Π.Κ.

Επιτέλους, η πρώτη φάση συλλογικής ψυχοθεραπείας έληξε επιτυχώς. Ο Ντάνος αξιοκρατικά αντικαθιστά τον Μπογδάνο. Το συλλογικό υποσυνείδητο του κάθε ψηφοφόρου μπορεί να αναπαύεται ήσυχο στην ξαπλώστρα του. Έπειτα από ένα πεντάμηνο συγκλονιστικών εξελίξεων σε ένα πάμφτωχο νησί της Καραϊβικής η Αθηναϊκή Κοινωνία ανέδειξε τον σύγχρονο ήρωά της, τη μετενσάρκωση του Νίκου Ξανθόπουλου, ένα παλληκάρι πτωχό πλην όμως τίμιο, που λατρεύει τη μαμά του, προσεύχεται τρεις φορές την ημέρα, σταυροκοπιέται 333 φορές το εικοσιτετράωρο και ασπάζεται 666 φορές τα κομποσκοίνια που έχει δεμένα στους καρπούς του.

Πρόκειται για έναν ευσυγκίνητο βιοπαλαιστή, τσαντίλα τύπο, που με το ιδρωμένο κορμί του που ανέδιδε την αυθεντική βαρβατίλα του Αιγαιοπελαγίτη αλιέα έκανε τις νοικοκυρές και τα κοριτσόπουλα να αναστενάζουν κρυφά τα βράδια πίσω από τις βαριές κουρτίνες. Έξοχο δείγμα Νεοέλληνα που μαζί με το εκ Κύπρου ταίρι του, στο reality εννοώ και δεν υπονοώ, κατάφερε να μονοπωλήσει τον υφέρποντα ερωτισμό χωρίς όμως την πολυπόθητη ολοκλήρωση. Άλλωστε, αυτό ήταν και το κόλπο. Το reality θα έπρεπε να περιοριστεί αυστηρά στα όρια της φαντασίωσης χωρίς ποτέ να τα διαβεί. Κάτι το εντελώς ουδέτερο, ευνουχισμένο, ανέραστο.

Ο Ντάνος τα είχε όλα αυτά από την αρχή. Γυμνασμένο κορμί χωρίς τις υπερβολές που προσδίδουν οι ουσίες στα γυμναστήρια, βλέμμα αρπακτικού αλλά δακρύβρεχτου ενίοτε, μία φάτσα υγρή και ένα σώμα ιδρωμένο και μία κουλτούρα ελληνικού κινηματογράφου της δεκαετίας του ’60 στην παρακμή του, με έντονο το στοιχείο της διαπάλης μεταξύ του θύματος και του θύτη και του διπόλου Ξανθόπουλου – Μάρθας Βούρτση.

Τι δουλειά έχει ο Μπογδάνος σε όλα αυτά; Καμία, αλλά στην τηλεοπτική πραγματικότητά μας όλα συνδέονται. Κανείς δεν έκλαψε με το φευγιό των άρτιων συναδέλφων Βασίλη Λυριτζή και Στρατή Τριλίκη από τον τηλεοπτικό σταθμό. Όλοι ασχολήθηκαν με τον συζυγικό καβγά του Μπογδάνου με το κανάλι λόγω «ξεστρατίσματος».

Ας όψεται το lifestyle της ενημέρωσης. Λες και δεν ήξεραν εκεί κάτω στο Φάληρο ότι το συμβόλαιο έληγε, ότι οι εκλογικές λίστες έχουν ανοίξει, ότι το παιδί αυτό θα έκανε τα πάντα ώστε να αποχωρήσει ικανοποιώντας το υπερσυντηρητικό, εθνικιστικό, ψεκασμένο, αντιευρωπαϊκό και τέλος θεοσεβούμενο μέχρις υπερβολής κοινό του. Βλέπετε γιατί ο κάθε «Ντάνος» μπορεί να εξελιχθεί σε «Μπογδάνο» ανάλογα με τα γούστα και τις συνθήκες. Δεν χρειάζεται και τίποτε το εξειδικευμένο άλλωστε. Λίγος χυλός, πολλή ρευστότητα, λίγο ύφος και πολύ θράσος.