του Μιχάλη Παπανίδη
Τα θεμέλια του ελληνικού Χρηματιστηρίου τρίζουν από την υπόθεση της Folli Follie, που συγκλονίζει και τον τελευταίο μικρομέτοχο αλλά το χειρότερο είναι ότι θέτει εν αμφιβόλω τη δομή και τη λειτουργία μιας κεφαλαιαγοράς που έχει προ πολλού ξεφύγει από τις αναδυόμενες και θέλει να χαρακτηρίζεται ώριμη.
Το στοίχημα είναι μεγάλο για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, που, αν και αιφνιδιάστηκε από την έκθεση του hedge fund Quintessential Capital Management (QCM) για την Folli Follie, έσπευσε να λάβει εκ των υστέρων μέτρα για τη θωράκιση του εγχώριου συστήματος στα μάτια των επενδυτών.
Προφανώς και δεν φθάνει κάτι τέτοιο. Και ο τελευταίος μικροεπενδυτής σκέπτεται ότι οι εταιρείες που συμμετέχουν στο «ελληνικό ταμπλώ» μπορεί να έχουν χαρακτηριστικά φούσκας και κανείς να μην έχει ασκήσει λεπτομερή και αποτελεσματικό έλεγχο.
Ποιος τελικά θα απαντήσει εάν η Folli Follie είναι μια αξιόπιστη για τους μετόχους εταιρεία και εάν τώρα δέχεται κερδοσκοπική επίθεση μεγάλης κλίμακας ή η Quintessential Capital Management έχει δίκιο στις αιτιάσεις και επισημάνσεις της; Το στοίχημα είναι μεγάλο για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, που έσπευσε να λάβει εκ των υστέρων μέτρα για τη θωράκιση του εγχώριου συστήματος στα μάτια των επενδυτών
Το στοίχημα για τη χώρα είναι μεγάλο και μάλιστα σε μια χρονική στιγμή που πρέπει να εμφανίζει τη μέγιστη δυνατή αξιοπιστία, επιστρέφοντας στις αγορές.
Στο ελληνικό Χρηματιστήριο όμως οι ξένοι έχουν επιστρέψει. Κατέχουν το 67,5% της κεφαλαιοποίησης του συνόλου της αξίας των μετοχών και ουσιαστικά στηρίζουν τον γενικό δείκτη, σε μια περίοδο που οι έλληνες δεν τολμάνε να εμπιστευθούν τα χρήματά τους.
Η υπόθεση της Folli Follie μπορεί, υπό προυποθέσεις, να αποτελέσει θρυαλλίδα εξελίξεων με απρόβλεπτες συνέπειες.
Η έκθεση του fund QCM
Ωστόσο είναι δύσκολο να αγνοήσει κανείς την ίδια την έκθεση της Quintessential Capital Management.
Οι «κατηγορίες» είναι πολύ σοβαρές και δεν μπορούν να θεωρηθούν αποκλειστικά και μόνο παιχνίδι από ένα επιθετικό και κερδοσκοπικό του hedge fund.
Τι πραγματικά λέει η συγκεκριμένη έκθεση, που όποια και εάν είναι η εξέλιξη φαίνεται να έχει ανοίξει τον ασκό του Αιόλου;
Το fund QCM αμφισβητεί την οικονομική και εμπορική θέση του ομίλου Folli Follie.
Ως αποτέλεσμα η μετοχή κατέγραψε την Παρασκευή limit down, ενώ και στη σημερινή συνεδρίαση οι επιδόσεις της είναι ανάλογα αρνητικές.
Στις διαπιστώσεις του το fund επισημαίνει ότι στην πραγματικότητα ο όμιλος έχει 64 σημεία πωλήσεων στην Κίνα, ενώ έχει δηλώσει πως διαθέτει 240 και «πιθανώς έχει 289 σημεία πώλησης διεθνώς, ενώ στα τέλη του 2016 είχε δηλώσει πως διαθέτει 630».
Η QCM, όπως σημειώνει, ανησυχεί για την ικανότητα της FF Group να αποπληρώσει τα χρέη της. Ειδικότερα, σε παρουσίαση που έκανε η QCM στη Νέα Υόρκη, επεσήμανε ότι έπειτα από ανάλυση των οικονομικών μεγεθών της Folli Follie ανησυχεί ότι οι οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας δεν απεικονίζουν ακριβή στοιχεία, ότι η εταιρεία οδεύει προς σοβαρή οικονομική δυσπραγία και πως η μετοχή της είναι υπερβολικά υπερτιμημένη.
