Η αίτηση ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση την οποία κατέθεσε η Αλβανία, στις 28 Απριλίου, στην Πράγα, ενισχύει σημαντικά την ανάγκη περαιτέρω στήριξης της στρατηγικής διασύνδεσης των Βορειοηπειρωτικών διεκδικήσεων με την Ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας και μια μέγιστη δυνατή ανάμειξη του ευρωπαϊκού παράγοντα στο ζήτημα της Ελληνικής Μειονότητας, ως εξωτερικός-ουσιαστικός μοχλός πίεσης της Αλβανικής κυβερνήσεως για την αμεσότερη εκπλήρωση των σχετικών με την Ελληνική Εθνική Μειονότητα υποχρεώσεών της, κρίνεται σήμερα απαραίτητη όσο ποτέ άλλοτε.
Η επιλογή και η στήριξη της εν λόγο στρατηγικής μπορεί να συνεισφέρει, αποκλειστικά με πολιτικά μέσα, στην επίτευξη ρεαλιστικών στόχων, όπως είναι η κατοχύρωση των περιουσιών, η κατάργηση των αυθαίρετα ορισμένων μειονοτικών ζωνών, η υιοθέτηση της ελληνικής γλώσσας ως επίσημη γλώσσα του κράτους, η κατοχύρωση ελεύθερης και δημοκρατικής πολιτικής δράσης αλλά και η αναδιάρθρωση του νομικού πλαισίου λειτουργίας της τοπικής αυτοδιοίκησης με σκοπό την αναβάθμιση των τοπικών κοινωνιών σε ότι αφορά τη δυνατότητα άσκησης εξουσίας. Οι διεκδικήσεις αυτές παρουσιάστηκαν και στοιχειοθετήθηκαν επαρκώς στο υπόμνημα της ΟΜΟΝΟΙΑΣ προς την Επιτροπή Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων, τον περασμένο Νοέμβριο, συνυπογράφηκαν από το σύνολο του ηπειρωτικού ελληνισμού παγκοσμίως, αλλά και υιοθετήθηκαν πλήρως από την πρόσφατη πρωτοβουλία για την δημιουργία ενός μοναδικού φορέα εκπροσώπησης των εν Αθήναι Βορειοηπειρωτών.
Εάν θέλουμε όμως να υποστηρίξουμε ως Μειονότητα αυτή τη στρατηγική δεν αρκούν τα ευχολόγια που ακούγονται κατά καιρούς από τους διάφορους παράγοντες του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού αλλά απαιτείται πρωτίστως τεχνοκρατική γνώση σε ότι αφορά τα μέσα και το πλαίσιο δράσης των Εθνικών Μειονοτήτων στη σύγχρονη ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Το σύνολο της επιχειρηματολογίας στη βάση της οποίας στηρίχθηκε το υπόμνημα της ΟΜΟΝΟΙΑΣ προς τη Βουλή των Ελλήνων, αναπτύχθηκε επάνω στα σχετικά με την Ελληνική Μειονότητα κείμενα των αρμόδιων για αντίστοιχα θέματα ευρωπαϊκών οργανισμών, γι αυτό και είχε ως αποτέλεσμα την επίσημη παραδοχή εκ μέρους της Ελληνικής Κυβέρνησης, δια στόματος υφυπουργού εξωτερικών Ιωάννη Βαλλινάκη, από το βήμα της Βουλής ότι:
τα ζητήματα που θίγονται, έτσι όπως θίγονται, στο υπόμνημα, είναι υπαρκτά και ασφαλώς είναι σεβαστά και μπορώ να διαβεβαιώσω τη Βουλή ότι η Ελληνική Κυβέρνηση σε κάθε περίπτωση, τόσο διμερώς με την αλβανική πλευρά όσο και πολυμερώς σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς –στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στον ΟΑΣΕ- θέτει τα ζητήματα αυτά μετ’ επιτάσεως και λαμβάνει, λοιπόν, σοβαρά υπ’ όψιν της τις απόψεις της μειονότητας.
Η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να στηρίξει οποιαδήποτε θέση που αφορά το βορειοηπειρωτικό ελληνισμό και βασίζει την επιχειρηματολογία της στο σχετικό ευρωπαϊκό κεκτημένο (όπως έκανε και ο Υφυπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτστιώτης με τη δήλωσή του μέσα από τα Τίρανα για την ανάγκη επιστροφής των περιουσιών στους Έλληνες της Αλβανίας), ενώ από την άλλη πλευρά, η εκάστοτε Αλβανική κυβέρνηση έχει πολλούς λόγους για να κάνει δεκτά τέτοιου είδους αιτήματα, στο πλαίσιο της στρατηγικής επιλογής της για προσέγγιση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όσο νωρίτερα αντιληφθούμε και εκμεταλλευθούμε ως Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός τη δυναμική της σχέσεως μεταξύ αυτών των μεταβλητών, τόσο καλύτερη υπηρεσία θα έχουμε προσφέρει στην πατρίδα και στις επόμενες γενιές.
