ΠΚ
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι, με αφορμή τη δικαστική εξέλιξη στην υπόθεση Λιγνάδη, επιχειρείται ένα ανούσιο όσο και αποπροσανατολιστικό παίγνιο με αιχμή την αποφυλάκιση ενός καταδικασθέντος για δύο βιασμούς.
Η Νέα Δημοκρατία, η κυβέρνηση και το Μαξίμου ισχυρίζονται πως ο Λιγνάδης αποφυλακίζεται βάσει διάταξης που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2019.
Τη θέση αυτή πρωτοανέφερε ο συνήγορος του Δημήτρη Λιγνάδη, ο Αλέξης Κούγιας. Μάλιστα, ο δικηγόρος ζήτησε από τον ΣΥΡΙΖΑ να ζητήσει συγγνώμη για όσα έχει διατυπώσει από τη στιγμή της ανακοίνωσης της απόφασης του δικαστηρίου, με οριακή πλειοψηφία 4 προς 3, για την αποφυλάκιση του καταδικασθέντος.
Τα πράγματα είναι όμως πολύ διαφορετικά:
- Η διάταξη βάσει της οποίας αποφυλακίζεται ο Λιγνάδης ισχύει από το 2010 ως έχει, αυτούσια, χωρίς καμία αλλαγή, και όχι από το 2019. Ενσωματώθηκε ως έχει στον νέο Ποινικό Κώδικα. Το δικαστήριο ανέκαθεν είχε την ευχέρεια να αποφασίζει στη βάση διάταξης που επιτρέπει την υπό όρους αποφυλάκιση καταδικασθέντος έως την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό.
- Το πραγματικό ζήτημα που προκύπτει δεν έχει καμία σχέση με την όποια διάταξη και τη χρονολογία ισχύος της. Το πραγματικό θέμα το οποίο απασχολεί την κοινή γνώμη είναι το γιατί ένας πολίτης που καταδικάστηκε για δύο βιασμούς σε δωδεκαετή φυλάκιση αποφυλακίζεται και θα παραμείνει εκτός φυλακής έως την εκδίκαση της εφέσεως. Πώς συνάδει αυτή η απόφαση με το κοινό περί δικαίου αίσθημα και πώς πείθεται ο Έλληνας πολίτης πως η Δικαιοσύνη «έπραξε εις το ακέραιον το έργον της»;
Αντί απαντήσεως επί του ζητήματος, έχουμε αποπροσανατολιστικές τοποθετήσεις της κυβέρνησης και του «Συστήματος» επί δευτερευόντων θεμάτων ψευδοδικανικού χαρακτήρα.
Τον ασκό του Αιόλου άνοιξε, λοιπόν, η απόφαση του Μικτού Δικαστηρίου της Αθήνας να κρίνει ένοχο τον Δημήτρη Λιγνάδη για δύο βιασμούς και, τελικά, να τον αφήσει ελεύθερο με περιοριστικούς όρους, λόγω αναστολής εκτέλεσης της ποινής έως την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό.
Ας παρακολουθήσουμε την εξέλιξη αυτής της υπόθεσης από τη στιγμή που ανακοινώθηκε η απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου.
Δριμεία ήταν η κριτική που διατυπώθηκε κυρίως από όλες τις αντιπολιτευόμενες πολιτικές δυνάμεις, και όχι μόνον, επί της δικαστικής απόφασης, όπως και η κατακραυγή των παρευρισκόμενων στη δίκη για την απόφαση με λέξεις όπως «ντροπή» και «ξεφτίλες», αλλά και χρηστών των κοινωνικών δικτύων, που έκαναν χιλιάδες αναρτήσεις.
