Τις βασικές διαφωνίες Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και Ευρωπαίων αναφορικά με την Ελλάδα, στο πλαίσιο του προγράμματος στήριξης του ESM, κωδικοποίησε ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Gerry Rice κατά την προγραμματισμένη ενημέρωση των δημοσιογράφων στην Ουάσιγκτον.

Σχολιάζοντας τη συμφωνία που επιτεύχθηκε στο προηγούμενο Eurogroup, τόνισε ότι «δεδομένων των συνθηκών” είναι προς όφελος της χώρας, παρότι αποτελεί την “δεύτερη καλύτερη λύση” και εξέφρασε τη βεβαιότητα του Ταμείου, ότι η συμφωνία για τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους δεν απέχει πολύ, καθώς “υπήρξε κάποια πρόοδος”, ωστόσο “χρειάζεται ακόμη χρόνος”.

Όπως είπε χαρακτηριστικά, “αν θεωρούσαμε ότι μία τέτοια συμφωνία δεν είναι εφικτή δεν θα προχωρούσαμε” στην καταρχήν έγκριση μίας προληπτικής γραμμής», η οποία όπως είπε μπορεί να είναι μικρότερη από 2 δισ. δολάρια.

Ακόμη αποκάλυψε ότι η επικεφαλής του ΔΝΤ Christine Lagarde θα βρεθεί στην Αθήνα, αποδεχόμενη με χαρά την πρόσκληση του προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου, ωστόσο δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί η ημερομηνία της επίσκεψης.

Ειδικότερα, ο κ. Rice, ερωτηθείς για το κατά πόσο είναι ρεαλιστικοί οι δημοσιονομικοί στόχοι που έχουν τεθεί στην Ελλάδα απάντησε πως «η άποψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τη ρεαλιστική πορεία της ανάπτυξης και των πρωτογενών πλεονασμάτων της Ελλάδας, είναι γνωστή, δεν συμφωνούμε με όλες τις υποθέσεις που έχουν γίνει στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος”.
Για το λόγο αυτό, “η ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους ” (που αποτελεί προϋπόθεση προκειμένου το Ταμείο να προχωρήσει σε εκταμίευση μετά την συμφωνία επί των μέτρων ελάφρυνσης) “θα βασιστεί αποκλειστικά στις υποθέσεις του Ταμείου».

Όπως είπε, «ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 είναι εφικτός, ωστόσο, όπως έχει επαναλάβει το ΔΝΤ στο παρελθόν, μακροπρόθεσμα ο στόχος δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 1,5%, προκειμένου να δημιουργηθεί ο απαραίτητος δημοσιονομικός χώρος για την τόνωση της ανάπτυξης, τη μείωση της φορολογίας και την ενίσχυση του κοινωνικού δικτύου προστασίας».

Παράλληλα, απέρριψε την κριτική που ασκείται στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ότι κατέληξε σε μία συμφωνία με γνώμονα το πολιτικό μέλλον του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Wolfgang Schaeuble, τονίζοντας ότι δεν πρόκειται για μία “πολιτική συμφωνία”, αλλά για μία συμφωνία ευθυγραμμισμένη με τους κανονισμούς του ΔΝΤ.

Όπως ξεκαθάρισε ο Gerry Rice, η καταρχήν έγκριση δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι «μπαίνει στο περιθώριο η συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους” και συμπλήρωσε ότι “αν θεωρούσαμε ότι δεν υπάρχει καλή πιθανότητα να έρθουμε σε συμφωνία δεν θα προχωρούσαμε με αυτόν τον τρόπο».

Σύμφωνα με τον ίδιο, η καταρχήν έγκριση, είναι μία διαδικασία που έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές στο παρελθόν όταν το ΔΝΤ και το κράτος μέλος του συμφωνούν στο σκέλος των μεταρρυθμίσεων αλλά οι πιστωτές δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία ως προς την ελάφρυνση του χρέους. «Είναι μία διαδικασία που έχει αποδειχθεί αποτελεσματική», είπε.
Η δε συμφωνία του προηγούμενου Eurogroup «επιβεβαιώνει την υπόσχεση που έχει δοθεί για την ελάφρυνση του χρέους».

Μάλιστα, εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι η συμφωνία για το χρέος θα έρθει σύντομα. Επικαλούμενος τις δηλώσεις της επικεφαλής του Ταμείου, αναφέρθηκε στα οφέλη της συμφωνίας του Eurogroup για την Ελλάδα.

Επίσης επανέλαβε ότι συζήτηση στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ θα έχει ολοκληρωθεί έως τις 27 Ιουλίου, συμπληρώνοντας ότι δεν υπάρχει χρονική προθεσμία για το πότε θα εκταμιευθούν τα χρήματα.