Το fund ανέφερε μεταξύ άλλων ότι διεξήγαγε επιτόπιους ελέγχους, επισκέφτηκε σημεία στα οποία αναφερόταν επισήμως ότι υπάρχουν καταστήματα της ελληνικής εταιρείας, αλλά δεν τα βρήκε.
Ειδικότερα, ερωτήματα εγείρονται για καταστήματα σε Κίνα και Ιαπωνία. Παράλληλα, εγείρει αμφιβολίες για την ορθότητα των οικονομικών καταστάσεων της εταιρείας.
Πολύ σοβαρά πράγματα δηλαδή και δεν είναι μόνο αυτά. Το fund θέτει και θέμα αξιοπιστίας των λογιστικών ελέγχων, αλλά και «αδιαφορίας» για τα συμφέροντα των επενδυτών από την Ελληνική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Όπως υποστηρίζει, σε ομίλους με πολυεθνική παρουσία, όπως η FF Group, οι ατομικές και ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις υπογράφονται από ελεγκτικές εταιρείες, οι οποίες είναι σε θέση να ελέγξουν τουλάχιστον το 60% των ενοποιημένων εσόδων.
Σύμφωνα με το fund, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στη FF Group.
Αντιθέτως, επισημαίνεται οι οικονομικές καταστάσεις του ομίλου καταρτίζονται από μια μικρή εγχώρια εταιρεία, η οποία εντάσσεται στο διεθνές δίκτυο της Ecovis, ενώ αυτές της Κίνας από τοπική ελεγκτική εταιρεία.
Κύκλοι από ελεγκτικές εταιρείες αναφέρουν πως όλα τα ανωτέρω θα έπρεπε να έχουν προκαλέσει την παρέμβαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, κάτι που δεν συνέβη παρά μόνο μετά τα γεγονότα της περασμένης Παρασκευής και το limit down.
Για να διαλευκανθεί η απόφαση θα πρέπει ο ορκωτός λογιστής να ζητήσει από τον εσωτερικό έλεγχο της FF Group τη διενέργεια ελέγχου από ανεξάρτητο ελεγκτή, επισημαίνουν οι ίδιοι κύκλοι.
Σε περίπτωση που επαληθευθούν τα καταγγελλόμενα από την έρευνα του ανεξάρτητου ελεγκτή, τότε θα πρέπει να γίνει αναίρεση του πιστοποιητικού ελέγχου.
Το προφίλ, οι κοσμικότητες και οι… συνήθειες
Ο Γιώργος Κουτσολιούτσος, Διευθύνων Σύμβουλος της Folli Follie πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στο Μιλάνο. Φαίνεται πώς ήταν και τα καθοριστικά χρόνια. Μετά από μία σύντομη παραμονή στη Νέα Υόρκη, επέστρεψε στην Αθήνα και ενεπλάκη στην οικογενειακή επιχείρηση.
Δεν υπήρχαν τότε πολλά χρήματα. Διακοπές στον Πόρο, εκδρομές στις Σπέτσες, ζωή λιτή και μετρημένη. Ξαφνικά έγινε το άλμα.
Το «πείραμα» της Ιαπωνίας πέτυχε, το άνοιγμα στις ασιατικές αγορές επίσης και ο γάμος με την Κίνα αποδείχτηκε «θησαυρός». Το στυλ ζωής άλλαξε. Η οικογένεια απέκτησε ένα ακίνητο στις Σπέτσες «ένα καταπληκτικό κομμάτι « όπως λένε οι ντόπιοι, μια βίλα που ανήκε παλιά στην κυρία Μπαιλέτ, της γνωστής οικογενείας ιδιοκτητών του ομίλου ΜΜΕ Depeche από την Τουλούζη.
Είναι στην περιοχή Αγριόπετρες, 40 στρέμματα, βίλα, πάνω στη θάλασσα απέναντι από τη Σπετσοπούλα.
Απεκτήθη και ένα προσωπικό, σκάφος με το οποίο πηγαινοέρχεται, όπως και ελικόπτερο, το οποίο χρησιμοποιεί η οικογένεια για να πηγαινοέρχεται στην Αθήνα. Επίσης έχει άλλα 70 στρέμματα αγορασμένα από την Εταιρεία του εφοπλιστή Μαρτίνου , προς τους Άγιους Αναργύρους , που συνορεύουν με την έπαυλη του Μάκη Μάτσα της Μinos EMI.
