Καθημερινό αγώνα επιβίωσης δίνουν οι ιδιοκτήτες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που βλέπουν την οικονομική κρίση να κάνει “πλιάτσικο” στα ταμεία τους. «Αν δεν αλλάξει κάτι, θα πεθάνουμε», φωνάζουν.

Την ίδια ώρα, νέες αυξήσεις στο κόστος δανεισμού για καταναλωτές και επιχειρήσεις σχεδιάζουν οι τράπεζες, παρά τη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ (Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας) και των άλλων κεντρικών τραπεζών τον τελευταίο μήνα.

Οι πρόσφατες εξελίξεις βρήκαν απροετοίμαστες τις επιχειρήσεις που τώρα απειλούνται με κατασχέσεις και λουκέτο.

Οι τράπεζες θέλουν να καλύψουν τις απώλειές τους από τη χρηματοπιστωτική κρίση, δηλαδή τα μειωμένα έσοδα (αν όχι ζημίες) των επενδυτικών τμημάτων και όχι μόνο.

Όσο δεν βρίσκουν χρήμα οι τράπεζες τόσο ακριβαίνουν τα επιτόκια των καταθέσεων και των χορηγήσεων. Το φαινόμενο παρουσιάζει μεγαλύτερη έξαρση στην Ελλάδα, αλλά παρατηρείται σε όλες ανεξαιρέτως τις χώρες της Ε.Ε.

Χαρακτηριστική είναι η δήλωση που έκανε ο κεντρικός Ευρωπαίος τραπεζίτης.

«Με μεγαλύτερη ταχύτητα θα πρέπει να αρχίσουν να αντιδρούν οι εμπορικές τράπεζες στις παρεμβάσεις της ΕΚΤ που στοχεύουν στην ομαλοποίηση των συνθηκών στις αγορές», ανέφερε ο Jean-Claude Trichet.

Σύμφωνα με τον Trichet, οι τωρινές αναταραχές στις αγορές χρήματος δεν έχουν λάβει υπόψη τις αποφάσεις της ΕΚΤ για μείωση των επιτοκίων και την παροχή ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό κλάδο. «Πιστεύω πως είναι θέμα χρόνου, και έχω ζητήσει από τις εμπορικές τράπεζες να επιταχύνουν τις διαδικασίες ενσωμάτωσης των αποφάσεών μας» τόνισε χαρακτηριστικά όπως προκύπτει από απόσπασμα συνέντευξής του που δημοσιοποιήθηκε στην ιστοσελίδα της ΕΚΤ.

Στο εννεάμηνο του 2008, το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων στην ευρωζώνη αυξήθηκε κατά 0,48%, ενώ στην Ελλάδα κατά 0,85%. Στις πιστωτικές κάρτες, η αύξηση είναι 0,67% στη χώρα μας, έναντι 0,36% στην ευρωζώνη.

Οι νέες χρηματοδοτήσεις κυμαινόμενου επιτοκίου στα στεγαστικά δάνεια είναι συνδεδεμένες μόνο με το -ευμετάβλητο- Εuribor και το περιθώριο κέρδους (spread) που προσθέτουν οι τράπεζες ξεπερνά σε ορισμένες περιπτώσεις κατά πολύ το 2%. Έτσι, το μέσο επιτόκιο προσεγγίζει τουλάχιστον το 6,6%.

Στις πιστωτικές κάρτες, η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη, καθώς τα επιτόκια έχουν σκαρφαλώσει έως και 22,17% (συνολική ετήσια πραγματική επιβάρυνση).

Στα δάνεια κεφαλαίων κίνησης των επιχειρήσεων, τα επιτόκια από 4,5% έως 5,5% ένα χρόνο πριν, ανέρχονται σήμερα σε 9% με 11%. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις καλούνται από τις τράπεζες για αναπροσαρμογή επί τα χείρω των συμβάσεων και αύξηση επιτοκίου έως 1%. Αν δεν αποδεχθούν την «αναπροσαρμογή», τότε καλούνται να ξεπληρώσουν όλο το δάνειο. Και τί σημαίνει αυτό; Άμεση εκταμίευση μεγάλων ποσών που στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχουν.

Ανάλογη πρακτική και στις πιστωτικές κάρτες, όπου οι τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκιά τους έως και κατά 2% και τροποποιούν τις συμβάσεις, καλώντας τους κατόχους να αποδεχθούν τους νέους δυσμενείς όρους εντός 30 ημερών. Διαφορετικά, καλούνται να εξοφλήσουν όλη την οφειλή.

Ανεπηρέαστοι από την κρίση είναι όσοι έχουν λάβει στεγαστικό και καταναλωτικό δάνειο με σταθερό επιτόκιο ή κυμαινόμενο συνδεδεμένο με το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ, το οποίο έχει πλέον υποχωρήσει στο 3,25%.

