«Κράμερ εναντίον Κράμερ» θυμίζει η κατάσταση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για το θέμα της αξιοποίησης του Γκολφ Αφάντου, μετά την αιφνίδια παρέμβαση του Υπουργείου Πολιτισμού στη διαδικασία έγκρισης του νέου ειδικού χωροταξικού σχεδίου (ΕΣΧΑΔΑ) για το ακίνητο στη συνεδρίαση του Κεντρικού Συμβουλίου Διοίκησης και την έκδοση ΦΕΚ με το οποίο κηρύσσεται αρχαιολογικός χώρος ολόκληρη η προς αξιοποίηση περιοχή, από το Ερημόκαστρο ως τα Κολύμπια, όπως απεκάλυψε χθες η «Δημοκρατική».

Σημειώνεται, μάλιστα, ότι η συγκεκριμένη επένδυση περιλαμβάνεται στις μνημονιακές δεσμεύσεις της κυβέρνησης και η εκκρεμότητα όφειλε να κλείσει έως τον Νοέμβριο του 2016.

Οι ιδιωτικοποιήσεις που πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τότε αφορούν: OΛΠ, ΔΕΣΦΑ, ΤΡΑΙΝΟΣΕ, Rosco, Αστήρ, παραχώρηση «Ελ. Βενιζέλου», Αφάντου Ρόδου, Κασσιόπη και Ελληνικό.

Εν πάσει περιπτώσει, η παρέμβαση του υπουργού Πολιτισμού κ. Αριστείδη Μπαλτά έχει ήδη προκαλέσει την αντίδραση του υπουργού Οικονομικών κ. Ευκλείδη Τσακαλώτου αλλά και της υπουργού Τουρισμού κας. Έλενας Κουντουρά ενώ ουδέτερη είναι η στάση, επί του παρόντος, του υπουργού Περιβάλλοντος κ. Πάνου Σκουρλέτη.



Κεραυνοί Χατζημάρκου

Στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο κ. Χατζημάρκος είπε: «Το νησί της Ρόδου περιμένει επί δεκαετίες την αξιοποίηση του Γκολφ Αφάντου, που τόσο έχει ανάγκη. Μια επένδυση που πέρασε δια πυρός και σιδήρου, τινάζεται στον αέρα, λίγο πριν μπει στην φάση της υλοποίησης. Πρόκειται για μια εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη. Προκαλεί σοκ η επιπολαιότητα με την οποία ελήφθη, χωρίς εκείνοι που την έλαβαν να αντιλαμβάνονται το κακό που κάνουν στη Ρόδο αλλά και στην Ελλάδα συνολικά. Η ελληνική πολιτεία με αποφάσεις όπως αυτή, στέλνει διεθνώς το καθόλα αρνητικό μήνυμα της έλλειψης σοβαρότητας που αγγίζει τα όρια της φαιδρότητας και της γελοιοποίησης, ενώ παράλληλα συμβάλει στην εμπέδωση ενός εχθρικού επενδυτικού περιβάλλοντος και δείχνει τον δρόμο της φυγής σε κάθε πιθανό επενδυτή, σε μια που η χώρα έχει ανάγκη τις επενδύσεις για να βγει από το τέλμα».

«Αν η απόφαση αυτή, που καμία λογική δεν την υπαγορεύει, παρά μόνο η ανοησία και η επικίνδυνη ιδεοληψία ανθρώπων που αρνούνται πεισματικά να δουν την πραγματικότητα, δεν ανακληθεί άμεσα, θα έχει εγκληματικές επιπτώσεις για το νησί της Ρόδου και για την αναπτυξιακή προοπτική του, την ώρα μάλιστα που η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου καταβάλλει τιτάνια προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων για την αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας» ανέφερε ο κ. Χατζημάρκος και πρόσθεσε ότι «ενώ η χώρα κρέμεται στην άβυσσο από μια κλωστή, κάποιοι μέσα στην κυβέρνηση, προσκολλημένοι στο παρελθόν, χωρίς καμία συναίσθηση της πραγματικότητας, προτιμούν να επιδίδονται σε ληστρικές φορολογικές επιδρομές, να εξαντλούν την ελληνική κοινωνία με συνεχή μέτρα λιτότητας και να προτάσσουν παρωχημένες και ξεπερασμένες από την ίδια τη ζωή αντιλήψεις, αντί να δουν σοβαρά και με την υπευθυνότητα που απαιτούν οι περιστάσεις τις επενδύσεις, ως την μόνη διέξοδο από την κρίση».

