«Η οικονομική ελίτ της Ελλάδας εμφανίζεται να ”βάζει στην μπάντα” (αποθησαυρίζει) κεφάλαια σε ελβετικές τράπεζες για την ασφάλειά της». Με αυτά τα λόγια ξεκινά το άρθρο στην ηλεκτρονική έκδοση του «The Economist» το οποίο στηλιτεύει την αβελτηρία (απροθυμία;) των αρμόδιων Αρχών να τιμωρήσουν κάποιον κοινωνικά ισχυρό που φοροδιαφεύγει.

Μολονότι από την αρχή η Ελλάδα υποσχέθηκε στους διεθνείς πιστωτές ότι οι μεγάλοι φοροφυγάδες θα πάνε φυλακή, ακόμη δεν έχει καταδικάσει κανέναν «μεγάλο», αναφέρει χαρακτηριστικά το δημοσίευμα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Υπό τον τίτλο «Αμφιβολίες για την απόδοση», το κορυφαίο βρετανικό περιοδικό αναφέρεται στη διάσημη υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι για την ώρα οι αξιωματούχοι που έχουν αναλάβει την πάταξη της φοροδιαφυγής «σέρνουν τα πόδια τους» όταν πρόκειται για μεγαλόσχημα ονόματα που αφορούν «πολιτικά πρόσωπα, ποδοσφαιριστές, διακεκριμένους δικαστές και γιατρούς».

Το άρθρο ξεκινά με μία ιστορική αναδρομή, όπου η ελληνική ελίτ παρουσιάζεται να βγάζει κεφάλαια σε ελβετικούς λογαριασμούς για λόγους ασφαλείας μέχρι τη δημιουργία του ευρώ, γιατί φοβόταν την υποτίμηση ή το πάγωμα κεφαλαίων.

«Στη συνέχεια ήρθε το ρεύμα της μεταφοράς κεφαλαίων από τη μαύρη οικονομία στους παραδείσους του εξωτερικού. Αφού έκανε επί πολλά χρόνια τα στραβά μάτια, η απελπισμένη και διαλυμένη ελληνική κυβέρνηση έκανε επιτέλους κινήσεις για την πάταξη της φοροδιαφυγής.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι φορολογικές δηλώσεις 2.000 Ελλήνων με λογαριασμούς στο υποκατάστημα της Γενεύης της HSBC μπήκαν στο μικροσκόπιο του ΣΔΟΕ. Τα ονόματα μπήκαν σε έναν δίσκο για υπολογιστή το 2010 και στάλθηκαν από την τότε υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας, Κριστίν Λαγκάρντ, στον τότε υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας, Γιώργο Παπακωνσταντίνου» επισημαίνεται.

Στη συνέχεια αναφέρεται στο πώς η «λίστα Λαγκάρντ» χάθηκε στα μέσα του 2011 και ξαναβρέθηκε πρόσφατα στα χέρια του Ε. Βενιζέλου, καθώς και στη δημοσίευση του καταλόγου πρόσφατα.

Στο άρθρο υπογραμμίζεται η πρόσφατη απόπειρα να εμπλέξουν την κα Μαργαρίτα Παπανδρέου, αναφέροντας ότι «αρκετοί πολιτικοί και οι σύζυγοί τους καθώς και μέλη διαπρεπών οικογενειών εμφανίζονται στη λίστα, αλλά η μεγαλύτερη προσοχή δόθηκε στο όνομα της Μαρίας Παντελή, της οποίας ο λογαριασμός φέρεται να περιείχε 550 εκατ. ευρώ. Η κα Παντελή εκτιμήθηκε αρχικώς ότι λειτουργούσε εκ μέρους Έλληνα εφοπλιστή. Στη συνέχεια ο Νίκος Λέκκας του ΣΔΟΕ φέρεται να ισχυρίστηκε στον εισαγγελέα ότι τον έλεγχο του λογαριασμού της είχε η 89χρονη μητέρα του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου».

Η Μαργαρίτα Παπανδρέου και ο γιος της αρνήθηκαν αμέσως τις κατηγορίες και η κα Παπανδρέου απείλησε να μηνύσει τις εφημερίδες που δημοσίευσαν τα σχόλια του κ. Λέκκα.

Επίσης, οι Παπανδρέου ένιωσαν δικαιωμένοι όταν ο Σάμπι Μιόνι, Ελληνο-ισραηλινός διαχειριστής, έδωσε την εξής εξήγηση: «Ο κ. Μιόνι δήλωσε ότι δεν είχε συναντήσει ποτέ μέλος της οικογένειας Παπανδρέου. Ο εν λόγω λογαριασμός ανήκει σε επενδυτικό κεφάλαιο που είναι εισηγμένο στο χρηματιστήριο της Ιρλανδίας και ο ίδιος διαχειριζόταν το κεφάλαιο εκ μέρους της EFG International, του ελληνικού χρηματοπιστωτικού ομίλου με έδρα την Ελβετία. Σύμφωνα με πρώην συναδέλφους του κ. Μιόνι, η κα Παντελή ήταν έμπιστη υπάλληλος που είχε άδεια να υπογράφει εκ μέρους του κ. Μιόνι».

Την επόμενη ημέρα, καταλήγει η ιστορία, ο κ. Λέκκας έκανε στροφή 180 μοιρών ισχυριζόμενος ότι ποτέ δεν συνέδεσε τους Παπανδρέου με τον λογαριασμό της κας Παντελή.

Το όλο επεισόδιο προκάλεσε μεγάλη αμηχανία και αμφιβολίες για την επαγγελματική ικανότητα της Οικονομικής Αστυνομίας. Οι επικριτές της λένε ότι «σέρνει τα πόδια της» στις έρευνες για πολιτικά πρόσωπα, ποδοσφαιριστές, διακεκριμένους δικαστές και γιατρούς που είναι ύποπτοι φοροδιαφυγής. Οι αξιωματούχοι του ΣΔΟΕ, από την πλευρά τους, ισχυρίζονται ότι «πνίγονται» από τις πολλές υποθέσεις.

Η Ελλάδα δεν έχει ακόμη καταδικάσει κανέναν «διάσημο» φοροφυγά, μολονότι το υποσχέθηκε στους διεθνείς πιστωτές, καταλήγει το δημοσίευμα.

«Η κυβέρνηση πρόκειται να διορίσει ειδικό γραμματέα φορολογικών υποθέσεων, όπως της έχουν ζητήσει οι αξιωματούχοι της τρόικας (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΔΝΤ και ΕΚΤ), αλλά η δουλειά της νέας φορολογικής εξουσίας θα είναι ”κομμένη”» εκτιμά, κλείνοντας το ανυπόγραφο άρθρο, ο συντάκτης του.

Επιμέλεια: Αννίτα Τριανταφυλλοπούλου

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης