Γιατί οι κυβερνήσεις του δυτικού κόσμου βρίσκουν δισεκατομμύρια δολάρια, για να οργανώσουν και να υποστηρίξουν αθλητικά γεγονότα παγκόσμιου ενδιαφέροντος, αλλά «δυσκολεύονται» να αντιμετωπίσουν τη φτώχεια, που υποχρεώνει εκατομμύρια ανθρώπων, να ζουν στην ένδεια και την εξαθλίωση;

Πρόσφατα ο Καναδάς διέδιδε υπερήφανα μέσω των διεθνών ΜΜΕ στα πέρατα του (δυτικού;) κόσμου, ότι συγκέντρωσε 135 εκατομμύρια δολάρια ως χρηματική βοήθεια προς την πάμφτωχη και ισοπεδωμένη από τον σεισμό, Αϊτή, ενώ την ίδια στιγμή ξόδευε σχεδόν έξι δισεκατομμύρια δολάρια για τις δύο εβδομάδες, που διήρκεσαν οι χειμερινοί Ολυμπιακοί αγώνες στο Βανκούβερ. Σκεφτείτε το λίγο. Αν είχατε στα χέρια σας 6.000 ευρώ, πόση σημασία θα είχαν για εσάς 135 ευρώ;

Μια παρόμοια αντίθεση αποκαλύπτεται τώρα στη Νότια Αφρική. Εκεί που τεράστια χρηματικά ποσά από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς από όλον τον κόσμο δόθηκαν αφειδώς για την υποστήριξη του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου του 2010, το οποίο ξεκινάει στη χώρα στις 11 Ιουνίου. Όλοι αυτοί οι παγκόσμιας εμβέλειας οργανισμοί προωθούν τη Νότια Αφρική, την «ξεσκονίζουν», την σηκώνουν ψηλά στα μάτια του υπόλοιπου κόσμου και προσπαθούν να την «πουλήσουν» στις αγορές ως ένα προϊόν μεγάλου επενδυτικού ενδιαφέροντος.

Η Νότια Αφρική (θα έπρεπε να) αξίζει της προσοχής μας για πολύ σημαντικότερους λόγους από τη διοργάνωση του Μουντιάλ. Ακριβώς όπως η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να βρεθεί στο κέντρο της προσοχής του πλανήτη το 2004, μόνο και μόνο επειδή η εθνική μας ομάδα ποδοσφαίρου σήκωσε το ευρωπαϊκό κύπελλο και επειδή η Αθήνα έφερε επιτυχημένα εις πέρας τους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Αν η Ελλάδα προσέφερε τις δημοκρατικές αρχές στον σύγχρονο δυτικό κόσμο, η Νότια Αφρική του Nelson Mandela έγινε το παράδειγμα της μετάβασης από το απαρτχάιντ στη δημοκρατική διακυβέρνηση, με όσες «ακίδες» και αν έχουν μείνει στο δέρμα της δημοκρατίας στη χώρα.

Πέρα από την (Νότια) Αφρική

Οι διοργανωτές του Μουντιάλ υπολογίζουν ότι περίπου 480 χιλιάδες άνθρωποι θα επισκεφτούν τη Νότια Αφρική, για να βρεθούν στις εξέδρες των δέκα γηπέδων, τα οποία θα φιλοξενήσουν τους αγώνες, αλλά και τις πόλεις και τα πάρκα της χώρας. Εκτιμάται επίσης, ότι δημιουργήθηκαν 415 χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας και η οικονομία της Ν. Αφρικής θα δει 5,5 δισεκατομμύρια δολάρια να εισρέουν στα άδεια της ταμεία. Νούμερα όμως που είναι εφήμερα και στην πραγματική οικονομία σχεδόν αδύνατο να επιβεβαιωθούν.