Η προσπάθεια μέγιστης εκμετάλλευσης της σχέσεως μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης, Αλβανίας και Ελλάδας συνίσταται, κάνοντας ουσιαστικά ένα βήμα παραπέρα, στην προσπάθεια επιρροής, από πλευράς του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, των σχετικών θέσεων που υιοθετούν οι αρμόδιοι ευρωπαϊκοί οργανισμοί αναφορικά με την Ελληνική Μειονότητα. Προς αυτή την κατεύθυνση, παρακάτω ακολουθεί μια περιγραφική αναφορά του ρόλου που μπορούν να διαδραματίσουν οι Οργανώσεις των Μειονοτήτων, στην προσπάθεια πάντα να συνδιαμορφώσουν πολιτική, εκμεταλλευόμενοι στο έπακρο τον Ευρωπαϊκό παράγοντα και ειδικότερα τη Σύμβαση Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων καθώς και το Συμβούλιο της Ευρώπης, δυο συνιστώσες που επηρεάζουν τα μέγιστα στη δημιουργία των σχετικών με τις εθνικές μειονότητες θέσεων της Ευρωπαϊκή Ένωσης.
Η σύμβαση πλαίσιο για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων.
Το διεθνές ολοκληρωμένο πρότυπο για τις Εθνικές Μειονότητες
Την 1η Φεβρουαρίου 1998, τέθηκε σε ισχύ η Σύμβαση-Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων. Η Σύµβαση είναι αποτέλεσµα µιας απόφασης που πάρθηκε στη ∆ιάσκεψη Κορυφής Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων στη Βιέννη το 1993. Βασίζεται στα κείµενα, τόσο του Τελικού Κειµένου της Συνάντησης Ανθρώπινης ∆ιάστασης της Κοπεγχάγης του 1990 της ∆ιάσκεψης για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (∆ΑΣΕ), όσο και της ∆ιακήρυξης του ΟΗΕ για τα ∆ικαιώµατα των Προσώπων που ανήκουν σε Εθνικές ή Εθνοτικές, Θρησκευτικές και Γλωσσικές Μειονότητες του 1992.
Η Σύµβαση-Πλαίσιο µπορεί να λειτουργήσει ως υπόδειγµα και νοµικό ορόσηµο για τη νοµοθεσία και την πρακτική των Κρατών-Μελών του Συµβουλίου της Ευρώπης σε ό,τι αφορά τη µεταχείριση που επιφυλάσσουν στις µειονότητες (μέλος του Συμβ. Ευρ. είναι και η Αλβανία). Η Σύµβαση µπορεί να θεωρηθεί επίσης ως το πιο πρόσφατο και περιεκτικό διεθνές πρότυπο για τις εθνικές µειονότητες κι έχει πέρα από ηθικό και πολιτικό κύρος.
Το Συµβούλιο της Ευρώπης
Ο επιβλέπων οργανισμός για την εφαρμογή της Σύμβασης
Το Συµβούλιο της Ευρώπης, µε έδρα στο Στρασβούργο της Γαλλίας, ιδρύθηκε το 1949 ως οργανισµός για τη συνεργασία µεταξύ των κυβερνήσεων και των κοινοβουλίων της Ευρώπης. Στόχος του είναι να πετύχει µεγαλύτερη ενότητα µεταξύ των Κρατών-Μελών του προκειµένου να διευκολύνει την οικονοµική και κοινωνική τους πρόοδο και να διαφυλάξει τις αρχές της πολυφωνικής δηµοκρατίας, το σεβασµό για τα ανθρώπινα δικαιώµατα και το κράτος δικαίου. Τα Κράτη-Μέλη πρέπει να ασπαστούν αυτές τις αρχές και να διασφαλίσουν ότι όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονται στη δικαιοδοσία τους είναι σε θέση να απολαµβάνουν τα ανθρώπινα δικαιώµατα και τις θεµελιώδεις ελευθερίες.
