Από παντού βάλλεται η ελληνική οικονομία, και κυρίως η αξιοπιστία των στατιστικών στοιχείων που παρουσιάζει επίσημα η Αθήνα στην Κομισιόν.

Τη σκυτάλη της αμφισβήτησης και της απειλής για επιβολή σκληρών μέτρων πήρε ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Ζαν Κλοντ Τρισέ, ο οποίος, ασκώντας σκληρή κριτική στην Ελλάδα, ανέφερε ότι η αναξιοπιστία θέτει σε κίνδυνο την καλή λειτουργία του Συμφώνου Σταθερότητας.

Ενός Συμφώνου Σταθερότητας, το οποίο, όμως, είναι ήδη εγκαταλειμμένο από όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μόνο ο κεντρικός τραπεζίτης (αλλά και οι κορυφές της Κομισιόν) συνεχίζουν να παρουσιάζουν ως οικονομική σωτηρία -διότι αλλιώς δεν έχουν λόγω ύπαρξης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ το σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης κοιτά την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας για να τονώσει την ανάπτυξη, στις Βρυξέλλες επιμένουν στην καταπολέμηση των ελλειμμάτων χωρίς να  αντιλαμβάνονται ότι το μείζον είναι η ενίσχυση των μαζών και όχι η τήρηση των συμφώνων και των αριθμών.

Ο Ζαν Κλοντ Τρισέ τάχθηκε υπέρ μιας πλήρως ανεξάρτητης στατιστικής υπηρεσίας, ενώ πρόσθεσε ότι η χώρα χρειάζεται σοβαρό σχέδιο ανάταξης της οικονομίας, χαρακτηρίζοντάς την ως «μια ακραία περίπτωση με καθόλου φυσιολογικό έλλειμμα». 

Προϊδέασε δε για υπαγωγή της ελληνικής οικονομίας σε μια εξαιρετικά αυστηρή επιτήρηση, παρόμοια με αυτή που θα συνόδευε προσφυγή της Ελλάδας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Η κριτική αυτή έρχεται την ώρα που ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Παπακωνσταντίνου, δίνει σκληρή μάχη στις Βρυξέλλες στο πλαίσιο των Συμβουλίων Eurogroup και Ecofin, προκειμένου να πείσει ότι ο κυβερνητικός οικονομικός σχεδιασμός -οι βασικές αρχές του οποίου διαφαίνονται στο σχέδιο του προϋπολογισμού- είναι ρεαλιστικός και εφικτός, και οδηγεί σε μείωση του ελλείμματος και δημοσιονομικό νοικοκύρεμα.