Ως προς τις επιπτώσεις που θα επιφέρει η απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού για το νησί της Ρόδου, ο κ. Χατζημάρκος τόνισε: «Το νησί γίνεται και πάλι στόχος, δέχεται ένα ακόμη πλήγμα στα τόσα που έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια. Αποφάσεις έωλες, αστήρικτες και καταστροφικές για την κοινωνία, την οικονομία και την ανάπτυξη, όπως αυτή για το Γκολφ Αφάντου, έφεραν τα νησιά του Νοτίου Αιγαίου στο χειρότερο σημείο των τελευταίων δεκαετιών, να έχουν χάσει το μεγαλύτερο ποσοστό του κατά κεφαλήν ΑΕΠ από όλες τις Περιφέρειες της Ευρώπης. Δυστυχώς συνεχίζουν ακάθεκτοι και με μανία καταστροφική. Και σε αυτήν την πρόκληση που δέχεται ο τόπος, θα κάνουμε για μια ακόμη φορά το χρέος μας, υπερασπιζόμενοι το μέλλον και την προοπτική του».

Ήδη ο κ. Χατζημάρκος απέστειλε επιστολή προς την κυβέρνηση, απευθυνόμενος στον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης κ. Γιάννη Δραγασάκη, στους Υπουργούς Επικρατείας κκ Νίκο Παππά και Αλέκο Φλαμπουράρη, στον Υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, στον Υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού κ. Γιώργο Σταθάκη, Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών κ. Τρύφωνα Αλεξιάδη και στην Αναπληρώτρια Υπουργό Τουρισμού κ. Έλενα Κουντουρά.

Διευκρινίσεις από το Υπουργείο Πολιτισμού

Tο Υπουργείο Πολιτισμού, σε ανακοίνωση που εξέδωσε το βράδυ της Δευτέρας, διευκρινίζει, μεταξύ άλλων ότι «η κήρυξη αρχαιολογικού χώρου δεν συνεπάγεται την ταυτόχρονη απαγόρευση δόμησης, αλλά την παρακολούθηση των εργασιών από την αρχαιολογική υπηρεσία, όροι που ούτως ή άλλως είχαν τεθεί κατά την έγκριση του ΕΣΧΑΔΑ από αρχαιολογικής».

Ειδικότερα, το υπουργείο «προκειμένου να μην υπάρχει παραπληροφόρηση» σημειώνει σε ανακοίνωση του τα εξής:

«Η προστασία των αρχαιοτήτων και της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί θεμελιώδη υποχρέωση του κράτους, που έχει κωδικοποιηθεί στον αρχαιολογικό νόμο (Ν.3028/2002). Ο χαρακτηρισμός περιοχών ως αρχαιολογικών χώρων αποτελεί την κύρια προληπτική πράξη για τη διαμόρφωση θεσμικού πλαισίου προστασίας, η οποία καταρχάς δεν συνεπάγεται γενική εκ των προτέρων απαγόρευση δόμησης ή εκτέλεσης κάποιου έργου, αλλά επιβάλλει την υποχρέωση παροχής σχετικής άδειας του Υπουργού Πολιτισμού για την εκτέλεση των έργων και την αρχαιολογική παρακολούθησή τους.

