Η ξαδέλφη μου η Αγγελικούλα είχε Γερμανίδα μητέρα. Αν και μικρότερή της κατά πολύ θυμάμαι να συνεννοείται με την μαμά της σε άπταιστα Γερμανικά. Μιλούσε την γλώσσα της μητέρας της όπως τα ελληνικά.

Μου είχε προξενήσει μεγάλη εντύπωση, γι’ αυτό είπα ότι κι εγώ θα μάθω στα παιδιά μου δυο γλώσσες… Όταν λοιπόν γεννήθηκε ο γιος μου ξεκίνησα μαζί με τα ελληνικά να του μιλάω αγγλικά. Μου έκανε τρομερή εντύπωση πόσο γρήγορα μάθαινε τις λεξούλες και τις αποστήθιζε από καρδιάς.

Μαζί με τον σύζυγό μου, ο οποίος ήταν Έλληνας αποφασίσαμε να προσλάβουμε μια γυναίκα να κρατάει το μωρό. Πρώτη μας σκέψη ήταν να το αφήνουμε στη γιαγιά, όμως ως έκλαμψη πρότεινα να βρούμε μια κοπέλα που θα μιλούσε μια άλλη ξένη γλώσσα. Πράγματι προσλάβαμε μια Γαλλίδα. Πάντα μας άρεσε η γαλλική κουλτούρα και δεδομένου ότι ο σύζυγός μου είχε κάνει εκεί το μεταπτυχιακό του, το βρήκαμε μοναδικό.

Όμως ο μεγαλύτερος φόβος μας ήταν μήπως προκαλέσουμε σύγχυση στο παιδάκι μας λόγω της πολυγλωσσίας στην οποία το υποβάλαμε. άραγε θα κατάφερνε να μιλάει εξίσου καλά και τις τρεις γλώσσες; Ή θα υπερίσχυε η μητρική;

Τα περισσότερα παιδιά που μεγαλώνουν με την επιρροή δύο γλωσσών, στις προτάσεις τους οι λέξεις προέρχονται και από τις δύο γλώσσες. Ένα φαινόμενο που φαίνεται να επιβεβαιώνει το «μπέρδεμα» των παιδιών. Άλλες φορές η εκμάθηση αφήνεται στην τύχη πιστεύοντας ότι το παιδί θα μάθει απο μόνο του να ξεχωρίζει τις δύο γλώσσες και να τις χρησιμοποιεί
κατάλληλα. Η τακτική αυτή ακολουθείται πολλές φορές απο την βρεφική ηλικία. Υπάρχει περίπτωση λοιπόν να μπερδευτούν τα παιδιά; Θα μάθουν απο μόνα τους; Που βρίσκεται η αλήθεια;

 

Όταν ένα παιδί μεγαλώνει με δύο γλώσσες μπερδεύεται. Πρέπει να μάθει πρώτα μία γλώσσα καλά προτού αρχίσει με την επόμενη. Ο εγκέφαλός μας κάνει πολλά πράγματα παράλληλα.
Ο τρόπος με τον οποίο ο εγκέφαλός μας αποθηκεύει γνώσεις δεν είναι με το να βάζει τα πράγματα σε μία σειρά. Μοιάζει με τα παρακλάδια ενός δέντρου που μεγαλώνουν σε κάθε κατεύθυνση παράλληλα. Έρευνες έχουν δείξει επίσης ότι οι διαφορές μεταξύ δίγλωσσων και
μονόγλωσσων παιδιών είναι μηδαμινές. Πολύγλωσσα παιδιά έχουν μόνο καλύτερα αποτελέσματα σε tests – παιχνίδια τα οποία έχουν σαν επίκεντρο την χρήση της γλώσσας.

 

Όταν ένα παιδί μεγαλώνει σε ένα καλό οικογενειακό περιβάλλον η εκμάθηση δύο γλωσσών παράλληλα δεν δημιουργεί προβλήματα στο παιδί. Όταν όμως το παιδί ζει και μεγαλώνει με άγχος και πίεση υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να παρουσιαστούν δυσκολίες στην εκμάθηση και χρήση της γλώσσας. Το ίδιο μπορεί όμως να συμβεί κατά την εκμάθηση μόνο μίας γλώσσας. Τα παιδιά μπερδεύονται όταν μαθαίνουν δύο γλώσσες παράλληλα και για
αυτό το λόγο χρησιμοποιούν συχνά λέξεις από διαφορετικές γλώσσες σε μία πρόταση.

Οι πρώτες έρευνες που υποστήριζαν αυτή τη γνώμη δεν έλαβαν υπόψη τους την κοινωνική κατάσταση των οικογενειών και τις συνθήκες στις οποίες τα παιδιά μεγάλωναν. Όταν ένα παιδί μεγαλώνει σε ένα κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον το οποίο δεν ευνοεί την εκμάθηση θα έχει πρόβλημα με ότι πρέπει να μάθει και όχι μόνο με τη δεύτερη γλώσσα.

 

Το φαινόμενο λοιπόν αυτό (ότι τα παιδιά “μπερδεύουν” τις γλώσσες) είναι κάτι που παρατηρείται στα περισσότερα παιδιά που μεγαλώνουν με δύο ή περισσότερες γλώσσες και ειδικά στα πρώτα χρόνια της εκμάθησης. Έχει παρατηρηθεί ότι στην πλειοψηφία χρησιμοποιούν τέτοιου είδους προτάσεις όταν επικοινωνούν με άτομα που καταλαβαίνουν και τις δύο γλώσσες. Επίσης, το γεγονός ότι χρησιμοποιούν συχνά και προτάσεις που
περιέχουν λέξεις μόνο από τη μία γλώσσα δείχνει ότι δεν είναι καθόλου μπερδεμένα.

 

Αντιθέτως είναι ανησυχητικό όταν το παιδί μεγαλώνει με δύο γλώσσες (ειδικά από πολύ πρόωρο στάδιο) να μιλάει μόνο τη μία γλώσσα.

Έτσι από το “τι κάνειθ;” που είχε πει δειλά ο γιος μου στην φίλη μου την Φλώρα από Αμερική πριν ένα χρόνο, φέτος που ήρθε τον άκουσε να της λέει, “How was your flight my dear?” και να συνεχίσει κοιτώντας την baby sitter του, “il faut que j’aille pour sommeil maintenant”!