Τα παιδιά που είναι τα πιο δημοφιλή, εντυπωσιάζουν τους συμμαθητές τους και αποτελούν το επίκεντρο της σχολικής ζωής, τείνουν να έχουν καλύτερη υγεία ως ενήλικες, ενώ το αντίθετο συμβαίνει με τα παιδιά που στο σχολείο δεν ήταν καθόλου δημοφιλή και βρίσκονταν χαμηλά στην κλίμακα της άτυπης ιεραρχίας της τάξης, σύμφωνα με νέα σουηδική έρευνα.

Όπως αναφέρεται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Epidemiology and Community Health, η μελέτη επικεντρώθηκε σε περισσότερα από 14.000 παιδιά, γεννημένα το 1953, για περίοδο 30 ετών, και πραγματοποιήθηκε από το Κέντρο Μελετών για την Ισότητα στην Υγεία, του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης, με επικεφαλής την ερευνήτρια Γίβα Αλμκβιστ, σύμφωνα με το BBC και το Γαλλικό Πρακτορείο.

Η έρευνα διαπίστωσε ότι τα περιθωριοποιημένα και λιγότερο δημοφιλή παιδιά στο σχολείο είχαν εννέα φορές υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης ισχαιμικού καρδιακού επεισοδίου και ακόμα αντιμετώπιζαν αυξημένο ρίσκο εμφάνισης διαβήτη, χρήσης ναρκωτικών, κατάχρησης αλκοόλ και διανοητικών προβλημάτων υγείας.

Ο βαθμός δημοτικότητας, δύναμης και στάτους κάθε παιδιού αξιολογήθηκε όταν τα παιδιά έφτασαν στην έκτη δημοτικού το 1966, με βάση ερωτηματολόγια σχετικά για τις προτιμήσεις κάθε μαθητή για τους συμμαθητές του. Τα παιδιά εντάχθηκαν σε πέντε κατηγορίες ανάλογα με το πόση αποδοχή απολάμβαναν.

Οι Σουηδοί ερευνητές, στη συνέχεια, συσχέτισαν αυτές τις απαντήσεις με τα στοιχεία για την εισαγωγή σε νοσοκομεία των ίδιων παιδιών, όταν είχαν πια μεγαλώσει, μεταξύ των ετών 1973-2003.

Διαπιστώθηκε, τόσο για τα αγόρια όσο και για τα κορίτσια, που πια ήταν ενήλικες, ότι όσο χαμηλότερα βρίσκονταν στις προτιμήσεις των συμμαθητών τους, τόσο μεγαλύτερο κίνδυνο αντιμετώπιζαν για εμφάνιση σοβαρών προβλημάτων υγείας στο μέλλον.

Για παράδειγμα, τα λιγότερο δημοφιλή παιδιά είχαν τετραπλάσιες πιθανότητες να εισαχθούν στο νοσοκομείο για ορμονικές, διατροφικές και μεταβολικές διαταραχές σε σχέση με τα πιο δημοφιλή παιδιά, ενώ ο αντίστοιχος κίνδυνος για εμφάνιση προβλημάτων νοητικής υγείας και διαταραχών της συμπεριφοράς (συμπεριλαμβανομένης της απόπειρας αυτοκτονίας) ήταν υπερδιπλάσιος.

Οι ερευνητές διευκρίνισαν ότι τα αποτελέσματα αυτά δεν μπορούν να ερμηνευθούν με βάση την κοινωνική κατάσταση κάθε παιδιού, το επάγγελμα, το εισόδημα ή το μορφωτικό επίπεδο των γονιών του.

Όπως εξηγεί η Δρ Αλμκβιστ, «τα λιγότερο δημοφιλή παιδιά πάσχουν από έλλειψη κοινωνικής υποστήριξης και στερούνται κατάλληλης πληροφόρησης, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη αρνητικής εικόνας για τον εαυτό τους, σε μειωμένες προσδοκίες από το μέλλον τους, σε διαψευσμένες φιλοδοξίες, κακές επιλογές στη ζωή τους και τελικά σε προβλήματα υγείας, μέσα από την υιοθέτηση ενός στιλ ανθυγιεινής ζωής (πολύ κάπνισμα και αλκοόλ, κακή διατροφή κ.α.)».

Η υπεύθυνη της έρευνας τονίζει ότι «τα σχολεία πρέπει να προσπαθήσουν να προωθήσουν την κοινωνική ισότητα μέσα στην τάξη και να τονώσουν την εικόνα των παιδιών για τον εαυτό τους και την αυτοπεποίθησή τους, ώστε να νιώσουν ότι έχουν αξία».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