οι κεφαλές της Δικαιοσύνης να εξετάσουν τη νομιμότητα της δραστηριότητας των υπαλλήλων της εταιρείας Σεκιούριτι, οι οποίοι εντόπισαν σε κάποια ψηφιακή αποθήκη δεδομένων, στοιχεία τα οποία ποτέ δεν κατέγραψαν οι επίσημες κάμερες του Δικτύου της ΤΡΕΝΟΣΕ. Απλά, έσπευσαν να καλύψουν δια του εκφοβισμού, δηλαδή με την παρέμβαση Εισαγγελέα, όσους αμφισβητούν τη σωστή διαχείριση της ανακριτικής διαδικασίας από τον απολύτως αρμόδιο Εφέτη Ανακριτή.
Θα προτιμούσαμε για τη διάσωση της αξιοπιστίας των θεσμών και των κρατικών υπηρεσιών, να αποδειχθεί η γνησιότητα των τριών video. Ωστόσο, τα ερωτήματα τα οποία εξ ‘ αρχής αιωρούνται, χωρίς να ανιχνεύονται πειστικές απαντήσεις, επιμένουν να βασανίζουν τη συλλογική μας κοινή λογική. Και άντε, τα ανοικτά βαγόνια της εμπορικής αμαξοστοιχίας δεν μετέφεραν αρωματικούς υδρογονάνθρακες. Τα κλειστά; Είναι προφανές πώς έχουν ανιχνευθεί και έχει υπολογιστεί η αναγκαία ποσότητα αρωματικών υδρογονανθράκων, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει αυτήν την έκρηξη. Και εάν είχε τοποθετηθεί αυτή η ποσότητα λαθραία σε κάποιο άλλο σημείο των ή του τρένου; Πώς είναι δυνατόν αυτά τα ερωτήματα να μην έχουν προκαλέσει τη δυναμική παρέμβαση των κεφαλών της Δικαιοσύνης, προκειμένου να διασφαλιστεί ή κατά το ανθρωπίνως δυνατόν άριστη διεκπεραίωση του ανακριτικού έργου;
Θυμίζουμε, αν και θα προτιμούσαμε να το λησμονήσουμε, πως ήταν η κυρία Αδειλίνη, η οποία απευθυνόμενη στην δημοσιογραφικώς ατυχήσασα τότε Ιωάννα Μάνδρου, παρότρυνε τους συγγενείς των θυμάτων της τραγωδίας να απευθυνθούν στην Εκκλησία για παρηγοριά. Έκτοτε, η κυρία Αδειλίνη προσπάθησε να αμβλύνει τις εντυπώσεις, επί ματαίω ωστόσο.
Σε αυτή την χώρα, ως φαίνεται η μνήμη είναι καταδικασμένη να παραμένει κοντή. Η 28η Φεβρουαρίου καταφθάνει. Οι μάσκες κάθε ημέρα που περνά πέφτουν και τα στόματα ανοίγουν. Ήδη, θα έπρεπε να μιλάμε για το «Άγος των Τεμπών». Δηλαδή για ένα, όπως προκύπτει, πρωτόγνωρο ηθικά συλλογικό τραύμα που απαιτεί τιμωρία – κάθαρση επί των πραγματικών και όχι των εικονικών ενόχων. Διότι, αλλιώς και πάλι θα επέμβει ο τραγωδός. Και όπως πάντα θα είναι άτεγκτος.