Η Γερμανία ίσως καταφέρει να αντιμετωπίσει τις οικονομικές επιπτώσεις της επιδημίας του κορωνοϊού χωρίς να ξεπεράσει τα εγκεκριμένα όρια του χρέους, αν η οικονομία της ανακάμψει το δεύτερο μισό του έτους, εκτίμησε σήμερα ο υπουργός Οικονομικών της χώρας Όλαφ Σολτς σε συνέντευξή του.
Το κοινοβούλιο της Γερμανίας ανέστειλε για πρώτη φορά το «φρένο χρέους» της χώρας στις 25 Μαρτίου εγκρίνοντας έναν επιπλέον προϋπολογισμό 156 δισεκ. ευρώ για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της επιδημίας covid-19. Η «Ομπρέλα Προστασίας της Οικονομίας» που ανακοίνωσε η γερμανική κυβέρνηση προέβλεπε επίσης κεφάλαια ύψους περίπου 600 δισεκ. ευρώ για τη στήριξη εταιρειών, εργαζομένων, ενοικιαστών και ανέργων. Σε κάποιες περιπτώσεις ενδέχεται ακόμη να γίνουν προσωρινές επενδύσεις της κυβέρνησης σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Όταν ρωτήθηκε αν αυτά τα επιπλέον 156 δισεκ. ευρώ θα παραμείνουν το ανώτατο όριο του χρέους της Γερμανίας, ο Σολτς απάντησε στην εφημερίδα Welt am Sonntag: «Αν καταφέρουμε να μετακινήσουμε προς τα πάνω την οικονομική καμπύλη στο δεύτερο μισό του έτους, τότε ναι». Ο Γερμανός υπουργός εξήρε εξάλλου το κοινωνικό σύστημα της χώρας το οποίο καθιστά εφικτή την παροχή μεγάλης στήριξης από το κράτος, όμως πρόσθεσε ότι μετά την κρίση ενδέχεται να υπάρξει αύξηση της φορολογίας για τα υψηλά εισοδήματα.
Ο Σολτς επεσήμανε ότι αν χρειαστεί, θα δοθούν οικονομικές ενισχύσεις και μετά το τέλος της καραντίνας. «Στον σωστό χρόνο θα υιοθετήσουμε μέτρα για να ενισχύσουμε και πάλι την επιχειρηματικότητα», εξήγησε. «Αυτά τα μέτρα θα είναι όπως τα φαντάζονται οι οικονομολόγοι: στοχευμένα, ανάλογα με την περίπτωση και για περιορισμένο χρονικό διάστημα». Μάλιστα, ο Γερμανός υπουργός τόνισε ότι η κυβέρνηση εξετάζει μέτρα στήριξης και για τους ιδιοκτήτες ξενοδοχείων και εστιατορίων.