Και… ξάφνου, εμφανίστηκαν δημοσκοπήσεις, σαν έτοιμες από καιρό.
 

Γράφει ο Γιώργος Μιχάλακας

 

Ήταν 5 Αυγούστου όταν επισημοποιήθηκε το σκάνδαλο μεγατόνων

που εσοβούσε επί μέρες στην πολιτική σκηνή τής χώρας

και κατεδείκνυε τις παρακρατικές μεθόδους τής κυβέρνησης Μητσοτάκη·

ο Γρηγόρης Δημητριάδης, διευθυντής στο «Μαξίμου»,

και ο Παναγιώτης Κοντολέων, διοικητής τής «Ε.Υ.Π.»,

έθεταν τις παραιτήσεις τους στη διάθεση τού εφέντη τους

(επί τής ουσίας, βεβαίως, επρόκειτο για εσπευσμένες απομακρύνσεις), 

προκειμένου αυτός να έσωζε τον εαυτούλη του

υπό το βάρος των καταιγιστικών αποκαλύψεων

για τις παρακολουθήσεις-υποκλοπές που διεπράχθησαν -κατ’ εντολήν του-

με θύματα τον νυν αρχηγό τού «ΠΑ.ΣΟ.Κ.-ΚΙΝ.ΑΛ.», Νίκο Ανδρουλάκη,

και τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη.

 

Δύο από τις πλέον νευραλγικές θέσεις τού κρατικού μηχανισμού έμεναν τώρα κενές,

καθώς οι κάτοχοί τους

-ήτοι, ο εξ απορρήτων ανιψιός τού Μητσοτάκη, 

και ο «ομονοιακός παπατζής»  

(ο οποίος, όντας πρόσωπο τής απολύτου εμπιστοσύνης τού επικίνδυνου γόνου,   

τοποθετήθηκε ως δερβέναγας στην «Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών»

και χρειάστηκε να αλλάξει ο νόμος επί τα χείρω

για να αναλάβει τη συγκεκριμένη νευραλγική θέση,  

διότι δεν διέθετε τα έως τότε απαιτούμενα μορφωτικά προσόντα)-

οδηγούνταν επί τής ουσίας σε αναγκαστική και εσπευσμένη απομάκρυνση,

προκειμένου να περιοριζόταν το πολιτικό κόστος από αυτήν την εξαιρετικώς όζουσα υπόθεση.

 

Παραδόξως (sic),

το μείζον εθνικό θέμα που σε οποιανδήποτε ευνομούμενη χώρα θα επέφερε την πτώση τής Κυβέρνησης

και την ακαριαία προκήρυξη εκλογών,

δεν είχε την ανάλογη κατάληξη στην τεταρτοκοσμική Νεοελληνική Μπανανία·

τουναντίον, ήταν εξόφθαλμες και πασίδηλες οι προσπάθειες συγκάλυψης.

Όμως, 

ακριβώς επειδή ήταν τέτοια η δυναμική των γεγονότων και των εξελίξεων

που δεν καθίστατο εφικτή η Αποσιώπηση,

μπήκε σε πρώτο πλάνο το σχέδιο που λέγεται «Υποβάθμιση».

 

Τι κι αν σύσσωμη η Αντιπολίτευση απαιτούσε το άμεσο άνοιγμα τής Βουλής·

φρούδα απαίτηση,

αφού -ως γνωστόν- οι ψεύτες και οι απατεώνες επιζητούν πάντοτε πίστωση χρόνου,

ώστε να ετοιμάσουν την άμυνά τους και να στήσουν προσεκτικώς τα μυθεύματά τους.

Εδώ, μάλιστα, υπήρχε και ένα χρυσό άλλοθι,

διότι η επερχόμενη χριστιανική εορτή τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου

ελειτουργούσε ως -προσωρινή μεν, πλην όμως λυτρωτική- παραπομπή στις καλένδες.

Σιγά μην εθυσίαζε ο θλιβερός πρωθυπουργός τα μπάνια του,

σιγά μην ετάραζε -«ψυχοπονιάρης» καθώς είναι- τα «Μπάνια τού Λαού»,

σιγά μην αψηφούσε το επονομαζόμενο ως «“Πάσχα” τού Καλοκαιριού», το «Δεκαπενταύγουστο».

