Οι έγκυες που εκτίθενται στη ρύπανση της ατμόσφαιρας από πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες έχουν αυξημένη πιθανότητα να γεννήσουν παιδιά τα οποία έως την ηλικία των εννέα ετών θα εμφανίσουν Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.

Οι ερευνητές του Κέντρου Περιβαλλοντικής Υγείας Παιδιών της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης, με επικεφαλής την καθηγήτρια Φρεντερίκα Περέρα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «PLoS One», μελέτησαν 233 μη καπνίστριες εγκύους και τα παιδιά τους.

Η μελέτη διαπίστωσε ότι εκείνα τα παιδιά που είχαν γεννηθεί από μητέρες οι οποίες είχαν εκτεθεί περισσότερο στην ατμοσφαιρική ρύπανση είχαν πενταπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν προβλήματα συμπεριφοράς σχετικά με τη ΔΕΠΥ, σε σχέση με όσα παιδιά γεννήθηκαν από γυναίκες που δεν είχαν εκτεθεί σε μεγάλη ρύπανση του αέρα.

Εκτιμάται ότι έως το 5% των παιδιών πάσχει από κάποιας μορφής ΔΕΠΥ, είτε εμφανίζοντας δυσκολία να συγκεντρωθούν και να οργανώσουν τη σκέψη και τις δραστηριότητές τους, είτε παρουσιάζοντας υπερκινητικότητα, είτε έναν συνδυασμό αυτών των συμπτωμάτων.

Λίγα πράγματα είναι γνωστά για τις αιτίες της ΔΕΠΥ, αν και, πέρα από τα γονίδια, παίζουν ρόλο και διάφοροι περιβαλλοντικοί παράγοντες, μεταξύ των οποίων, όπως δείχνει η νέα μελέτη, θα πρέπει πιθανότατα να κατατάξει πλέον κάποιος και τη ρύπανση.

Οι πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες είναι τοξικές ρυπογόνες ουσίες οι οποίες παράγονται από διάφορες πηγές, όπως τις εξατμίσεις των οχημάτων, τους καυστήρες πετρελαίου των κατοικιών και τα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος που δουλεύουν με ορυκτά καύσιμα. Το επίπεδό τους μπορεί να μετρηθεί μέσω βιοδεικτών στο αίμα και στα ούρα.

Προηγούμενες μελέτες της ίδιας ερευνητικής ομάδας έχουν συσχετίσει τις εν λόγω ουσίες με καθυστερημένη ανάπτυξη των παιδιών στην ηλικία των τριών ετών, με μειωμένο δείκτη νοημοσύνης στην ηλικία των πέντε ετών και με συμπτώματα άγχους και πρώιμης κατάθλιψης στην ηλικία των έξι έως επτά ετών.

Οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη κατανοήσει πλήρως τον μηχανισμό μέσω του οποίου οι συγκεκριμένοι ρύποι αυξάνουν την πιθανότητα ΔΕΠΥ και άλλων συναφών προβλημάτων στα παιδιά. Μεταξύ των πιθανών αιτιών είναι η διαταραχή του ενδοκρινικού – ορμονικού συστήματος, οι βλάβες στο DNA, το οξειδωτικό στρες κ.ά.

Αν και χρειάζονται περαιτέρω μελέτες πάνω στο ζήτημα, οι ερευνητές τόνισαν ότι τα έως τώρα ευρήματα δικαιολογούν την ανησυχία, με δεδομένο ότι τα παιδιά με ΔΕΠΥ αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για συμπεριφορές υψηλού κινδύνου, χαμηλές σχολικές και ακαδημαϊκές επιδόσεις, καθώς και για μικρότερες αποδοχές ως εργαζόμενοι.

«Τα ευρήματα είναι ανησυχητικά, επειδή τα προβλήματα έλλειψης συγκέντρωσης είναι γνωστό ότι έχουν επίπτωση στην απόδοση του παιδιού στο σχολείο, στις κοινωνικές σχέσεις του και στις μετέπειτα επαγγελματικές επιδόσεις του» δήλωσε η Φρεντερίκα Περέρα.

Εκτός από τους αρωματικούς πολυκυκλικούς υδρογονάνθρακες, και άλλες ουσίες θεωρούνται ύποπτες ότι αυξάνουν τον κίνδυνο για ΔΕΠΥ, όπως τα οργανοφωσφορικά εντομοκτόνα, τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB), οι φθαλικές ενώσεις, ο μόλυβδος, ο υδράργυρος κ.ά.

X.Λ.