Κραυγή αγωνίας από μικρομεσαίους επιχειρηματίες

«Θα πεθάνουμε» είναι η κραυγή αγωνίας από μικρομεσαίους επιχειρηματίες που βλέπουν ότι η κρίση όχι απλά έχει χτυπήσει την πόρτα τους, αλλά τους απειλεί με αφανισμό. Δίνουν προθεσμία μέχρι τις γιορτές, μήπως και «ανοίξει» η αγορά και αυξηθεί η κίνηση των καταναλωτών.

«Εάν είχα κάνει κάποιες επενδύσεις τώρα θα βρισκόμουν στον Κορυδαλλό», δηλώνει στη zougla.gr, ο κ. Μενέλαος Καλατζής, ιδιοκτήτης αποθήκης χάρτου στην Αγία Βαρβάρα. Τα εργοστάσια στην Κίνα και τις Ινδίες που κλείνουν έχουν άμεση επίπτωση στις εξαγωγές χάρτου, με αποτέλεσμα η πτώση στις πωλήσεις να είναι κατακόρυφη.

«Τη μια συσκευασία την πουλάω 5 δραχμές την ώρα που τα έξοδά μου είναι 7 δραχμές. Δουλεύω και μπαίνω μέσα», σημειώνει.

«Ο κόσμος δυσκολεύεται και αγοράζει μόνο τα προϊόντα καθημερινής ανάγκης. Τα σοκολατοειδή, τα γαριδάκια θεωρούνται ‘είδος πολυτελείας’ και μένουν στα ράφια» υπογραμμίζει ο κ. Φώτης, ιδιοκτήτης ψιλικατζίδικου στο Χαλάνδρι. Όσο για το τεφτέρι, ζει και βασιλεύει…

«Τα λεφτά ποιος τα μαζεύει;» αναρωτιέται ο κ. Γιάννης Κόλιας, ιδιοκτήτης μανάβικου στην Ελευσίνα. «Όλοι είναι φεσωμένοι και γι΄αυτό προτιμούν να κάνουν περικοπές στα τρόφιμα. Παίρνουν ένα μαρούλι, μια φέτα καρπούζι… γίναμε Ευρωπαίοι», υπογραμμίζει.

Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τον Σεπτέμβριο

Στα επιτόκια των χορηγήσεων για τα νέα δάνεια, το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια (κατηγορία που περιλαμβάνει τα δάνεια μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανοικτά δάνεια και τις υπεραναλήψεις) παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητο και διαμορφώθηκε στο 15,15%. Αντίθετα, το επιτόκιο των επιχειρηματικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια σημείωσε άνοδο 16 μονάδων βάσης (0,16%) στο 7,94%.

Σημαντική άνοδο (κατά 22 μονάδες βάσης) σημείωσε και το μέσο επιτόκιο των νέων επιχειρηματικών δανείων συγκεκριμένης διάρκειας κυμαινόμενο ή σταθερό έως και 1 έτος και για μεγάλα σχετικώς ποσά (δάνεια άνω του 1 εκατ. ευρώ,  διαμορφώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2008 στο 6,04%, και επανήλθε έτσι στο επίπεδο του Ιουλίου.

Το επιτόκιο των νέων στεγαστικών δανείων με επιτόκιο κυμαινόμενο ή σταθερό έως 1 έτος αυξήθηκε κατά 11 μονάδες βάσης το μήνα αυτό και διαμορφώθηκε στο 5,45%. Τέλος, το μέσο επιτόκιο στην κατηγορία των νέων στεγαστικών δανείων με επιτόκιο σταθερό για πάνω από 1 και μέχρι και 5 έτη, παρουσίασε μικρή άνοδο, κατά 3 μονάδες βάσης, και διαμορφώθηκε στο 4,75% (Το σχετικά χαμηλό ύψος του επιτοκίου αυτού οφείλεται στα δάνεια χαμηλής εκκίνησης).

Στα υφιστάμενα δάνεια, άνοδο παρουσίασαν τα επιτόκια που εφαρμόζονται στα υπόλοιπά τους στις σημαντικότερες κατηγορίες καταθέσεων και δανείων, με εξαίρεση το επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με διάρκεια άνω των 5 ετών που παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητο.

Ειδικότερα, το μέσο επιτόκιο καταθέσεων για τα νοικοκυριά με διάρκεια έως 2 έτη παρουσίασε άνοδο κατά 9 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 5,06% και το αντίστοιχο επιτόκιο για τις επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 23 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 5,23%.

Το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με διάρκεια άνω των 5 ετών παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητο και διαμορφώθηκε στο 5,18%, ενώ το επιτόκιο των μακροπρόθεσμων δανείων προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις παρουσίασε άνοδο 10 μονάδων βάσης και διαμορφώθηκε στο 6,49%.