Ως αρχαιολογικοί χώροι νοούνται εκτάσεις οι οποίες περιέχουν ή στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι περιέχονται αρχαία μνημεία ή αποτέλεσαν ή υπάρχουν ενδείξεις ότι αποτέλεσαν από τους αρχαιοτάτους χρόνους έως και το 1830 μνημειακά οικιστικά ή ταφικά σύνολα. Οι αρχαιολογικοί χώροι περιλαμβάνουν και το απαραίτητο ελεύθερο περιβάλλον που επιτρέπει στα σωζόμενα μνημεία να συντίθεται σε ιστορική, αισθητικά και λειτουργική ενότητα (άρθρο 2, πργ.γ). Οι αρχαιολογικοί χώροι κηρύσσονται, οριοθετούνται ή αναοριοθετούνται με βάση τα δεδομένα αρχαιολογικής έρευνας πεδίου ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου (άρθρο 13, πργ. 1)

Συνεχιζόμενες αρχαιολογικές έρευνες στην παράκτια θέση του Αφάντου αποκαλύπτουν αρχαιότητες που δείχνουν ότι η περιοχή απετέλεσε το πεδίο ανάπτυξης μιας ακμάζουσας κοινωνίας κατά τα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια έως και την πρώιμη βυζαντινή περίοδο με έντονη εμπορευματική και εξαγωγική δραστηριότητα, που σύμφωνα με την αρχαιολογική επιστήμη σχετίζεται με τον αρχαίο δήμο των Βρυγινδαρίων και τις πόλεις της ροδιακής Περαίας.

Ο αρχαιολογικός χαρακτήρας της περιοχής αποτυπώνεται στον χαρακτηρισμό του αρχαιολογικού χώρου του Ερημοκάστρου το 1999 για την προστασία των μέχρι τότε αρχαιοτήτων (παλαιοντολογικά ευρήματα, τοιχισμένη ακρόπολη, ταφές, οικιστικά κατάλοιπα) και στον καθορισμό Ζωνών Προστασίας το 2000.

Για την πρόσφατη αναοριοθέτηση, που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη 21 Απριλίου στο Φ.Ε.Κ. (70/ΑΑΠ) είχε ήδη συγκροτηθεί φάκελος από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού βάσει των πρόσφατων αρχαιολογικών ερευνών (ταφές των προϊστορικών, κλασικών, ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων, αρχαίες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις με κτιριακές υποδομές και κλιβάνους που χρονολογούνται από την ελληνιστική περίοδο έως και την ύστερη αρχαιότητα). Τα όρια της αναοριοθέτησης καθορίστηκαν με κριτήριο τις παλιότερες ανασκαφές, τις νεώτερες αρχαιολογικές έρευνες με αφορμή την παρακολούθηση έργων τρίτων φορέων και τις παραδόσεις αρχαιοτήτων στην περιοχή. Η κήρυξη του εν λόγω αρχαιολογικού χώρου σε καμία περίπτωση δεν στοχεύει στην ακύρωση του επενδυτικού προγράμματος του ΤΑΙΠΕΔ, αντιθέτως βελτιώνει το θεσμικό πλαίσιο της τουριστικής ανάπτυξης στην περιοχή.

Η πράξη της αναοριοθέτησης του αρχαιολογικού χώρου ουδόλως θέτει σε αμφισβήτηση το σύνολο του εγχειρήματος για το οποίο η κυβέρνηση έχει αναλάβει τη δέσμευση να υλοποιήσει και τούτο διότι η κήρυξη αρχαιολογικού χώρου δεν συνεπάγεται την ταυτόχρονη απαγόρευση δόμησης, αλλά την παρακολούθηση των εργασιών από την αρχαιολογική υπηρεσία, όροι που ούτως ή άλλως είχαν τεθεί κατά την έγκριση του ΕΣΧΑΔΑ από αρχαιολογικής πλευράς. Η δε κήρυξη ήταν επιβεβλημένη καθώς υπάρχουν όχι απλώς ενδείξεις αλλά ανεσκαμμένες αρχαιότητες. Η ομόφωνη γνωμοδότηση του συλλογικού οργάνου του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, το οποίο απαρτίζεται από έγκριτους επιστήμονες πολλών ειδικοτήτων της Υπηρεσίας, αλλά και καθηγητές πανεπιστημίων δεν μπορούσε να μην υιοθετηθεί από τον Υπουργό σε ένα κράτος νομιμότητας και σκοπίμως να αποκρύβει από τους επενδυτές αλλά και το ΣτΕ, πρακτική που εφαρμοζόταν στο παρελθόν.