Ας δούμε μερικές από αυτές:
Νάσος Ηλιόπουλος (ΣΥΡΙΖΑ): «Το μόνο που μπορεί να πει κανείς είναι: ντροπή»
Ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Νάσος Ηλιόπουλος ανέφερε: «Όταν άρχισαν οι αποκαλύψεις, ο κ. Μητσοτάκης και η κυρία Μενδώνη επί είκοσι ημέρες προσπαθούσαν να κουκουλώσουν την υπόθεση δημιουργώντας μια ευνοϊκή περιρρέουσα ατμόσφαιρα για τον βιαστή και τότε καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Δημήτρη Λιγνάδη, την ίδια ώρα που στοχοποιήθηκαν τα θύματα που είχαν το σθένος να μιλήσουν. Η ατμόσφαιρα αυτή αποτυπώθηκε και στην απόφαση του δικαστηρίου. Το μόνο που μπορεί να πει κανείς είναι: ντροπή».
Σία Αναγνωστοπούλου (ΣΥΡΙΖΑ): «Πάντως ο Λιγνάδης είναι βιαστής»
Στο ίδιο μήκος κύματος και η τομεάρχης Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ, Σία Αναγνωστοπούλου, η οποία σημείωσε: «Ο Λιγνάδης είναι βιαστής με απόφαση της Δικαιοσύνης. Ο Λιγνάδης είναι βιαστής ανηλίκων με απόφαση της Δικαιοσύνης. Ο Λιγνάδης καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης δώδεκα χρόνων για βιασμό δύο ανηλίκων. Η απόφαση να αφεθεί ελεύθερος με αναστολή προσκρούει στον πυρήνα της ίδιας της δικαστικής απόφασης. Προσκρούει στο κοινό περί δικαίου αίσθημα. Πάντως, ο Λιγνάδης είναι βιαστής».
Οργισμένη αντίδραση Γιάννη Οικονόμου (κυβερνητικός εκπρόσωπος)
Από την αντίπερα όχθη, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου ανέφερε ότι «μια δικαστική απόφαση γίνεται αντικείμενο χυδαίας κομματικής εκμετάλλευσης». «Μόνο ένα κόμμα που έχει αποφασίσει να πορευτεί μέσα στον βούρκο και στην αθλιότητα θα επιχειρούσε να μετατρέψει σε αντικείμενο χυδαίας κομματικής εκμετάλλευσης μια δικαστική απόφαση για υπόθεση βιασμού», είπε και πρόσθεσε:
«Αρχικά με ανακοίνωση της τομεάρχου Πολιτισμού Σίας Αναγνωστοπούλου χαρακτήριζε την καταδίκη Λιγνάδη “νίκη του δικού μας ηθικού και αξιακού συστήματος”, επιχειρώντας να καπηλευθεί πολιτικά μια δικαστική απόφαση για υπόθεση μάλιστα ποινικού και όχι πολιτικού ενδιαφέροντος. Στη συνέχεια ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Ηλιόπουλος επιχείρησε να χρεώσει τη δικαστική απόφαση για απόλυση του κ. Λιγνάδη με περιοριστικούς όρους, στον πρωθυπουργό και στην υπουργό Πολιτισμού!».
Ο κ. Οικονόμου συμπλήρωσε: «Πρόκειται για μια άθλια συκοφαντία, για τον ορισμό της τοξικότητας, που συνιστά δολοφονία χαρακτήρων και υπονόμευση των θεσμών. Αυτά είναι που συνιστούν τον “τραμπισμό αλά γκρέκα”. Η στάση του αυτή είναι όνειδος για ελληνικό κοινοβουλευτικό κόμμα».