Στις αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Ευρώπης, μεταξύ των άλλων, βρίσκεται και η παρακολούθηση του εάν και κατά πόσο τα κράτη μέλη τηρούν και σέβονται τα όσα προβλέπονται στη Σύμβαση Πλαίσιο για τις εθνικές μειονότητες. Τα αρμόδια όργανα υπεύθυνα να επιβλέπουν το παραπάνω έργο είναι:
Η Επιτροπή Υπουργών, η οποία παίρνει τις σηµαντικές εκτελεστικές αποφάσεις και καθοδηγεί τη δράση του οργανισµού. Αποτελείται από τους Υπουργούς Εξωτερικών κάθε Κράτους-Μέλους. Συνεδριάζει δύο φορές το χρόνο. Ωστόσο υπάρχουν εβδοµαδιαίες συναντήσεις των αναπληρωτών τους (των µονίµων εκπροσώπων των Κρατών-Μελών στο Στρασβούργο).
Η Συµβουλευτική Επιτροπή για τη Σύµβαση-Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων η οποία είναι ανεξάρτητο σώµα εµπειρογνωµόνων επιλεγµένων από την Επιτροπή Υπουργών µεταξύ υποψηφίων που έχουν προτείνει τα Συµβαλλόµενα Κράτη. Ο ρόλος της είναι να εξετάζει τις εκθέσεις* των Κρατών-Μελών και να προετοιµάζει γνωµοδοτήσεις για τα µέτρα που αυτά έχουν λάβει για να υλοποιήσουν τη Σύµβαση.
Οι κρατικές εκθέσεις. Το μέσο ελέγχου της κατάστασης
Τα Συµβαλλόµενα Κράτη πρέπει να περιγράφουν σε εκθέσεις πώς εφαρµόζεται στις χώρες τους η Σύµβαση. Η Συµβουλευτική Επιτροπή θα εξετάσει πρώτη αυτές τις εκθέσεις και σε αυτήν την εξέταση, µπορεί επίσης να λάβει υπόψη της στοιχεία που υποβάλλονται από άλλες πηγές, µεταξύ των οποίων και από οργανώσεις µειονοτήτων. Έπειτα διατυπώνει τις γνωµοδοτήσεις της για την υλοποίηση των αρχών της Σύµβασης. Η Επιτροπή Υπουργών θα εξετάσει τότε τόσο την Κρατική Έκθεση όσο και τις γνωµοδοτήσεις της Συµβουλευτικής Επιτροπής για να διαµορφώσει συµπεράσµατα και όπου αρµόζει, να κάνει συστάσεις προς το κράτος σχετικά µε την αποτελεσµατικότητα της υλοποίησης της Σύµβασης από αυτό.
Τα κράτη που έχουν κυρώσει τη Σύµβαση είναι υποχρεωµένα να υποβάλουν τις αρχικές τους εκθέσεις µέσα σε 12 µήνες από την έναρξη ισχύος της Σύµβασης στο εν λόγω κράτος. Από τότε και στο εξής κάθε Συµβαλλόµενο Κράτος πρέπει να υποβάλει έκθεση κάθε πενταετία. Επιπλέον, η Επιτροπή Υπουργών µπορεί να ζητά έκτακτες εκθέσεις προκειµένου να αντιµετωπίσει καταστάσεις που µπορεί να προκύψουν στο ενδιάµεσο διάστηµα µεταξύ δύο περιοδικών εκθέσεων ενός Συµβαλλόµενου Μέρους. Οι Κρατικές Εκθέσεις δηµοσιοποιούνται µόλις τις λάβει το Συµβούλιο της Ευρώπης. Οι εκθέσεις θα πρέπει να περιέχουν πλήρεις πληροφορίες για τα νοµοθετικά και άλλα µέτρα που έλαβαν προκειµένου να κάνουν πράξη τις αρχές που διατυπώνονται στη Σύµβαση.