Για το 50% των Νοτιοαφρικανών, που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, το Μουντιάλ δεν θα τους φέρει ένα καλύτερο σπίτι για να κατοικούν. Ούτε κάποιο μαγικό ραβδάκι θα αλλάξει το υπό κατάρρευση σύστημα Υγείας και Πρόνοιας της χώρας. Ούτε θα τους βρει δουλειά, αφού η ανεργία στη χώρα έφτασε το 2009 το 24%. Εν μέσω μάλιστα του αναπτυξιακού και οικοδομικού «οργασμού» ενόψει Μουντιάλ, ανέβηκε κατά 2% σε σχέση με το 2008. Ούτε θα φέρει νερό σε κάθε άκρη και σε κάθε πολίτη της χώρας. Το ίδιο και το ηλεκτρικό ρεύμα. Το ίδιο και τους δρόμους. Ούτε θα χτίσει σχολεία σε όλη τη Νότια Αφρική. Ούτε θα σταματήσει τη μαλάρια. Ούτε το AIDS. Ασθένειες που μεταξύ άλλων ευθύνονται για τα μόλις 49 χρόνια που είναι το προσδόκιμο ζωής για έναν Νοτιοαφρικανό. Ούτε θα φέρει την ασφάλεια στους γεμάτους εγκληματικότητα δρόμους ακόμα και των μεγαλύτερων πόλεων. Εκεί που καθημερινά καταγράφονται κατά μέσο όρο 50 φόνοι την ημέρα. Και άλλοι τόσοι βιασμοί γυναικών. Και πόσα άλλα άραγε, που ποτέ δεν φτάνουν στις εφημερίδες και τις οθόνες της τηλεόρασης και του ηλεκτρονικού μας υπολογιστή;

Το Μουντιάλ δεν θα κάψει επίσης το βαθιά ριζωμένο πρόβλημα των ρατσιστικών συμπεριφορών, που ακόμα φέρνουν αίμα και διχασμό ανάμεσα στους Νοτιοαφρικανούς. Ο πρόσφατος θάνατος άλλωστε του ηγέτη του ακροδεξιού κινήματος των λευκών (AWB), Eugene Terreblanche, έφερε ένα νέο κύμα αιματηρών κρουσμάτων, που υποδαυλίστηκαν από ρατσιστικά κίνητρα. Όπως όταν ένας λευκός Νοτιοαφρικανός γεωργός στην επαρχία Free State (αλήθεια, τι ειρωνεία… «ελεύθερο κράτος») έδεσε με σύρμα έναν μαύρο συμπολίτη του από τον αστράγαλό του στο πίσω μέρος αγροτικού αυτοκινήτου και τον έσυρε για πέντε χιλιόμετρα, μέχρι που τον σκότωσε.

Η μεγαλύτερη γιορτή της «στρογγυλής θεάς» όμως θα φέρει τις κάμερες των τηλεοπτικών συνεργείων. Θα φέρει δημοσιογράφους, που αν δεν ήταν το Μουντιάλ, ίσως να μην πληκτρολογούσαν (το μελάνι εξαφανίστηκε προ πολλού στο χώρο) ποτέ στη ζωή τους ένα άρθρο για τις ανάγκες και τα προβλήματα τόσο της Νότιας Αφρικής όσο και ολόκληρης της αφρικανικής ηπείρου.

Θα φέρει και τουρίστες. Ανθρώπους που θα ταξιδέψουν στη Νότια Αφρική περιμένοντας να συναντήσουν αυτό που η τηλεόραση και οι κινηματογραφικές ταινίες τους έχουν παρουσιάσει ως «Νότια Αφρική». Μην ξαφνιαστείτε αν δείτε μερικούς να περιμένουν να δουν λιοντάρια να περνάνε το φανάρι!

Θα φέρει καλλιτέχνες και άλλες διασημότητες, που τρέχοντας πίσω από τις κάμερες (και όχι το ανάποδο), θα εξυμνούν την άγρια φυσική ομορφιά της Νότιας Αφρικής. Ίσως να οργανώσουν και φιλανθρωπικά γκαλά, συναυλίες και άλλες εκδηλώσεις, «για να βοηθήσουν τον άπορο πληθυσμό της χώρας». ‘Ίσως να σταθούν μπροστά στα φλας των φωτογράφων μαζί με ένα αδύνατο, μαύρο, χαμογελαστό παιδάκι στην αγκαλιά τους, για να στρέψουν δήθεν το ενδιαφέρον του κόσμου σε αυτή τη φτωχή ήπειρο. Τι κι αν το παιδάκι είναι αδύνατο γιατί δεν έχει να φάει, ενώ η κάθε διασημότητα είναι αδύνατη, γιατί μόνο έτσι «γράφει καλά στον φακό»;

Μια έρευνα που δημοσίευσε η African Business υπογράμμισε, ότι ο μεγαλύτερος «κίνδυνος» για την εμπορική προώθηση και εκμετάλλευση του Παγκοσμίου Κυπέλλου είναι να φτάσουν στους τηλεοπτικούς μας δέκτες οι εικόνες απόγνωσης και εξαθλίωσης στις γειτονικές Ζιμπάμπουε, Μποτσουάνα και Μοζαμβίκη. Θαρρείς και εκείνες μερικές δεκάδες χιλιόμετρα μακριά από το κάθε γήπεδο του Μουντιάλ δεν είναι αρκετές.