Λάδι στη φωτιά έβαλε ο Κούγιας
Ο κ. Κούγιας, σε επιστολή του προς τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ανέφερε: «Σήμερα, ο εκπρόσωπος τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και πολλοί βουλευτές και πρώην υπουργοί, ενώ η πρόεδρος και οι τακτικοί δικαστές του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου των Αθηνών αποφάσισαν ότι ο κύριος Δημήτρης Λιγνάδης είναι αθώος όλων των πράξεων για τις οποίες κατηγορήθηκε, και ενώ γνωρίζουν ότι τον κύριο Λιγνάδη καταδίκασαν, με πλειοψηφία μίας ψήφου, ένορκοι που και τον νόμο δεν γνωρίζουν και -το κυριότερο- ότι αυτοί παραπλανήθηκαν από αγράμματους νομικά και ασυνείδητους ηθικά, παρουσιαστές και παρουσιάστριες lifestyle εκπομπών της τηλεόρασης, που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι όχι η δημοσιογραφία, αλλά μόνο η τηλεθέαση μέσα από ένα ατελείωτο κουτσομπολιό, τόλμησαν, πάλι για ψηφοθηρικούς και μόνο λόγους, να αμφισβητήσουν τη σημερινή απόφαση της ανεξάρτητης ελληνικής Δικαιοσύνης, η οποία αποφάσισε, εφαρμόζοντας έναν νόμο και συγκεκριμένα το άρθρο 497 παράγραφος 8 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, τον οποίο μόνο το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε, δεν υπήρχε στον προηγούμενο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και το οποίο άρθρο διατάσσει τους δικαστές και τα δικαστήρια να αποφασίζουν υποχρεωτικά την αναστολή εκτελέσεως της ποινής όταν ο κατηγορούμενος που καταδικάστηκε:
- έχει μόνιμη και γνωστή κατοικία στην Ελλάδα,
- δεν είναι ύποπτος φυγής,
- δεν έχει προετοιμάσει τη φυγή του στο εξωτερικό,
- δεν είναι φυγόποινος,
- δεν είναι φυγόδικος,
- δεν έχει καταδικαστεί για κακούργημα και
- δεν υπάρχει φόβος να διαπράξει, εάν μείνει ελεύθερος, εγκλήματα.
Ο κύριος Λιγνάδης καταδικάστηκε με ψήφους τέσσερις έναντι τριών αθωωτικών για μια πράξη που τελέστηκε τον Μάρτιο του 2015, δηλαδή πριν επτά ολόκληρα χρόνια, χωρίς επί επτά χρόνια, ζώντας ελεύθερος, να έχει διαπράξει έστω και τροχαία παράβαση και έχοντας επί σχεδόν πενήντα έτη λευκό ποινικό μητρώο.
Επομένως, σύμφωνα με τον νόμο που έφερε προς ψήφιση στη Βουλή, ο ασκηθείς μαζί μου ως δικηγόρος, πρώην συνεργάτης του Γραφείου μου, τότε υπουργός Δικαιοσύνης, Μιχάλης Καλογήρου, τον οποίο παμψηφεί ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ και ήταν έναν από τα σωστότερα και αρτιότερα νομοθετήματα μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, το δικαστήριο έπρεπε υποχρεωτικά να αφήσει ελεύθερο τον κύριο κατηγορούμενο, διότι διαφορετικά θα παραβίαζε με ακραίο τρόπο τον νόμο και τα δικαιώματα του κατηγορουμένου.
Μετά από όλη αυτή τη νομική ανάλυση, είμαι βέβαιος ότι τόσο ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ όσο και όσοι παραπλανήθηκαν αγνοώντας αυτό που πριν τρία χρόνια ψήφισαν, θα ζητήσουν συγγνώμη τόσο από τους τακτικούς δικαστές όσο και από ολόκληρο τον ελληνικό λαό για το λάθος το οποίο διέπραξαν με αυτές, λόγω αγνοίας νόμου, τις τοποθετήσεις.
Επιτέλους, οι πολιτικοί, ανεξαρτήτως κόμματος και χρώματος, να αφήσουν τη Δικαιοσύνη έξω από τα πολιτικά παιχνίδια τους, γιατί προκαλεί τουλάχιστον θυμηδία, όταν οι δικαστικές αποφάσεις τούς εξυπηρετούν, να υπερηφανεύονται γι’ αυτές, και όταν τους βλάπτουν πολιτικά, να επιτίθενται σ’ αυτές».
ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: «Τίνος το πολιτικό παιχνίδι παίζει ο κ. Κούγιας;»
«Όπως πολύ καλά γνωρίζει ο κ. Κούγιας, το άρθρο 497 παρ. 8 του ΚΠΔ ισχύει σήμερα ακριβώς όπως ίσχυε από το 2010, πριν δηλαδή από τη μεταρρύθμιση του 2019.
Μετά την υπερασπιστική γραμμή που ακολούθησε, ότι ο κ. Λιγνάδης είναι δήθεν θύμα πολιτικής σκευωρίας του ΣΥΡΙΖΑ και την καταδίκη για δύο βιασμούς ανηλίκων, το ερώτημα που γεννάται είναι για ποιον λόγο προσπαθεί να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη; Τίνος το πολιτικό παιχνίδι παίζει;».
Η απάντηση της «Αυγής»:
«Από τον διορισμό Λιγνάδη με απευθείας ανάθεση μέχρι την 20ήμερη προσπάθεια της κυβέρνησης να ξεπλύνει τον καταδικασθέντα για βιασμούς ανηλίκων.
Ο βιαστής ανηλίκων Δημήτρης Λιγνάδης από σήμερα θα κυκλοφορεί ελεύθερος, μετά τη χθεσινή δικαστική απόφαση που προκάλεσε δικαιολογημένα κατακραυγή.
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, μετά από πέντε μήνες και τριάντα συνεδριάσεις, επέβαλε αρχικά την ποινή κάθειρξης 12 ετών κατά συγχώνευση στον Δημήτρη Λιγνάδη. Λίγο αργότερα αποφάσισε κατά πλειοψηφία να δοθεί ανασταλτικό αποτέλεσμα στην έφεσή του, με αποτέλεσμα ο Δημήτρης Λιγνάδης να βρεθεί εκτός φυλακής με περιοριστικούς όρους: απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, παρουσία στο αστυνομικό τμήμα κάθε 1η, 10η και 20ή του μήνα και καταβολή εγγύησης 30.000 ευρώ έως 28 Ιουλίου.
Ενδιαφέρον έχει να γίνει μια σύντομη αναδρομή στο παρελθόν και να υπενθυμιστεί η ατμόσφαιρα που δημιούργησε η κυβέρνηση όταν έγιναν οι αποκαλύψεις για τον τότε καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.
Αρχικά να τονίσουμε ότι ο Δημήτρης Λιγνάδης επιλέχθηκε από την κυβέρνηση για τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή της πρώτης σκηνής της χώρας, με απευθείας ανάθεση, για “λόγους δημοσίου συμφέροντος”, ακυρώνοντας γι’ αυτό νόμο για την πλήρωση των θέσεων των καλλιτεχνικών διευθυντών στους εποπτευόμενους φορείς διά διαγωνισμού.
Επί είκοσι ημέρες η κυβέρνηση Μητσοτάκη διά της Λίνας Μενδώνη προσπαθούσε με συνεχείς παρεμβάσεις της αρχικά να καλύψει και στη συνέχεια να ξεπλύνει τον καταδικασθέντα για βιασμούς ανηλίκων Λιγνάδη.
Την Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2021, όταν οι φήμες οργίαζαν για τον Δημήτρη Λιγνάδη, ακόμα και για ενδεχόμενη παραίτησή του, η Λίνα Μενδώνη με δελτίου Τύπου φροντίζει να τις διαψεύσει, ξεκαθαρίζοντας πως δεν είχε λάβει καμία απόφαση να του ζητήσει την παραίτησή του. Μάλιστα, πίσω από την έντονη φημολογία εκείνων των ημερών η υπουργός Πολιτισμού έβλεπε “σκοπιμότητες”.
Συγκεκριμένα, ανέφερε στο εν λόγω δελτίο Τύπου:
Οι αποφάσεις της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού ανακοινώνονται αποκλειστικά μέσω των δελτίων Τύπου του ΥΠΠΟΑ και όχι από ιδιωτικά προφίλ στα social media. Κάθε άλλη “αξιόπιστη πληροφορία” είναι παραπλανητική και εξυπηρετεί ασαφείς σκοπιμότητες».