Ζωτικής σημασίας ο ρόλος των Οργανώσεων των Μειονοτήτων για τη σωστή ενιμέρωση
Για τη σωστή αποτίµηση των Κρατικών Εκθέσεων έχει ζωτική σηµασία να λαµβάνει η Συµβουλευτική Επιτροπή πληροφορίες για την κατάσταση των µειονοτήτων από ανεξάρτητες πηγές. Οι οργανώσεις των μειονοτήτων µπορούν ανά πάσα στιγµή να στείλουν πληροφορίες στη γραµµατεία της Συµβουλευτικής Επιτροπής στο Συµβούλιο της Ευρώπης στο Στρασβούργο. Ιδανικά, όταν υποβάλλονται οι Κρατικές Εκθέσεις, οι οργανώσεις των μειονοτήτων υποβάλλουν εναλλακτικές εκθέσεις, οι οποίες αντιµετωπίζουν όλα τα ζητήµατα που εξετάζονται στις Κρατικές Εκθέσεις. Οι οργανώσεις των μειονοτήτων θα πρέπει να µελετούν τις Κρατικές Εκθέσεις, οι οποίες θα δηµοσιοποιούνται το αργότερο µόλις τις παραλάβει το Συµβούλιο της Ευρώπης, προκειµένου να προσδιορίσουν ποιες πληροφορίες χρειάζεται να αµφισβητηθούν ή να συµπληρωθούν. Με αυτόν τον τρόπο οι οργανώσεις των μειονοτήτων µπορούν να επικεντρωθούν στην υποβολή στοιχείων που λείπουν από την Κρατική Έκθεση ή που θα προσφέρουν εναλλακτικές/διορθωτικές πληροφορίες.
Η πολύ πρόσφατη περίπτωση της καταδίκης του Δημάρχου Χιμάρας και Προέδρου της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, Βασίλη Μπολάνου, είναι μια κραυγαλέα υπόθεση για την οποία υπάρχει ξεκάθαρη αναφορά στη Σύμβαση Πλαίσιο (παράγραφος 3 του άρθρου 11) και θα πρέπει το συντομότερο δυνατόν να υπάρξει ενημέρωση της Επιτροπής.
Προτιμότερη η συλλογική εναλλακτική έκθεση
Οι Οργανώσεις των Μειονοτήτων είναι φρόνημο να εξετάσουν το ενδεχόµενο σχηµατισµού ενός συνασπισµού για την προετοιµασία εναλλακτικής έκθεσης σχετικά µε την υλοποίηση της Σύµβασης. Αν και οι προσπάθειες στα πλαίσια συνασπισµών µπορούν να είναι πολύπλοκες και χρονοβόρες, προσφέρουν πολυάριθµα οφέλη.
Δύσκολη υπόθεση η αξιοπιστία
Οι Οργανώσεις των Μειονοτήτων θα πρέπει να έχουν επίγνωση των προβληµάτων που θα συναντήσουν στην εδραίωση της αξιοπιστίας τους, η οποία µπορεί να αποδειχθεί δύσκολο να αναπτυχθεί και εύκολο να καταστραφεί. Η παρουσίαση ανακριβών πληροφοριών µπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην εµπλεκόµενη μειονοτική οργάνωση. Οι Οργανώσεις των Μειονοτήτων θα πρέπει να είναι πάντοτε έτοιµες να τεκµηριώσουν τις πληροφορίες που υποβάλλουν.
Συμπέρασμα
Εάν αναλογιστεί κανείς την Συμφωνία Σταθεροποίησης και Προσχώρησης της Αλβανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την οποία έγινε πρόσφατα πολύς ντόρος με αφορμή το υπόμνημα της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, εύκολα θα αντιληφθεί ότι οι αναφορές που εμπεριείχε το κείμενο της εν λόγο σύμβασης αναφορικά με την Ελληνική Μειονότητα (παράγραφος 15), ήταν παρμένες αυτούσιες από αντίστοιχο ψήφισμα της 11ης Μαΐου του 2005, της Επιτροπής των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, το οποίο είχε προκύψει ύστερα και από τη σχετική γνωμοδότηση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για τη Σύμβαση Πλαίσιο. Είναι λοιπόν ηλίου φαεινότερο ότι οι συνιστώσες, Συμβούλιο της Ευρώπης και Σύμβαση Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων, θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν στο έπακρο για τη σύσταση της επιχειρηματολογίας των βορειοηπειρωτικών θέσεων στο κατώφλι της εισόδου της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ως εκ τούτου θα πρέπει να συσταθεί από την ΟΜΟΝΟΙΑ κατάλληλη ομάδα εργασίας η οποία θα στοχεύει στην:
1. Αναγνώριση των προσώπων κλειδιά στις αντίστοιχες αρμόδιες υπηρεσίες του Συμβουλίου της Ευρώπης στο Στρασβούργο αλλά και την Αλβανία.