Εξάλλου, για το θέμα των επενδύσεων στο Αφάντου, έχει αναπτυχθεί συνεχής και γόνιμη συνεργασία όλων των εμπλεκομένων πλευρών-ΤΑΙΠΕΔ, συναρμόδια Υπουργεία Πολιτισμού και Αθλητισμού, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθώς και της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών μεταξύ των οποίων υπάρχει ομοφωνία ότι η αναοριοθέτηση δεν θέτει σε αμφισβήτηση την πραγματοποίηση της επένδυσης.

Οι όποιες εμπλοκές και καθυστερήσεις, που δήθεν έχουν πλήξει την αξιοπιστία του ελληνικού κράτους ως φορέα συνεργασίας για επενδύσεις, οφείλονται σε επιλογές αμφιλεγόμενων ακινήτων – που έγιναν από προηγούμενες ηγεσίες ΤΑΙΠΕΔ και κυβερνώντων -με πλείστα όσα θέματα αρχαιολογικά, περιβαλλοντικά και στρατιωτικά. Η διαχείριση τέτοιων προβληματικών φακέλων, που κληρονομήθηκαν, με την ταυτόχρονη θεμελιώδη υποχρέωση για την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς σε συνδυασμό με την επίτευξη της ανάπτυξης στο πλαίσιο των κυβερνητικών υποχρεώσεων αποτελεί μια δύσκολη, αλλά αναγκαία ισορροπία που ο Υπουργός, η Γενική Γραμματέας του υπουργείου και οι Υπηρεσίες με περίσσιο σεβασμό επιτελούν».
 
Στη Βουλή το θέμα

Ερώτηση καταθέτουν ο Βουλευτής Δωδεκανήσου κ. Μάνος Κόνσολας και ο Τομεάρχης Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων της Ν.Δ κ. Κώστας Καραμανλής για το ζήτημα που ανέκυψε με την απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού να κηρύξει, ως αρχαιολογικό χώρο, 10.000 στρέμματα στο Αφάντου της Ρόδου,κάτι που θα έχει ως συνέπεια την ματαίωση μιας επένδυσης 300 εκατομμυρίων ευρώ, αλλά και του τιμήματος των 42,1 εκ. ευρώ, που θα εισέπραττε το Ελληνικό Δημόσιο με τη συμφωνία.

Οι κ. κ. Κόνσολας και Καραμανλής επισημαίνουν ότι πρόκειται για μία απόφαση απόλυτου παραλογισμού αφού κηρύχθηκε αρχαιολογικός χώρος μια περιοχή, χωρίς να υπάρχουν ενδείξεις για αρχαιολογικά ευρήματα αλλά και χωρίς να υπάρχει η απαραίτητη τεκμηρίωση.

Όπως σημειώνουν «προκαλεί ερωτηματικά ο χρόνος που επελέγη για να εκδοθεί και να δημοσιοποιηθεί η συγκεκριμένη απόφαση αλλά και οι σκοπιμότητες που τη συνοδεύουν. Είναι σαφές ότι εγείρονται σοβαρά ερωτηματικά για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η κυβέρνηση αλλά και για τα αρνητικά μηνύματα που εκπέμπει σε όλους όσοι θέλουν να επενδύσουν στη χώρα μας».

Ο Αντιπρόεδρος της Βουλής βουλευτής Δωδεκανήσου, Δημήτρης Κρεμαστινός, κατέθεσε επίσης επίκαιρη ερώτηση για την αναοριοθέτηση του αρχαιολογικού χώρου Ερημοκάστρου – Τραουνού – Αφάντου προς τον Υπουργό Πολιτισμού Αριστείδη Μπαλτά, καλώντας τον, έτσι, να προσέλθει στη Βουλή για να απαντήσει για το θέμα που έχει δημιουργηθεί.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΟ ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΤΟΥ ZOUGLA.GR ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ

Πηγή:www.dimokratiki.gr