 

Το Έθνος έπρεπε πρώτα να κάνει τις διακοπούλες του,

η χώρα είχε αφήσει τα κλειδιά στον έμπιστο γείτονα Ερντογάν,

και όταν με το καλό επέστρεφαν άπαντες στις εστίες τους

θα ξεκινούσαν στις 22 Αυγούστου οι εργασίες τής Ολομέλειας  

(σημειωτέον ότι στις 8 Αυγούστου,

μόλις τρεις ημέρες μετά τις «παραιτήσεις-βόμβες»,

ο Κούλης Μητσοτάκης προέβη στην υπέρτατη αυταπαρνητική πράξη

να διακόψει προς στιγμήν τις διακοπές του

και να απευθύνει ένα σύντομο διάγγελμα προς τούς πολίτες,

όπου κινούταν ανάμεσα στην Αυτο-Θυματοποίηση, την Κινδυνολογία και τη Συνωμοσιολογία,

ενώ κατόπιν εσυνέχισε απερίσπαστος τις τουριστικές δραστηριότητές του).

 

Φευ· ο χρόνος κυλάει γρήγορα και κυρίως κυλάει αδιάλειπτα.

Έτσι, τρεις ολόκληρες εβδομάδες αφ’ ότου υπήρξε η επίσημη παραδοχή τού σκανδάλου,

είχε φτάσει η αναπόφευκτη στιγμή

που θα διεξαγόταν η πολυαναμενόμενη συζήτηση μεταξύ των πολιτικών αρχηγών. 

Όμως…

 

Όμως, όπως αντιλαμβάνεται κάθε νουνεχής άνθρωπος,

το μεσολαβήσαν διάστημα είναι τεράστιο για ποικίλους σημαντικούς λόγους.

 

Κατ’ αρχάς,

υπήρξε επαρκέστατο περιθώριο ώστε να δασκαλευτεί ο ζημιογόνος «ομονοιακός παπατζής»

και να μην υποπέσει μελλοντικώς -όταν θα κληθεί να καταθέσει για τα πεπραγμένα του-

σε νέα γκάφα που θα ήταν «ταφόπλακα» για τη νυν κυβέρνηση.

 

Επίσης επαρκέστατο περιθώριο υπήρξε,

ώστε να καταστραφούν ενοχοποιητικά στοιχεία 

που θα απεδείκνυαν έτι περαιτέρω το «παρακράτος Μητσοτάκη»,

ενώ ετοιμάστηκε και ένα ολοκληρωμένο σχέδιο συγκάλυψης

που συμπυκνώνεται στο σεσημασμένο πολιτικάντικο σύστημα «Πετάμε την μπάλα στην εξέδρα.»· 

τρανό πειστήριο αυτής τής συνειδητά ασυνείδητης επιλογής

είναι η απέλπιδα πρεμούρα που εκφράζει η λερωμένη και υπόλογη «Νέα Δημοκρατία»

για έρευνα που θα συμπεριλαμβάνει και την περίοδο τής διακυβέρνησης τού «ΣΥ.ΡΙΖ.Α.»,

μπας και επιτευχθεί στο βαλτώδες μυαλό των ούγκανων ψηφοφόρων ο Συμψηφισμός.

 

Τα «fake news» διοχετεύονται τσουναμηδόν προς τα συστημικά «Media» και προς τα «Social Media»,

ως αντιπερισπασμός και αποπροσανατολισμός.

Στόχος, η παγίωση τής εγκληματικά στρεβλής και εθνικά μειοδοτικής αντίληψης

«Τα ίδια κάνουν όλοι… Όλοι ίδιοι είναι…

Γιατί να ψηφίσουμε τούς άλλους και να αντικαταστήσουμε αυτούς,

αφού και οι άλλοι, ίδιοι με αυτούς είναι.». 

 

Ως εκ τούτων,

ο «υποκλοπέας Μητσοτάκης» -προκειμένου να σώσει τον εαυτούλη του-

επιδόθηκε στο μαφιόζικων χαρακτηριστικών «Άλμα Λογικής και Ηθικής»

που θέτει την Κοινωνία σε απόλυτο κίνδυνο σήψης:

«Ένοχοι Εμείς, Ένοχοι Εσείς, Αθώοι Άπαντες.».

 

Υποκλοπέας Τηλεφωνικών Συνδιαλέξεων.

Υποκλοπέας Αθωότητας.

Αυτό(ς) είναι ο -κληρονομικώ αδίκω- πρωθυπουργός, 

αυτό(ς) είναι ο Κούλης Μητσοτάκης.