Καλοπληρωτής ο Γιώργος Κουτσολιούτσος και όπως αναφέρουν οι Σπετσιώτες δεν έφερε ποτέ αντίρρηση σε ότι του ζητήθηκε για τους καθαρισμούς δρόμων ή για άλλη συνεισφορά για διευκόλυνση της ζωής των δημοτών.
Στην ιδιοκτησία του στο νησί συχνά πυκνά θα αντίκριζε ο περιηγητής την γνωστή φυσιογνωμία του Διονύση Σαββόπουλου αφού με τον πατέρα του Τζώρτζη έχουν παντρευτεί δύο αδελφές και είναι μπατζανάκηδες.
Οι ντόπιοι στο νησί επίσης αναφέρονται στην φιλία του Γιώργου Κουτσολιούτσου με τον ιδιόκτητη του Τζάμπο.
Κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι από τις σύντομες και λιτές διακοπές στον Πόρο και τις μονοήμερες εκδρομές στις Σπέτσες.
Τα ανοίγματα έφεραν τα λεφτά και τα λεφτά τον πλούτο και όπως λένε κάτω στο λιμάνι, «μεγάλα καράβια, μεγάλες φουρτούνες».
Η άνοδος και η κρίση
Οι ιδρυτές της φίρµας, Δηµήτρης Κουτσολιούτσος, και η σύζυγός του, Καίτη, αν και αµιγώς ελληνικής καταγωγής, από την περιοχή της Άμφισσας, έθεσαν τις βάσεις της επιχείρησής τους στον ιταλικό Βορρά και αποφάσισαν να κάνουν την «τρέλα» τους. Μέχρι που θα έφθανε όμως αυτή η τρέλα;
Το ζευγάρι άνοιξε την εταιρεία του το 1982 και δηµιούργησε το πρώτο κατάστηµά της στο Κολωνάκι. Σήµερα το εγχείρηµά τους βρίσκεται σε περισσότερες από 30 χώρες και ελέγχει µια αλυσίδα µε πάνω από 660 καταστήµατα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που τώρα αμφισβητούνται με «θανατηφόρο ένταση».
Πάντως, στις τρεις και πλέον δεκαετίες που µεσολάβησαν, η εταιρεία της οικογένειας απέκτησε πολυσχιδή χαρακτήρα, εντάσσοντας νέες φίρµες και δραστηριότητες.
Το 2015 βρέθηκε να ελέγχει πλειοψηφικά τα σηµαντικότερα πολυκαταστήµατα της χώρας (Attica και Factory Outlet), αντιπροσωπεύει στην Ελλάδα, στα Βαλκάνια αλλά και στη δυτική Ευρώπη σηµαντικά brands ένδυσης, και έχει αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της βρετανικής εταιρείας κοσµηµάτων Links of London.
Τίποτα, ωστόσο, δεν ήταν προβλέψιµο από την αρχή. Η οικογένεια Κουτσολιούτσου λέει πως διέγνωσε το «κενό στην αγορά». Διαπίστωσε πως ανάµεσα στο φθηνό faux bijoux και στα πανάκριβα κοσµήµατα µεσολαβούσε τότε… το χάος.
Δεν υπήρχαν αναγνωρίσιµες φίρµες που να διαθέτουν «προσιτή πολυτέλεια»• και αποφάσισαν να την προσφέρουν. Σχεδόν επέβαλαν το ασήµι ως luxury µέταλλο κοσµηµάτων.
Στη διοίκηση της εταιρείας εισήλθε σταδιακά και ο γιος του ζευγαριού, Τζώρτζης Κουτσολιούτσος, σηµερινός διευθύνων σύµβουλος και αντιπρόεδρος του οµίλου.
Μόλις το 1995, ενώ όλοι οι εξωστρεφείς επιχειρηµατίες επένδυαν στο «Ελ Ντοράντο των Βαλκανίων» –ή το πολύ πολύ κατέστρωναν σχέδια εισόδου σε κάποια ευρωπαϊκή αγορά– η οικογένεια Κουτσολιούτσου προέβη σε µια εντελώς απρόσµενη κίνηση διεισδύοντας στην Ιαπωνία.
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Follie Follie έχει βάλει πια πλώρη για την Κίνα. Συνεταιρισµοί µε ντόπιους επιχειρηµατίες, δικτύωση µε ενδηµούντες παράγοντες και µεταφορά της παραγωγής στο Χονγκ Κονγκ ήταν τα «κλειδιά».
