Οι έφηβοι, των οποίων οι γονείς έχουν χωρίσει ή ζουν σε διάσταση, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης διαφόρων ψυχοσωματικών προβλημάτων, σύμφωνα με μια νέα σουηδική επιστημονική έρευνα, η οποία μάλλον επιβεβαιώνει το αναμενόμενο.
H μελέτη δείχνει ότι τα προβλήματα των παιδιών μετριάζονται πάντως, όταν την επιμέλειά τους, μετά τη διάλυση της οικογένειας, έχουν και οι δύο γονείς και όχι μόνο ένας από τους δύο.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Μάλιν Μπέργκστρομ του Ιατρικού Ινστιτούτου Καρολίνσκα του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό επιδημιολογίας «Journal of Epidemiology and Community Health», ανέλυσαν στοιχεία για σχεδόν 150.000 εφήβους 12 έως 15 ετών.
Οι επιστήμονες συσχέτισαν τη συχνότητα και την ένταση εμφάνισης μιας σειράς ψυχοσωματικών προβλημάτων (δυσκολία συγκέντρωσης, αϋπνία, πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι, άγχος, λύπη, ζαλάδες, ανορεξία κ.ά.) με την οικογενειακή κατάσταση κάθε παιδιού. Σημασία δόθηκε στο κατά πόσο ένα παιδί μπορούσε να μιλήσει άνετα και στους δύο γονείς του μετά τον χωρισμό τους και αν είχε αρκετά χρήματα από αυτούς.
Η μελέτη διαπίστωσε ότι, μετά τον χωρισμό των γονιών, τα κορίτσια αναφέρουν περισσότερα ψυχοσωματικά προβλήματα από ό,τι τα αγόρια, ανεξαρτήτως ηλικίας, αν και, σύμφωνα με τους επιστήμονες, γενικότερα τα κορίτσια εκδηλώνουν περισσότερα ψυχοσωματικά προβλήματα, άσχετα με την οικογενειακή κατάστασή τους.
Τα πιο έντονα ψυχοσωματικά προβλήματα εκδηλώνουν τα παιδιά – ιδίως τα κορίτσια- που, μετά τη διάλυση της οικογένειας, ζουν σχεδόν αποκλειστικά με τον έναν μόνο γονέα, ενώ τα λιγότερα όσα παιδιά μοιράζουν σχεδόν ισομερώς τον χρόνο τους ανάμεσα στους δύο χωρισμένους γονείς τους.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, αν και στα παιδιά μπορεί να προκαλεί στρες το να ζουν σε δύο σπίτια εναλλάξ, από την άλλη αυτό συχνά αντισταθμίζεται από το θετικό γεγονός ότι έτσι καταφέρνουν να διατηρούν στενή επαφή και με τους δύο γονείς τους.
Κατά τα τελευταία 20 χρόνια, τα διαζύγια έχουν αυξηθεί σε όλες σχεδόν τις ανεπτυγμένες χώρες, με τις όποιες αρνητικές συνέπειες μπορεί να έχει αυτό για τα παιδιά. Προηγούμενες μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι τα παιδιά διαλυμένων οικογενειών είναι πιο επιρρεπή σε συναισθηματικά προβλήματα και σε διαταραχές συμπεριφοράς, σε σχέση με όσα μεγαλώνουν σε μια «δεμένη» οικογένεια.