Η σύγχρονη κοινωνία άλλωστε έμαθε να κοκκινίζει από ντροπή όχι μπροστά στο ίδιο το πρόβλημα, αλλά στην (παραμορφωμένη κατά το δοκούν και το συμφέρον) αντανάκλασή του στο γυαλί της τηλεόρασης. Και για να ξεχαστεί, παραγγέλνει κάτι απ’ έξω και μετά πέφτει για ύπνο.

Ραντεβού με την ιστορία

Η Νότια Αφρική είναι το ισχυρότερο οικονομικά και πιο ανεπτυγμένο έθνος της αφρικανικής ηπείρου. Και ως τέτοιο, έχει την ιστορική ευκαιρία και συνάμα την υποχρέωση να τραβήξει μαζί του την Αφρική από τη σκιά.

Ίσως να μην έπρεπε μια αθλητική διοργάνωση να αποτελεί «ιστορική ευκαιρία» για καμία χώρα, αλλά στην εποχή που η τηλεόραση ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις και τα πρότυπα της επιτυχίας μοιάζουν πιο παγκοσμιοποιημένα από ποτέ, το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου και οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι για την οικοδέσποινα χώρα ό,τι και το μεγάλο κύμα για τον σέρφερ: ή το πιάνει και φεύγει με ταχύτητα, ή το χάνει και καταποντίζεται με ντροπή.

Την τελευταία φορά που η Νότια Αφρική έπαιξε τον ρόλο της οικοδέσποινας του κόσμου, στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ράγκμπι το 1995, συνέβη κάτι μοναδικό. Πίσω από την χαρισματική ηγεσία του τότε προέδρου της χώρας, Nelson Mandela, ένα ολόκληρο έθνος υποστήριξε με πρωτοφανές πάθος την εθνική του ομάδα ράγκμπι, εξωτερικεύοντας με αυτόν τον τρόπο την εσωτερική του δέσμευση για αλλαγή. Έτσι μια αθλητική διοργάνωση έγινε η αρχή για μια διαφορετική Νότια Αφρική.

Δεκαπέντε χρόνια μετά η ευκαιρία χτυπάει και πάλι την πόρτα της Νότιας Αφρικής. Άραγε μπορεί το μέλλον της να συνδεθεί και πάλι με την εξέλιξη ενός αθλητικού Παγκοσμίου Πρωταθλήματος; Η εγκληματικότητα και η διαφθορά στο εσωτερικό της χώρας δύσκολα θα επηρεαστούν από το ποδόσφαιρο, αλλά μια επιτυχημένη διοργάνωση του Μουντιάλ μπορεί να αλλάξει τον τρόπο, που ο υπόλοιπος κόσμος κρίνει τις προοπτικές της.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο νυν πρόεδρος της χώρας, Jacob Zuma, δήλωσε ότι «το 2010 θα είναι η πιο σημαντική χρονιά για τη Νότια Αφρική από το 1994», όταν διεξήχθησαν στη χώρα οι πρώτες δημοκρατικές εκλογές.

Και σε μια στιγμή σαν και αυτή, ο ιστορικός του μέλλοντος δεν θα γράψει για τους πολυεθνικούς γίγαντες που επένδυσαν στη Νότια Αφρική. Ούτε για τα δισεκατομμύρια δολάρια, τα οποία ξοδεύτηκαν για τις 30 μέρες που διαρκεί το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου 2010.

Θα γράψει για την επόμενη ημέρα για τη Νότια Αφρική. Στις 11 Ιουλίου η Νότια Αφρική, η ποδοσφαιρική ομάδα, μπορεί να μην σηκώσει το κύπελλο. Στις 12 Ιουλίου όμως η Νότια Αφρική, η χώρα, σίγουρα μπορεί…