 

Υποβάθμιση. Συμψηφισμός. Αντιπερισπασμός. Αποπροσανατολισμός. 

Τελικό ζητούμενο η Λήθη.

 

Όσο κι αν υπάρχουν διαδικασίες που επιτελούνται επειδή δεν γίνεται αλλιώς, 

όσο κι αν οι «παραιτήσεις» των Δημητριάδη-Κοντολέοντα, αλλά και η συζήτηση στη Βουλή,

συνιστούσαν υποχρεώσεις που δεν ήταν εφικτό να αποφευχθούν, 

η μύχια επιθυμία-επιδίωξη τού Παρακράτους 

είναι να ξεθυμάνει και εν τέλει να ξεχαστεί το έγκλημα των υποκλοπών.

 

Διόλου τυχαίο ότι στο διάστημα από τις 5 έως τις 26 Αυγούστου

που έγινε η πρώτη συζήτηση μεταξύ των πολιτικών αρχηγών,

εκκωφαντική ήταν η απουσία των πολιτικών σφυγμομετρήσεων· 

τι κι αν μέχρι πρότινος -επί τρία συναπτά έτη- ήταν ιδιαιτέρως δραστήριες και συχνές

(και πάντα κολακευτικές για την άτρωτη κι άφθαρτη «Νέα Δημοκρατία» τού Κούλη Μητσοτάκη),

στο μείζον εθνικό θέμα των υποκλοπών πήγαν κι αυτές για «μπανάκια». 

 

Επί τρεις εβδομάδες μειδιούσαμε, εκφράζοντας ρητορική απορία:

«Άφαντες οι δημοσκοπήσεις. Γιατί άραγε;».

 

Κάνω σύντομη προσωπική παρένθεση…

 

Ανέκαθεν απεχθάνομαι τις πολιτικές δημοσκοπήσεις.

Ανέκαθεν απεχθάνομαι τις πολιτικές δημοσκοπήσεις,

διότι είναι «Όργανα Χειραγώγησης τής Μάζας»,

διότι δεν έχουν την παραμικρή θετική συνεισφορά στην Κοινωνία,

διότι λειτουργούν διαβρωτικά για τη Δημοκρατία.

 

Οι πολιτικές δημοσκοπήσεις στοχεύουν ευθέως στο αγελαίο ανθρώπινο «DN.A.»,

στις ανασφάλειες τού κάθε ατόμου και στα πιο χαμερπή ένστικτα κοινωνικοποίησης.

Ένα μεγάλο τμήμα τού πληθυσμού παγκοσμίως,

αλλοιώνει -συνήθως, άθελά του- τη Δημοκρατία,

καθώς έχει την τάση να πηγαίνει εκεί που πηγαίνουν οι «πολλοί»

και -κυρίως- έχει τη ροπή να ακολουθεί τον (διαφαινόμενο) Νικητή. 

Η Ιδεολογία, οι Προσωπικές Αξίες και τα Ιδανικά μπαίνουν σε έσχατη μοίρα,

διότι προκρίνονται ως σημαντικότερα ζητούμενα η Ομαδοποίηση και η Συμμετοχή στη Νίκη. 

Η «Εναντίωση στην Πλειονότητα» μετατρέπεται σε αφόρητο «Γολγοθά»,

η Άποψη δολοφονείται από τον ίδιον της τον κάτοχο,

η Μονάδα υποτάσσεται δουλοπρεπώς στην Ομάδα,
η Πλειοψηφία μετατρέπεται σε Γκέτο Φασισμού

και στον «Υπ’ Αριθμόν Ένα» Κίνδυνο για τη Δημοκρατία

(το φαινόμενο έχει καταγράψει με συνταρακτικό και αδιαμφισβήτητο τρόπο

ο Αμερικανός ψυχολόγος Σόλομον Ας,

επινοώντας και εφαρμόζοντας κατά τη δεκαετία τού ’50 την περίφημη σειρά πειραμάτων

που είναι γνωστά ως «Asch Conformity Experiments» -ήτοι «Πειράματα Συμμόρφωσης»-

και θα τα αναλύσουμε αύριο με ξεχωριστό πόνημα,

διότι αξίζει να αντιληφθούμε και να συνειδητοποιήσουμε στο έπακρο

ποιος είναι ο αληθινός ρόλος των πολιτικών δημοσκοπήσεων).

