Σε λειτουργία τέθηκε η ηλεκτρονική εφαρμογή της εφορίας για την πληροφόρηση των ελεγκτών του υπουργείου Οικονομικών σχετικά με τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών των φορολογούμενων, ύστερα από τη δημοσίευση του σχετικού ΦΕΚ.

Σύμφωνα, λοιπόν, με την απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Τρύφωνα Αλεξιάδη, πλέον, θα είναι δυνατή η πληροφόρηση όλης της τραπεζικής σχέσης κάθε φορολογούμενου από το 2005, δηλαδή για τα προηγούμενα δέκα χρόνια.

Διασταυρώσεις

Τι σημαίνει αυτό; Ότι ελεγκτής του υπουργείου Οικονομικών που έχει αναλάβει τον έλεγχο του πόθεν έσχες ενός φορολογούμενου θα μπορεί να ζητήσει μέσω του συστήματος από τις τράπεζες να πληροφορηθεί όλες τις κινήσεις των τραπεζικών του λογαριασμών για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η λήψη των στοιχείων θα γίνεται σε διάστημα μερικών ημερών ή και ωρών ανάλογα με την περίπτωση.

Έτσι, με βάση την κίνηση των λογαριασμών θα διαπιστώνεται το ποσό της καθαρής αύξησης της αποταμίευσης του ελεγχόμενου και θα συγκρίνεται με το εισόδημα που έχει δηλώσει στην εφορία. Αν προκύπτει σημαντική διαφορά μεταξύ του υπόλοιπου του λογαριασμού και των εισοδημάτων που έχουν δηλωθεί, θα βεβαιόνται πρόσθετος φόρος, πρόστιμα και προσαυξήσεις.

Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του ΥΠΟΙΚ, με τη δημοσιευμένη στο ΦΕΚ της απόφασης, αντιμετωπίζονται βασικά γραφειοκρατικά και λειτουργικά προβλήματα τα οποία δημιουργήθηκαν κατά την πρώτη εφαρμογή του Συστήματος και τα οποία δεν είχαν επιλυθεί μέχρι σήμερα.

Με τον τρόπο αυτό, οι ελεγκτικές υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, η Οικονομική Αστυνομία, ο Οικονομικός Εισαγγελέας, ο Εισαγγελέας Εγκλημάτων Διαφθοράς και η Αρχή Καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, θα έχουν πλήρη και άμεση πρόσβαση στις αναλυτικές κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών, κάθε φυσικού και νομικού προσώπου, καθώς και στο σύνολο των συναλλαγών που επηρεάζουν το λογιστικό υπόλοιπο των λογαριασμών αυτών.

Κατά συνέπεια, ανοίγει ο δρόμος την επιτάχυνση της διαδικασίας ελέγχου μεγάλων υποθέσεων φοροδιαφυγής, καθώς μειώνεται τόσο ο χρόνος διενέργειας των ελέγχων όσο και το διοικητικό κόστος αυτών.