2. Δημιουργική μελέτη της Σύμβασης Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων
3. Δημιουργική μελέτη των 2, μέχρι στιγμής, κατατεθειμένων εκθέσεων της Αλβανικής Κυβέρνησης, των αντίστοιχων γνωμοδοτήσεων της Συμβουλευτικής Επιτροπής καθώς και των αποφάσεων της Επιτροπής των Υπουργών Εξωτερικών
4. Σύνταξη και κατάθεση στην αρμόδια επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε κατάλληλο χρόνο, παράλληλης έκθεσης σχετικής με το κατά πόσο η Αλβανία πληρεί και σέβεται τα όσα προκύπτουν από τα άρθρα της Σύμβασης Πλαίσιο για την προστασία των μειονοτήτων
5. Προσπάθεια διεύρυνσης της βάσης μέσω επαφών με άλλες σχετικές ΜΚΟ ευρωπαϊκής εμβέλειας όπως η European Moovement η UNPO και άλλες.
Κι αν η έλλειψη ανθρώπινων πόρων ήταν και συνεχίζει να είναι ένα από τα βασικότερα προβλήματα των βορειοηπειρωτικών οργανώσεών, στην συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσαν να κληθούν από την ΟΜΟΝΟΙΑ καταρτισμένοι βορειοηπειρώτες νεολαίοι, ανεξάρτητα από τον τόπο μόνιμης διαμονής τους, οι οποίοι θα μπορούσαν να προσφέρουν ουσιαστική προστιθέμενη αξία στον ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου, καθοδηγούμενοι από τις ιδιαίτερες ικανότητές τους που προέρχονται από την πρόσβασή στην δημοκρατική παιδεία, την τεχνοκρατική εκπαίδευση αλλά και την καθημερινή τριβή με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Είναι υποχρέωση των εκπροσώπων της νέας γενιάς να ανταποκριθούν σε οποιοδήποτε σχετικό κάλεσμα και να πρωτοστατήσουν σε αυτό τον αγώνα γνώσης, απαλλαγμένοι από πάσης φύσεως ιδιοτέλεια, με ήθος και γνώμονα την συνεχή αναζήτηση της αλήθειας σε όλες τις εκφάνσεις της δραστηριοποίησής τους. Οι εκπρόσωποι της νέας γενιάς των βορειοηπειρωτών σήμερα είναι επίσης υποχρεωμένοι να βάλουν τον σχετικό πήχη πολύ πιο ψηλά απ’ ότι τον έβαλε η προηγούμενη γενιά, η οποία αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει συγκριτικά πολύ δύσκολες συνθήκες διαβίωσης. Στο πλαίσιο αυτό, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ικανότητά τους να υπερπηδήσουν αυτά τα εκ των πραγμάτων υψηλά εμπόδια που θα βρεθούν στο δρόμο τους, δεν μπορεί παρά να εξαρτηθεί από τις καινοτόμες προτάσεις και τις ρεαλιστικές λύσεις που θα προσφέρουν προκειμένου να συνταχθεί και να υλοποιηθεί ένα νέο σχέδιο επιβίωσης και ανάκαμψης του ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου.
Προς αυτή την κατεύθυνση, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα αποτελεί έναν εν δυνάμει πολύ ισχυρό σύμμαχο της Ελληνικής Μειονότητας στην ευόδωση των προσπαθειών για βελτίωση της θέσης της εντός του Αλβανικού κράτους και η μέγιστη δυνατή ανάμειξή της αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία σήμερα, την στιγμή που φαίνεται να σταθεροποιείται η πορεία της χώρας αυτής προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η φωνή της Ελληνικής Μειονότητας στα αντίστοιχα αυτά φόρα θα πρέπει να είναι ξεκάθαρη, δυνατή αλλά και οπωσδήποτε σύμφωνη με το πνεύμα και τις αρχές της Ενωμένης Ευρώπης, προκειμένου να εισακουστεί και να αποφέρει τα μέγιστα δυνατά οφέλη για τον ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου.
Η γεωγραφική θέση της Βορείου Ηπείρου ως φυσική συνέχεια της ελληνικής επικράτειας και η διαφαινόμενη είσοδος της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (κατάργηση συνόρων και γενικότερες ευκαιρίες ανάπτυξης), δημιουργούν ένα σκηνικό πολιτικής δράσης με πολλές προκλήσεις. Το σύγχρονο αυτό ευρωπαϊκό γίγνεσθαι παρέχει σήμερα τις ευκαιρίες για τη δημιουργία του νομικού και πολιτικού πλαισίου εκείνου το οποίο θα επιτρέπει στους βορειοηπειρώτες να διαβιούν, προκόβουν και σταδιοδρομούν πλέον ως Έλληνες στα πατρογονικά τους εδάφη, χωρίς να υστερούν σχεδόν σε τίποτα από τους πατριώτες τους εντός του Ελλαδικού χώρου. Οι ευκαιρίες αυτές σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αφεθούν ανεκμετάλλευτες.