 

Επανέρχομαι…

 

Γιατί ήταν άφαντες οι δημοσκοπήσεις επί συνολικώς τρεις εβδομάδες;

Τόσο ασήμαντο ήταν το θέμα των υποκλοπών;

Οι πολίτες είχαν φύγει όλοι για διακοπές και δεν υπήρχε ικανοποιητικό δείγμα;

Η «καλή Παναγιά» απαγορεύει τις πολιτικές δημοσκοπήσεις

δέκα μέρες πριν και δέκα μέρες μετά την κοίμησή της;

 

Και άντε να δεχθούμε ότι αυτές οι κίβδηλες δικαιολογίες έχουν υπόσταση.

Πώς εξηγείται το γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις εμφανίστηκαν το Σαββατοκύριακο, 

αμέσως μετά το «Βατερλό» που υπέστη ο Κούλης Μητσοτάκης την Παρασκευή

(όταν και έγινε «σάκος τού μποξ» για τον Τσίπρα, για τον Βαρουφάκη,

μέχρι και για τον ακροδεξιό Βελόπουλο);

Δημοσκοπήσεις σαν έτοιμες από καιρό. 
Δημοσκοπήσεις με διάχυτη την οσμή μαγειρέματος. 

 

Γιατί εμφανίστηκαν το Σαββατοκύριακο οι εξαφανισμένες δημοσκοπήσεις;

Είναι απλό·

με το γελοιωδώς υψηλό προβάδισμα που δίνουν στη «Νέα Δημοκρατία»

και με την αμελητέα πτώση που καταγράφουν στα ποσοστά της,

ήθελαν-θέλουν να δημιουργήσουν την αίσθηση

ότι το κόμμα τού Κούλη Μητσοτάκη βγαίνει (σχεδόν) αλώβητο από το πολιτικό σκάνδαλο μεγατόνων

και να διασπείρουν τη σαθρή αντίληψη

ότι οι Υποκλοπές είναι ήσσονος σημασίας θέμα συγκριτικώς με το «Πορτοφόλι».

 

Ναι,

αυτό το αποκρουστικό επιχείρημα χρησιμοποιείται κατά κόρον

από τα δημοσιογραφικά ενεργούμενα τού απύθμενα ανασφαλούς πρωθυπουργού,

που έχουν φτάσει στο απόπατο σημείο ενδοτικότητας και δουλικότητας

να διατυμπανίζουν ότι το «Πορτοφόλι» είναι πάνω από τη Δημοκρατία.

Συνελόντι ειπείν,

μιλάμε για εμέσματα που ακόμη κι αν δουν τανκς να εισβάλλουν στο Πολυτεχνείο,

θα βγάζουν ως αποτελέσματα στις σικέ δημοσκοπήσεις τους

και ως δήθεν αυθόρμητα ρεπορτάζ στα αργυρώνητα «Μ.Μ.Ε.» τους

ότι ο «κοσμάκης» δεν ενδιαφέρεται «για λίγα ντεραπαρισμένα τανκς»,

παρά μόνο για τη δύσκολη καθημερινότητά του.

 

Κατόπιν τούτων,

καθίσταται αναντίρρητο ότι η Δημοκρατία μας δεν βρίσκεται σε καλά χέρια,

καθώς εδώ και τρία χρόνια βιώνουμε τη θλιβερή καρικατούρα της

και υφιστάμεθα παντός είδους καταχρήσεις εξουσίας

που προσιδιάζουν σε απολυταρχικά καθεστώτα.

Ουδεμία έκπληξις·

αυτά γίνονται όταν εκλέγεται με κληρονομικό κριτήριο ως Πρωθυπουργός, 

ο ανίκανος γόνος ενός πατρός που έμεινε στην Ιστορία ως «Αποστάτης».

 

Εν κατακλείδι,

αν -διασκευάζοντας την περίφημη ρήση τού Καρλ Μαρξ- πούμε ότι

«Η Αποστασία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν Τραγωδία και τη δεύτερη φορά σα Φάρσα.»,

διαπιστώνουμε ότι ο Κούλης Μητσοτάκης συνδυάζει απόλυτα την Τραγωδία και τη Φάρσα.

Και οι νοούντες νοήτωσαν…

 

Γιώργος Μιχάλακας

Αλήτης -αλλά όχι ρουφιάνος- Δημοσιογράφος