Μετά την πρώτη δεκαετία, η Folli Follie ανακοινώνει ότι ανοίγει σχεδόν ένα καινούργιο κατάστηµα την εβδοµάδα στις πιο κεντρικές λεωφόρους των µεγάλων αστικών κέντρων µιας αχανούς χώρας, όπου η καταναλωτική ζήτηση δεν έχει αντίπαλο.
Ο διευθύνων σύµβουλος του οµίλου από τότε επιμένει να θεωρεί ότι υπάρχει µια τάση υπερβολής ως προς την ανησυχία των αγορών για την Κίνα. Είναι η πρώτη, ανώδυνη φαινομενικά «σύγκρουση» με τις αγορές.
Πέρα από τις επεκτάσεις της δικής του φίρµας, ο όµιλος µέσα στη δεκαετία του 2000 προχωρά σε εξαγορές όπως εκείνης των Καταστηµάτων Αφορολογήτων Ειδών (ΚΑΕ), αρχικά µε συνέταιρο τον Πάνο Γερµανό.
Αργότερα εξαγοράζει το ποσοστό του και η οικογένεια Κουτσολιούτσου γίνεται ο βασικός µέτοχος µιας εταιρείας που είναι υπολογίσιµος «παίκτης» στο ταξιδιωτικό εµπόριο της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Ακολουθεί η εξαγορά της αγγλικής εταιρείας κοσµηµάτων Links Of London.
Αργότερα έρχεται και η εξαγορά της ελληνικής εισηγµένης Elmec Sport, µέσω της οποίας επιτυγχάνεται πρόσβαση στα πολυκαταστήµατα Attica και Factory Outlet, σε µια µεγάλη γκάµα αντιπροσωπειών µεγάλων σηµάτων ένδυσης και σηµαντική διείσδυση στη Ρουµανία και τη Βουλγαρία.
Παράλληλα, οι δραστηριότητες του Οµίλου FF Group εκτείνονται από αθλητικά είδη, καθώς διανέµει σήµερα κατ’ αποκλειστικότητα τα είδη της Nike στη Ρουµανία και τη Βουλγαρία, όπως και τις ολοκληρωµένες συλλογές της Converse στις αγορές της Ελλάδας, της Κύπρου, της Ρουµανίας και της Βουλγαρίας, µέχρι και διεθνώς αναγνωρισµένα σήµατα µόδας (Ermenegildo Zegna, UGG Australia, Guess, Ted Baker, Franklin & Marshall, Calvin Klein Jeans, Converse, Scotch & Soda, G-Star Raw και πολλά άλλα).
Την ίδια στιγµή, ο όµιλος ξεκίνησε τη στρατηγική ανάπτυξη των δικών του multi brand concept stores, Collective και Kix. Δηµιούργησε, επίσης, νέο ειδικό τµήµα καλλυντικών επιλεκτικής διανοµής, αναλαµβάνοντας αρχικά την αντιπροσώπευση της φίρµας Dolce & Gabanna και µέσα στο 2015 της ιαπωνικής Shiseido.
Παρά την ανθεκτικότητα, τις διαρκείς επενδύσεις και επεκτάσεις, η κρίση στην εγχώρια αγορά δεν άφησε αλώβητο τον όµιλο, ο οποίος προέβη εσπευσµένα σε διορθωτικές κινήσεις, προκειµένου να εξυγιάνει τα θεµελιώδη µεγέθη και να µειώσει τον δανεισµό του, που αξιοποιήθηκε για την ανάπτυξή του.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, προχώρησε στην πώληση του 51% των ΚΑΕ στην ελβετική Dufry στο τέλος του 2012 και στο τέλος του 2013 πούλησε και το υπόλοιπο ποσοστό. Μετά την ολική µεταβίβαση των ΚΑΕ, ο Όµιλος Folli Follie φρόντισε να κρατήσει ένα µικρό ποσοστό συµµετοχής στο νέο σχήµα, που του επιτρέπει να διατηρεί σχέσεις µε έναν συνεργάτη ο οποίος του ανοίγει δρόµο για τις αγορές των ΗΠΑ και της Λατινικής Αµερικής.
Ο Τζώρτζης Κουτσολιούτσος δεν αρνείται ότι το περιβάλλον στο οποίο κινείται είναι δύσκολο.
Αναγνωρίζει πως το πρόβληµα ρευστότητας συγκρατεί την επιχειρηµατικότητα, αν και η εταιρεία αναπτύσσεται µε ίδια κεφάλαια, προχωρώντας σε λελογισµένες επενδύσεις. Ουσιαστικά οι τράπεζες έχουν αρχίσει να «κλείνουν τις πόρτες».